United States or Kosovo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Οι δε Λακεδαιμόνιοι έθεσαν νόμον όλως εναντίον· ενώ πρότερον έκειρον την κόμην, απ' εκείνης της εποχής άφινον αυτήν να αυξάνη. Διηγούνται δε ότι ο Οθρυάδης, ο επιζήσας εκ των τριακοσίων, αισχυνόμενος να επιστρέψη εις την Σπάρτην ενώ οι σύντροφοι του είχον φονευθή, ηυτοκτόνησεν εκεί εις την Θυρέαν.

Και την ταχυνή, οντέν επέρασες από κοντά μου και δεν εγύρισες να με ξανοίξης ... Μα δεν ήκουσες απού σου μίλησα; Ο Μανώλης εχαμήλωσε τα μάτια του και δεν απήντησε. — Θα μάκουσες, μα ήθελες να με σκάσης κ' εγώ μόνο κατέω τον καϋμό που πήρα! — Ετσά τώκαμα, στα ψώματα ... είπεν ο Μανώλης γελών και αισχυνόμενος συγχρόνως. — Α! στα ψώματα! ... πεισματικά μούκανες! ... είπεν η Πηγή σείουσα τον λιχανόν.

Ο Μανώλης της διηγήθη λεπτομερώς τα γενόμενα μεταξύ αυτού και της Πηγής και την κατόπιν επέμβασιν του Στρατή και τα επακολουθήσαντα. Ετροποποίησεν όμως αυτήν την φοράν την αλήθειαν, ειπών ότι δεν τον επλήγωσεν ο Στρατής, αλλ' ότι από τρίχα εγλύτωσεν. Αισχυνόμενος δε διά την δειλίαν την οποίαν έδειξεν, εδημιούργησε ψευδές ανδραγάθημα διά να το διηγηθή προς την χήραν.

Και έκυψε προς το στήθος του ο Λαλεμήτρος, ως αισχυνόμενος διά τον λόγον οπού είπε. Την στιγμήν εκείνην εις τους θαμβωμένους οφθαλμούς της Θωμαής έλαμψεν ως όφις μαύρος με μελανάς λάμψεις η χρυσή καδένα του Λαλεμήτρου. Ο όφις ο δόλιος και σκόλιος, ο δράκων ο παμπόνηρος, ο απατήσας ποτέ την Εύαν εν τω Παραδείσω.

Οι γονείς του Μανώλη δεν εγνώριζαν τα μεταξύ αυτού και του Στρατή διατρέξαντα εις τον κήπον, διότι και ο Μανώλης και η Πηγή τ' απεσιώπησαν, ο μεν αισχυνόμενος, η δε μη θέλουσα να κατακρίνη τον αδελφόν της και φοβουμένη ότι το πράγμα θα ελάμβανε διαστάσεις και ότι θα έφθανεν εις ρήξιν ανεπανόρθωτον.

Ο φόβος μη καή αυτός, ο τρόμος μη πυρποληθή το πλοίον κατέβαλον αίφνης την έξαψίν του, κ' ενώ μετ' αγώνος υπερανθρώπου προσεπάθει να περιστείλη τας φλόγας, κλείων από το επάνω μέρος την θερμάστραν, αισχυνόμενος και να φωνάξη, κατέπεσεν επί της εγγύς καθέδρας του, εν ατονία βλέπων τας τελευταίας αναλαμπάς της φλογός.

Ο Χαγάνος αισχυνόμενος διά τα γενόμενα εδικαιολογείτο λέγων, ότι δεν ηδυνήθη να κρατήση τους ανθρώπους του και ότι ήτο πρόθυμος να αποδώση τους αιχμαλώτους και ό,τι εκ των αρπαγέντων ηδύνατο να περισυλλέξη, διαβεβαιών δε ότι διά το αδίκημα τούτο έμελλε να αποζημιώση τον αυτοκράτορα διά του ζήλου, τον οποίον έμελλε να δείξη υπέρ του κράτους, γινόμενος σύμμαχος.

Η μετάφρασις φιλολογική και καλλίτεχνος υπό του κ. Ζαχ. Παπαντωνίου. Αναφέρεται εις τον Ομηρικόν ήρωα παραφρονήσαντα κατά θείαν βουλήν διά την αλαζονείαν του. Συνελθών ο Αίας και αισχυνόμενος αυτοκτονεί. Κατ' επέμβασιν του αδελφού αυτού Τεύκρου και του αντιπάλου του Οδυσσέως κηδεύεται λαμπρώς διά τον ηρωισμόν και την άλλην αυτού αγαθότητα. Δρ. 1.50