United States or Macao ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και το καλλίτερο 'νε να τσ' αφήσης να κουρεύγουνται και να ξανοίξης να πάρης μια φρόνιμη γυναίκα ... μια γυναίκα που να σ' αγαπά και να την αγαπάς. Σ' όλο το ύστερο δε σου στέκει τουλόγου σου να παρακαλής. Πρέπει, να σε παρακαλούνε. Και εκάστοτε εφαίνετο ότι κάτι είχεν ακόμη να είπη, αλλ' εδυσκολεύετο και εδίσταζε να το εκστομίση.

Και την ταχυνή, οντέν επέρασες από κοντά μου και δεν εγύρισες να με ξανοίξης ... Μα δεν ήκουσες απού σου μίλησα; Ο Μανώλης εχαμήλωσε τα μάτια του και δεν απήντησε. — Θα μάκουσες, μα ήθελες να με σκάσης κ' εγώ μόνο κατέω τον καϋμό που πήρα! — Ετσά τώκαμα, στα ψώματα ... είπεν ο Μανώλης γελών και αισχυνόμενος συγχρόνως. — Α! στα ψώματα! ... πεισματικά μούκανες! ... είπεν η Πηγή σείουσα τον λιχανόν.

Εγώ 'πήα. Κατές βάθος απού τώχει; τρεις φορές σαν τον εγκρεμό πούδαμε. Και κάτω στου πάτο τρέχει ένα νερό. Σα ξανοίξης από πάνω κάτω, ζαλίζεσαι και θαρρείς πως σε ρουφά το φαράγγι και πως θα σε καταπιή. — Ήκουσα πως οι νεράιδες έχουν εκειά μέσα κατοικητήριο. — Έτσα λένε... Εσύ ζαλίζεσαι σα ξανοίξης σεγκρεμό; — Όχι, είπα. — Εγώ ζαλίζομαι και θαρρώ πως έτσα θα πέσω να σκοτωθώ κιαμιάν ημέρα.