United States or Georgia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ήτο ειμαρμένον να τελειώση εδώ το μαρτύριόν σου. Σώζων σε καταστρέφω την πίστιν, φυλάττων σε προδίδω τον όρκον. Μετήλθον όλα τα μέσα. Δεν ήτο γραπτόν να σωθής. Περιήλθον όλην την γην, διέδραμον όλην την οικουμένην. Οι διώκται σου είναι ισχυροί. Έχουσι την συμμαχίαν του πεπρωμένου. Τον άρτον μου δεν τον έθεσα ποτέ επί τραπέζης, επί προσκεφαλαίου δεν εστήριξα την κεφαλήν μου.

Ουδ' είναι ανάγκη ν' ανατρέχωμεν προς απόδειξιν της ανταποδόσεως ταύτης εις άλλους καιρούς και τόπους, αφού οικείον και πρόσφατον έχομε το παράδειγμα του γιγαντιαίου εκείνου λευκού γάτου του αιδίμου Κουμουνδούρου όστις, αν και ήτο η εποχή των ερώτων, ουδ' επί στιγμήν απεμακρύνθη του προσκεφαλαίου του κατά την πολιήμερον προς τον θάνατον πάλην, και έπειτα επήγε ν' αποθάνη κ' εκείνος εκ της λύπης εις μίαν γωνίαν, και οι σκύλοι του μακαρίτου εξηκολούθουν να τρώγουν, να πίνουν και να γαυγίζουν και θερμότατοι φίλοι του μετέβαινον να προσκυνήσωσι τον κ.

Και λέγουσα έρριπτε βλέμματα πλήρη απληστίας υπό το προσκέφαλον, ως να ήθελε να ίδη μέσω του λινομετάξου περιβλήματος, και κάτωθεν του πατημένου μαλλίνου όγκου, τι εκρύπτετο υποκάτω. Έκαμε δε κίνημα ως διά να χώση την χείρα της κάτωθεν του προσκεφαλαίου.

Ο Φρουμέντιος, κατεχόμενος υπό αδιηγήτου ηδονής, δεν ήξευρε τίνα των αγίων διά την αιφνιδίαν εκείνην μεταβολήν να ευχαριστήση, διότι πάντας εν τη απελπισία του τους είχεν επικαλεσθή, άυπνος δε ων προ πολλού απεκοιμήθη τέλος επί του γλυκυτάτου εκείνου προσκεφαλαίου, εις όλους υποσχόμενος τροπάρια και κηρία.

Όσον δι' εμέ, θα μοι χρησιμεύση αύτη ως καλόν συστατικόν πλησίον του Χάρωνος του πορθμέως». Ταύτα ειπών, έκαμε νεύμα εις τον ιατρόν και τω έτεινε τον βραχίονα. Εν ριπή οφθαλμού, ο επιδέξιος Έλλην ιατρός περιέβαλε διά χρυσού σύρματος και ήνοιξε την αρτηρίαν παρά τον καρπόν. Το αίμα ανέβλυσεν επί του προσκεφαλαίου και κατεπλημμύρησε την Ευνίκην, ήτις υπεβάσταζε την κεφαλήν του Πετρωνίου.

Ιδέτε τι τω γράφω εν είδει αποχαιρετισμού: Έλαβεν υποκάτω ενός πορφυρού προσκεφαλαίου μίαν επιστολήν και ανέγνωσε: «Γνωρίζω, θεσπέσιε Καίσαρ, ότι με περιμένεις με ανυπομονησίαν και ότι εν τη ειλικρινεία της καρδίας σου με ενθυμείσαι νύκτα και ημέραν.

Όταν μετ' ολίγον εξύπνησεν, η κεφαλή της Ευνίκης ανεπαύετο ως λευκόν άνθος επί του στήθους του. Την εστήριξεν επί του προσκεφαλαίου διά να την θεωρήση ακόμη. Και διέταξεν εκ νέου να του ανοίξουν τας φλέβας. Οι αοιδοί έμελψαν νέον ύμνον του Ανακρέοντος και αι βάρβιτοι υπήχουν βαρέως διά να μη πνίγουν τους λόγους. Ο Πετρώνιος ωχρία βαθμηδόν περισσότερον.

Έπειτα, είς μάντις εξ Αιγύπτου έλαβεν εις την χείρα δοχείον κρυστάλλινον, επί του οποίου απεικονίζοντο χρυσόψαρα με ποικίλα ζωηρά χρώματα, παίζοντα, και έκαμε τας προφητείας του εις τους συνδαιτυμόνας. Όταν ετελείωσαν τα θεάματα, ο Πετρώνιος ηγέρθη ολίγον επί του συριακού προσκεφαλαίου του και είπε νωχελώς: — Φίλοι! επιτρέψατέ μοι να σας απευθύνω μίαν παράκλησιν, ενώ διαρκεί το συμπόσιον τούτο.