United States or Cambodia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πώς λοιπόν αποδεικνύεται τούτο, και κατά τι ημπορεί σωστά να ονομασθή ο τόπος μας απομεινάριον της τότε γης; Όλος ο τόπος μας από την επίλοιπον στερεάν εκτεινόμενος εις την θάλασσαν είναι ωσάν ακρωτήριον· το δε πέριξ αυτής δοχείον της θαλάσσης συμβαίνει να είναι όλον πολύ βαθύ.

Εξ άλλου ο &χώρος& είναι το δοχείον πασών των μορφών, των εικόνων των ιδεών, και αν δεν είναι αυτή η ύλη, είναι πάντοτε αχώριστος της &ύλης&, ήτις είναι η ιδέα του μη όντος, η καθαρά δυνατότης, ην γονιμοποιεί η υπερτάτη πραγματικότης, η Ιδέα.

Μόνον ήνοιξε το δοχείον, είδε το χρυσίον και εν μεγίστη βία επανακλείσας πάλιν τούτο επανήλθεν εις την αίθουσαν των ξένων κομίζων τον θησαυρόν της Μονής.

Αλλά ποίον θα είναι το αποτέλεσμα; Σωκράτης. Όταν έχωμεν εμπρός μας μικρά παιδία, πρέπει να ειπούμεν ότι αυτό το δοχείον είναι κενόν, εις την θέσιν δε των πουλιών να φαντασθώμεν τας επιστήμας. Και οποιανδήποτε επιστήμην αποκτήση κανείς και την κλείση μέσα εις το περίφραγμά του, πρέπει να λέγη ότι έμαθε ή ευρήκε το πράγμα εκείνο εις το οποίον ασχολείται εκείνη η επιστήμη, και αυτό είναι επιστήμη.

Μετά τινας ημέρας νέον άγγελμα θα έφερεν εις αυτόν την απόφασιν του θανάτου. Ο Πετρώνιος ήκουσε την είδησιν απαθής και γαλήνιος. Έπειτα είπε: — Θα φέρης εις τον κύριόν σου έν πολύτιμα» δοχείον, το οποίον θα σου δοθή κατά την αναχώρησίν σου. Ειπέ εις αυτόν, ότι τον ευχαριστώ ολοψύχως, διότι κατ' αυτόν τον τρόπον θα δυνηθώ να προλάβω την απόφασιν. Και εξερράγη εις γέλωτα.

Τροφήν δε έχουν όλοι την ιδίαν• ανάπτουν φωτιάν και ψήνουν επί των ανθράκων βατράχους, οίτινες είνε πολυάριθμοι εις την σελήνην και πετούν εις τον αέρα. Ενώ δε οι βάτραχοι ψήνονται, κάθηνται γύρω εις την πυράν, ως περί τράπεζαν, και ροφούν τον αναδιδόμενον καπνόν. Κατ' αυτόν τον τρόπον ευωχούνται. Ως ποτόν δε έχουν τον αέρα, όστις πιεζόμενος εις δοχείον αφήνει υγρόν τι ως δρόσον.

Πρωί, λίαν πρωί, μόλις χαράξη και ανοίξη η εξώθυρα του οίκου, θα ιδήτε, αν έχετε διάθεσιν και είσθε πρωινός, προβάλλουσαν της θύρας νυσταλέαν τινά και άνιπτον ανδρίαν ή ναξίαν μέγαιραν, κρατούσαν εις την ευτραφή και σπαργώσαν αυτής αγκάλην ευμέγεθες εκ λευκοσιδήρου δοχείον. Το οκτάγωνον αυτό κιβώτιον περιείχεν άλλοτε πετρέλαιον.

Και αυτός ο ξένος, που τα πέταξε κ' έφυγε σαν τρελλός, θα έπαθε φαίνεται. Εις το διάστημα τούτο, ενώ ωμίλει ο γέρων, συγχρόνως περιέκρυψε το δοχείον εντός σάκκου τινός των φύλλων, αι δε γυναίκες ητοιμάσθησαν προς αναχώρησιν. — Θα ήταν στοιχειωμένα! επανέλαβεν ο γέρων. — Λοιπόν τότε κ' ημείς; . . διέκοψεν η Ελένη εν φόβω . .

Εκείνο το οποίον με έν όνομα ονομάζομεν δοχείον και είναι κατασκευασμένον διαφόρων ειδών διά τα ξηρά και υγρά και τα διάθερμα και αδιάθερμα, το οποίον είναι πολύ συχνόν είδος, και δεν είναι διόλου ανάρμοστον, καθώς νομίζω, διά την εξεταζομένην επιστήμην. Νέος Σωκράτης. Πώς όχι; Ξένος.

Έπειτα, είς μάντις εξ Αιγύπτου έλαβεν εις την χείρα δοχείον κρυστάλλινον, επί του οποίου απεικονίζοντο χρυσόψαρα με ποικίλα ζωηρά χρώματα, παίζοντα, και έκαμε τας προφητείας του εις τους συνδαιτυμόνας. Όταν ετελείωσαν τα θεάματα, ο Πετρώνιος ηγέρθη ολίγον επί του συριακού προσκεφαλαίου του και είπε νωχελώς: — Φίλοι! επιτρέψατέ μοι να σας απευθύνω μίαν παράκλησιν, ενώ διαρκεί το συμπόσιον τούτο.