Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 2 Μαΐου 2025


Τροφήν δε έχουν όλοι την ιδίαν• ανάπτουν φωτιάν και ψήνουν επί των ανθράκων βατράχους, οίτινες είνε πολυάριθμοι εις την σελήνην και πετούν εις τον αέρα. Ενώ δε οι βάτραχοι ψήνονται, κάθηνται γύρω εις την πυράν, ως περί τράπεζαν, και ροφούν τον αναδιδόμενον καπνόν. Κατ' αυτόν τον τρόπον ευωχούνται. Ως ποτόν δε έχουν τον αέρα, όστις πιεζόμενος εις δοχείον αφήνει υγρόν τι ως δρόσον.

Έπειτα θα προσαρμόζης αυτούς τους αυλούς εις τους ρώθωνας του ταύρου και θα διατάσσης ν' ανάπτουν φωτιάν κάτω από την κοιλίαν του.

Οι δε φιλόστοργοι συγγενείς δεν ηθέλησαν να τα ρίψωσιν εις την οστεοθήκην του νεκροταφείου ίνα έρχωνται εδώ και ανάπτουν κηρία και καίουν θυμίαμα εις ανάπαυσιν των ψυχών προσφιλών των υπάρξεων.

Ακόμη του εδιηγήθηκα και τα όσα μου εσυνέβηκαν την άλλην ημέραν, που είχα υπάγει εις την πόρταν του Μουφάκ διά να ζητήσω ελεημοσύνην, και πως εκεί είδα μίαν Κυράν νέαν, από της οποίας την ιδέαν έμεινα τετρωμένος. Εκεί που ανάφερα το όνομα του Μουφάκ, εθεώρησα τους οφθαλμούς του Κατή να ανάπτουν από θυμόν.

Και μια βραδεία την ώρα οπού ανάπτουν τα φώτα, ολίγας εβδομάδας μετά τον θάνατον της Κουκκίτσας, διεδόθη εις το χωρίον: — Βρυκολάκιασεν η Κουκκίτσα! Ο παπά-Κονόμος το ήκουσε κατά πρώτον την ώραν οπού εδιάβαζε τον Απόδειπνον εις το σπίτι του, διά να ησυχάση.

Πρώτην τότε φοράν ήκουα πυροβολισμούς εις μάχην. Εγνώριζα ότι οι πολεμισταί μας, καθώς οι ήρωες του Ομήρου, αντήλλασσον ύβρεις προτού έλθουν εις χείρας, αλλά δεν εφανταζόμην πόσον αι τοιαύται βροντώδεις προκλήσεις εξάπτουν τα πάθη και ανάπτουν το αίμα. Με κατέλαβε κ' εμέ ο ενθουσιασμός, ο κατέχων τους εκεί μαχομένους.

Ως τόσον άρχισαν να ανάπτουν από το πιοτόν, και ο βασιλεύς με την Κυρά ωμιλούσαν διάφορα λόγια ηδονικά· η δε Κυρά δείχνοντας του πως ήτον τρυφερή προς αυτόν, του ωμίλησε με τούτον τον τρόπον.

Τα είδες εσύ ποτέ σου αυτά, παπά-Νικόλα μου; Εγώ τα είδα. Μάλιστα. Εκεί είνε λοιπόν και ο Αράπης θαμμένος, και του ανάπτουν και καντήλι οι Τούρκοι και τον έχουν τον τάφον του με κάγκελλα συγυρισμένον και ένα εύμορφον κλήμα τον σκεπάζει με τα πλατειά τα φύλλα του.

Τοσαύτη δε φλοξ εγένετο, όσην ουδείς ουδέποτε μέχρι των χρόνων εκείνων είδεν αναφθείσαν υπό χειρών ανθρωπίνων· διότι, άλλως, συμβαίνει ενίοτε εις τα όρη, τα δένδρα των δασών τριβόμενα μεταξύ των υπό των ανέμων να ανάπτουν αυτομάτως και να αναδίδουν φλόγας.

Την άνοιγε την πορτίτσα του κλεισμένην με ένα ξύλινον μανδαλάκι και έμβαινε μέσα ο παπά-Κονόμος, υψηλός, ξηραγκιανός, με πολιάν γενειάδα ως το στήθος, με την μορφήν πραείαν και ήμερον, την ώραν, πάντοτε όπου βραδυάζει και ανάπτουν τα φώτα. Εκείνην την ώραν απερνούσε πάντοτε αποκεί αναχωρών από την Κεχριάν. Οι ανθρακείς εκοιμώντο εις το δάσος πίσω.

Λέξη Της Ημέρας

παρεμορφώθη

Άλλοι Ψάχνουν