United States or Bulgaria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μίαν στιγμήν υστερώτερον επέρασεν ένα άλλο σύννεφον. Ο Χεδέρ παρομοίως το εξέτασε και το σύννεφον του απεκρίθη, πως υπάγει εις την Μπάσραν διά να κάμη καλόν. Επειδή και πηγαίνεις διά καλόν, του απεκρίθη ο Χεδέρ, θέλω να μου κάμης μίαν χάριν να φέρης ετούτον τον Μουσουλμάνον εις την Μπάσραν, και να τον αποθέσης εις την πόρταν του σπητιού του.

Και οι δύο εις τα μικρά των χρόνια, είχαν δοκιμάσει την τέχνην του πατρός των, αλλ' ούτε ο είς ούτε ο άλλος επρόκοψαν πολύ, ουδέ ηρκέσθησαν εις αυτήν. Ο Γιαλής, ως φιλόστοργος υιός και αδελφός, έγραφε προς την μητέρα του εκ Μασσαλίας, όπου είχεν υπάγει μ' ένα πατριωτικό καράβι, ότι απεφάσισε κι' αυτός να υπάγη στην Αμερικήν, να ιδή τι γίνεται ο μεγάλος αδελφός του, ίσως τον ανακαλύψη κάπου.

Λίαν πρωί εξήλθεν ο οινοπώλης Μπούτρος της οικίας του, φέρων με τυλιγμένην εντός παλαιάς εφημερίδος, και απαντών εις την σύζυγον αυτού, ερωτώσαν: πού υπάγει, — Πάω να ξεκάμω αυτό το διαβολόχαρτο, να μην εύρω τον μπελά μου.

Όλα καλά, μπάρμπ’-Αλέξανδρε· μα έλα που ξέχασα να στείλω χαμπάρι στο σπίτι μας. — Αλήθεια; Επόμενον ήτο. Δεν πειράζει, Κωσταντή. Την επαύριον έμαθα ότι η αδελφή μου η νεωτέρα επήγε μεσάνυκτα, μαζί με τον ανεψιόν μου μ' ένα φανάρι, κ' εξύπνησε την νεαράν γυναίκα τον Κωσταντή, όπου ήτο έγγυος εις τον μήνα της, διά να πληροφορηθή. Τέλος έμαθαν ότι είχα υπάγει στο πανηγύρι, και ησύχασαν.

Ούτως ο Κομποδήμος υπήκουσε πάλιν και επανήλθεν, αφού είχε μεταβή εις το μικρόν εγγύς δωμάτιον λέγων: — Ευωδιάζει το σκυλοφαωμένο! Η Κρατήρα είχεν υπάγει εις την Εκκλησίαν. Ήσαν περασμένα τα μεσάνυκτα. Οι κώδωνες του ναού και οι δύο είχον κρουσθή προ πολλού, σκληρώς πως αντηχούντες επί της χιονισμένης κώμης.

Εγώ δεν θέλω λείψει, βασιλέα μου, να παρακαλέσω τον Καισάγιαν να δώση την υγείαν του υιού σου· απόψε θέλω υπάγει εις τον ναόν του, και αύριον θέλω δώσει την απόκρισιν εις το ζήτημά σου. Την ακόλουθον ημέραν ο μέγας Δερβύσης επήγε και αντάμωσε τον βασιλέα και του είπεν· Ο Καισάγιας επήκουσε την προσευχήν μου, και ο υιός σου θέλει ιατρευθή.

Ενώ εγίνοντο ταύτα, αναγγέλλουσιν εις τον Καραϊσκάκην ότι έν σώμα Ελλήνων, το οποίον είχεν υπάγει εις τα αμπέλια της Δομπραίνας, επερικυκλώθη από τους εχθρούς και είναι εις μέγιστον κίνδυνον.

Ο ολίγος κόσμος, όστις είχεν οδοιπορήσει προς τα εκεί διά να εορτάσητριάντα περίπου ευλαβείς οικοκυράδες, και άνδρες δέκα ή δεκαπέντε, και άλλα τόσα παιδία, είχαν υπάγει διά ν' αγρυπνήσουν· άλλως, ποίος θα εκόμιζε ρούχα διά να κοιμηθή; και ποίος θα επήγαινε διά να κοιμηθή εν υπαίθρω; Ο Γούμενος είχε κοιμηθή στο κελλί.

Είχεν έλθει εκεί περί την δύσιν του ηλίου. Με την αμφιλύκην της νυκτός, υπό τον συννεφιασμένον ουρανόν της τρικυμίας, δεν εφαίνετο πλέον αν ήτο αγρίμιον ή παιδίον το ζωντανόν, το οποίον εκινείτο εκεί εις το σκότος. Ο Πάπος είχεν αρχίσει να εντρέπεται, διότι δεν είχεν υπάγει μαζί με τον πατέρα του.

Ως τόσον έφθασεν η νύκτα, και έφεραν τον Κουλούφ εις τον νυμφικόν θάλαμον, εις τον οποίον ευθύς που τον έμπασαν έσβυσαν το φως, και έμεινεν εις το σκοτάδι με την Κυράν, η οποία είχεν υπάγει εις το κρεββάτι εμπροστήτερα απ' αυτόν. Αυτός σαν έκλεισε την πόρτα με διπλά σίδερα εγδύθη και επήγε διά να εύρη το κρεββάτι ψηλαφώντας, και ευρίσκοντάς το εμπήκε σιμά εις την γυναίκα του.