United States or Niue ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τώρα παρά την πρύμνην αριστερόθεν του παπά καθημένη, αριστερά της είχε τον Σπύρον, και ζητούσα αυτομάτως να ψηλαφήση τους βραχίονας και το στήθος του, δεν εύρισκε σχεδόν σάρκα υπό την βαρείαν σκευήν, δι' ης είχε περιχαρακώσει τον υιόν της.

Αλλ' έμελλε λοιπόν να τελεσθή γάμος υπό τας όψεις του, τόσον ευκόλως και προχείρως; Ο Μάχτος ησθάνθη φρικώδη οδύνην, Μη είνε η Αϊμά; είπε καθ' εαυτόν. Την έννοιαν ταύτην δεν ηδυνήθη να μεταβάλη εις λέξιν, την λέξιν δεν ίσχυσε να εκφέρη εις κραυγήν, και ο πέπλος αυτομάτως έπεσε. Το βλέμμα του νέου έπεσεν αρπακτικόν επί της μορφής εκείνης. Φρικώδες! Ήτο η Αϊμά. Δεν ηπατήθη.

Εις την ακμήν της πλήρους ενδιαφέροντος συνδιαλέξεώς των, ήκουσαν αίφνης αι εις την πεζούλαν καθήμεναι γυναίκες κρότον τινά, ως πλατάγησιν σώματος πίπτοντος εις το ύδωρ, και συγχρόνως πεπνιγμένην κραυγήν και μετ' αυτήν δευτέραν κραυγήν δυνατωτέραν. Αι γυναίκες ανωρθώθησαν αυτομάτως.

Κατεβλήθη, και το γόνυ του εχθρού του ετέθη επί του στήθους του. Η Αϊμά, συνάπτουσα τας χείρας, επτοημένη, έξαλλος, ηθέλησε να πλησιάση. Αν την έβλεπεν ο Τρέκλας, τις οίδε, ίσως έμελλε να την εκλάβη αντί της γυναικός αυτού. Ευτυχώς όμως η Αϊμά είχε στρέψει προς αυτόν τα νώτα. — Διά τον Θεόν! επανέλαβεν η Αϊμά, τι έχετε; Ο Τρέκλας ήκουσε την φωνήν ταύτην, και αυτομάτως εστράφη.

Είνε μερικά πράγματα τα οποία μανθάνει τις αυτομάτως. Άλλως δεν εχόρευσαν μεν, ως είπομεν, αλλά πολλάκις εθεώρησαν την καμάραν, τελουμένην εις την γειτονικήν της οικίας των πλατείαν. — Να! Να! είπε γελώσα πάλιν η Σοφούλα. Έχασε την κουντούρα της η νύμφη. Σκύφτει για να την πάρη. Ω, ντροπής νυφίτσα μου! Κρίματο ατλαζένιο μπαμπουκλί σου, νυφούλα μ'.

Και εκείνο που λέγει ο Όμηρος, ότι εις μερικούς ήρωας εμπνέει μένος ο θεός, τούτο ο Έρως κατορθώνει να γίνεται αυτομάτως εις τους ερώντας. Ούτω μόνον οι ερώντες θυσιάζουν ευχαρίστως την ζωήν των υπέρ του αγαπωμένου, και όχι μόνον οι άνδρες διότι είναι άνδρες, αλλά και αι γυναίκες.

Να τώξορα έτσι δα. .. καλλίτερα να μην ερχόμουνα . . . Δεν ήλθα εγώ για να σπείρω σκάνδαλα στ' ανδρόγυνο . . . Η θύρα ηνοίχθη και εισήλθεν ανελπίστως ο Μανώλης ο Πολύχρονος. Ο Σπληνογιάννης ηγέρθη αυτομάτως με βλέμμα εκπλήξεως και αμηχανίας. Η γυνή εξεπήδησεν εκ του σκίμποδος εφ' ου εκάθητο, και προέβη εις υποδοχήν του. Ο Λάμπρος ο Βατούλας ουδ' εσάλευσεν από την θέσιν του,

Όταν δε οι Αμφικτύονες εμίσθωσαν τον ναόν όστις σήμερον είναι εις τους Δελφούς όπως ανακτίσωσιν αυτόν διά τριακοσίων ταλάντων, επειδή ο παλαιός είχε κατακαή αυτομάτως, εις τους Δελφούς επεβλήθη να δώσωσι το τεταρτημόριον του μισθώματος τούτου.

Αι ακτίνες δύο μαύρων οφθαλμών τον εκράτουν εκεί, ως χρυσαί αλύσεις, δεσμευμένον και σκλάβον. Αντί να τραπή προς τα βουνά εξήλθε και επλανάτο εις τους δρόμους του χωριού σύννους και περίλυπος. Και τα βήματά του αυτομάτως τον έφεραν προ της οικίας του Θωμά, όπου πρώτην φοράν δεν είδε το φέσι, το οποίον τον έφερεν εις απελπισίαν.

Το όνειρόν της εκείνο, το προ μικρού, ήρχετο πάλιν μειδιών προ της φαντασίας της, και το μειδίαμά του δεν ήτο πλέον πλάνη ουδέ γοητεία. Ηδύνατο τόρα να στείλη εις το σχολείον τον Νικολή της, . . . . ηδύνατο να κάμη το τάμμα της εις την Ευαγγελίστραν. Εκεί σιμά της έκαιε μικρόν κανδήλιον προ μικρού εικονίσματος της Θεοτόκου. Ενώπιον της εικόνος αυτής ευρέθη αυτομάτως γονυπετής η κυρά Δημήτραινα.