Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 9 Μαΐου 2025
Και ωσάν εβγήκαμεν από το καράβι ήλθαμεν εις την οικίαν του αυθέντος μου, τον οποίον τον εδέχθη η γυναίκα του και η θυγατέρα του, που μοναχή είχε, με πολλήν αγαλλίασιν. Και ύστερον από χίλια χάδια, που ανάμεσόν τους έκαμαν, με επαρουσίασεν αυτός εις την γυναίκα του και θυγατέρα του ωσάν ένα σκλάβον, που ξεχωριστά με αγαπούσε, και τες επερικάλεσε να δεχθούν με ευχαρίστησιν την δούλευσίν μου.
Ω μεγαλώτατε μονάρχα και αυθέντα, του είπε, συμπάθησον ένα σου σκλάβον, αν λαμβάνη την τόλμην να σου ειπή ήξευρε πως δεν είναι πρέπον να καυχάσαι μόνος σου, μα το πρέπον είναι να αφίνης να σε επαινέσουν οι υπήκοοί σου και τούτο το πλήθος των ξένων, που καθημερινώς συντρέχουν εις την αυλήν σου να βλέπουν την δόξαν σου και την μεγαλοπρέπειάν σου· δώσε αιτίαν διά να σε επαινέσουν, και όχι μόνος σου να επαινήσαι, επειδή είναι απαίσιον πράγμα.
Ο Κουλούφ δεν ετόλμησε να εναντιωθή του αυθεντός του, ο οποίος ενδυνόμενος με το φόρεμα του σκλάβου, προς το βράδυ επήγαν εις την πόρταν του μιτζιτιού. Δεν επέρασε πολύ, και είδαν την γραίαν που ήλθεν, η οποία είπεν· τον σκλάβον δεν κάνει χρεία να τον πάρης, απαραίτησέ τον και έλα μόνος σου.
Εκεί ελθόντες οι αγορασταί, με αγόρασεν ένας πλούσιος πραγματευτής, ο οποίος με ωδήγησεν εις το σπήτι του και μετά ημέρας τινάς με ηρώτησεν, αν ειξεύρω καμμίαν τέχνην· εγώ του απεκρίθην, ότι άλλην τέχνην δεν εξεύρω· ήμουν πραγματευτής και οι κουρσάροι, αφού με εγύμνωσαν από όλην μου την περιουσίαν, με επούλησαν τέλος πάντων διά σκλάβον.
Πήγαινε με αυτά να πάρης τα όσα μας κάνουν χρείαν, τόσον διά φαγητά, όσον και διά φορέματα εδικά σου και εδικά μου, και περιπλέον αγόρασε και κανένα σκλάβον διά να μας δουλεύη.
Μα η σώφρων γυναίκα του Ταμίμ αντί να θεωρήση με ευχαρίστησιν εις τους πόδας της έναν αγαπητικόν, ωργίσθη εναντίον του και τον ύβρισε χειρότερα από τον σκλάβον του Αράπη.
Οπόταν δε εξεμακρύναμεν αρκετώς εις την θάλασσαν, ο καραβοκύρης μου είπε, πώς αυτός ήτον από το βασίλειον της Γολκόνδας, και πώς η Γαντζάδα με έδωσε διά σκλάβον του, προστάζοντάς τον ότι να μη με αφήση ποτέ να υπάγω εις την Μπάσραν· και αυτός μεθ' όρκου της το έταξε να κάμη καθώς αυτή τον επρόσταξε. Τέτοια εστάθη η εκδίκησις της Γαντζάδας, η οποία μου εφάνη πολλά γλυκεία από εκείνο που πάντεχα.
Με κανέναν τρόπον δεν ηθέλησε να με υπακούση διά να υπάγω· αλλά διά να κάμη τον Αμπίμπην να μην υποπτεύση διά εμένα, με έκαμε να του γράψω μίαν επιστολήν πως να μη με καρτερή εκείνην την νύκτα, με το να ευρίσκωμαι μαζή με κάποιους φίλους μου, χωρίς να φανερώσω το πού είμαι. Και κάνοντας αυτήν την επιστολήν μου την επήρε και την έστειλε του φίλου μου με ένα της σκλάβον.
Ο στοχασμός του Αμπίμπη με ελάφρωσεν ολίγον τον πόνον μου· επειδή και με έκαμνε να στοχασθώ πως αν η Γαντζάδα με αγαπούσε, δεν ήθελε είνε τόσον πρόθυμη να καή με όλον που ήξευρεν από τον σκλάβον τον ερχομόν μου εκεί· μα με όλον τούτο δεν ημπορούσα να στοχασθώ τον γάμον της χωρίς να αγροικήσω να ανανεώνεται ο πόνος μου και διά τούτο το αίτιον απεφάσισα να μισεύσω από κει.
Έκαμα τριάντα πέντε χρόνια ακέραια σκλάβος και μέρα νύχτα έκανα το σταυρό μου και παρακαλούσα την Παναγιά να με γλυτώση από τα κακά χέρια και να γυρίσω στην Πατρίδα μου. Τέλος ο Θεός με λυπήθηκε κι' έστειλε ένα κακό θανατικό, που θέρισε όλους εκείνους τους κακούς ανθρώπους, που μ' είχαν σκλάβον αλευτέρωτο. Σ' αυτό απάνω ηύρα τον καιρό κι' έφυγα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν