United States or Bermuda ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Καλούμπας ήτον ο εξακουστός «ψαράς με το ένα χέρι» — το άλλο του το είχε φάγει η δυναμίτιςόπου ηλίευε τους περιφήμους ορφούς, από 5 έως 12 οκάδων το βάρος, τους οποίους έδενεν ως βώδια από την πρύμνην της βάρκας, και τους έσυρεν εις το κύμα ζωντανούς, με το τεράστιον άγκιστρον εις το ρύγχος, ετοίμους προς σφαγήν άμα δύο ή τρεις αγορασταί προσήρχοντο.

Μετέπειτα, καθόσον ησύχαζον τα πράγματα και ελάμβανον σημασίαν υπερτέραν της αληθούς αξίας των αι μικραί μέριμναι του βίου, ανεφάνησαν και πωληταί και αγορασταί βαφής εις Ερμούπολιν. Αλλά τότε θα επέσυρε την έκπληξιν και την ειρωνείαν του κόσμου ο Μάρθας, εάν ήρχετο εις τον νουν του να επιδιώξη διά τοιούτων μέσων το ομόχρουν των τριχών του.

Ιδού λοιπόν εγώ πωλητής παστών εν πλήρει αγορά! Κατέλαβα θέσιν κατάλληλον εις την μικράν παρά την προκυμαίαν πλατείαν και ήρχισα μετά τινος, κατ' αρχάς, δειλίας να προσκαλώ αγοραστάς. Ήτο εισέτι πολύ ενωρίς, αλλ' αγορασταί δεν έλειπον, οι δε ιχθύς μου ήσαν εις ζήτησιν και η υπόθεσις προέβαινε κατ' ευχήν.

Σας έκαμα σήμερον καμμιά εκατοστή κομμάτια με τα σαράντα, και αύριον πάλιν βλέπομεν. Είπε και μας απέθηκε πάσας επί του τραπεζίου. — Τόσας μόνον; ηρώτησεν αυταρέσκως μειδιών ο οικοδεσπότης. — Και αυτάς με πολλή δυσκολία· τα μυαλά του κόσμου, βλέπετε, άρχισαν ν' ανάφτουν, και το πράγμα πηγαίνει ολονένα τον ανήφορο. Αγορασταί πολλοί και πωληταί ολίγοι. — Ήσαν λοιπόν βασταγμέναι καλά σήμερον;

ΕΡΜ. Συ ο Πυθαγορικός κατέβα και στάσου να σε εξετάσουν οι αγορασταί. ΖΕΥΣ. Λοιπόν διαλάλησε. ΕΡΜ. Πωλείται ο άριστος βίος και ο σεμνότατος. Ποιος θέλει να γίνη υπεράνθρωπος; Ποιος θέλει να γνωρίση την αρμονίαν του σύμπαντος και να αναζήση μετά θάνατον εις νέαν ζωήν; ΑΓΟΡΑΣΤΗΣ. Το εξωτερικόν του δεν είνε άσχημον, αλλά τι κυρίως γνωρίζει;

Ή της μεν οικίας η χρήσις τυχαίνει να είναι πολλή και αναγκαία και μεγάλως ενδιαφέρει εις τον βίον του ανθρώπου να κατοική εις τοιαύτην οικίαν μάλλον παρά εις μικρόν και ποταπόν οικίδιον, της δε σοφίας η χρήσις είναι λόγου αξία και ολίγον ενδιαφέρει να είναι κανείς ή σοφός ή αμαθής περί των μεγίστων ; ή ταύτην μεν να καταφρονούν οι άνθρωποι και να μη είναι ταύτης αγορασταί, της δε κυπαρίσσου ήτις είναι εις την οικίαν και των Πεντελικών λίθων πολλοί να έχουν ανάγκην και να θέλουν να αγοράσουν ; Αν λοιπόν ήθελε είναι κανείς σοφός κυβερνήτης και ιατρός σοφός κατά την τέχνην ή κατά τινα άλλην των τοιούτου είδους τεχνών και ηδύνατο όσον το δυνατόν καλά να μεταχειρίζεται ταύτην, ούτος δεν θα ήτο ευϋποληπτότερος από κανέν των μεγίστων κτημάτων• εκείνος δε όστις ημπορεί να σκέπτεται καλά και αυτός περί του εαυτού του και περί άλλου, πώς θα ευρίσκετο εις αρίστην κατάστασιν, τάχα δεν θα ηδύνατο να διαθέτη την σοφίαν του, αν ήθελε τούτο να πράττη ;

Ήτο δε τοσούτω φοβερώτερος ο κίνδυνος ούτος, όσω η Αϊμά, ως πάντες, ηγνόει ποίοι τινες ήσαν οι αγορασταί και τις ο σκοπός των. Όσον διά τον Πρωτόγυφτον, ούτος εκάθητο ήσυχος εγγύς αυτής, και ουδ' υποπτεύων υπό ποίων λογισμών κατείχετο η νέα. Δεν ησθάνετο την ανάγκην του ν' απολογηθή προς την Αϊμάν, αλλά τη έλεγεν ηρέμα·

Εκεί ελθόντες οι αγορασταί, με αγόρασεν ένας πλούσιος πραγματευτής, ο οποίος με ωδήγησεν εις το σπήτι του και μετά ημέρας τινάς με ηρώτησεν, αν ειξεύρω καμμίαν τέχνην· εγώ του απεκρίθην, ότι άλλην τέχνην δεν εξεύρω· ήμουν πραγματευτής και οι κουρσάροι, αφού με εγύμνωσαν από όλην μου την περιουσίαν, με επούλησαν τέλος πάντων διά σκλάβον.

Ολίγον παρέκει μεσίται δυο συνωμίλουν ταπεινή τη φωνή, προσπαθούντεςκωμικώτατον φαινόμενοννα απατήσωσιν αλλήλους. Αμφότεροι ήθελον να πωλήσωσι, και αμφότεροι προσεποιούντο ότι ήσαν αγορασταί. Τέλος επείσθησαν ότι μάτην εκοπίων, και απεχωρίσθησαν ψιθυρίζοντες, ο μεν: — Δεν γεληέται, ο διάβολος!, ο δεΚαι ούτος με το ίδιον αέρα αρμενίζει.