United States or Mali ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ή της μεν οικίας η χρήσις τυχαίνει να είναι πολλή και αναγκαία και μεγάλως ενδιαφέρει εις τον βίον του ανθρώπου να κατοική εις τοιαύτην οικίαν μάλλον παρά εις μικρόν και ποταπόν οικίδιον, της δε σοφίας η χρήσις είναι λόγου αξία και ολίγον ενδιαφέρει να είναι κανείς ή σοφός ή αμαθής περί των μεγίστων ; ή ταύτην μεν να καταφρονούν οι άνθρωποι και να μη είναι ταύτης αγορασταί, της δε κυπαρίσσου ήτις είναι εις την οικίαν και των Πεντελικών λίθων πολλοί να έχουν ανάγκην και να θέλουν να αγοράσουν ; Αν λοιπόν ήθελε είναι κανείς σοφός κυβερνήτης και ιατρός σοφός κατά την τέχνην ή κατά τινα άλλην των τοιούτου είδους τεχνών και ηδύνατο όσον το δυνατόν καλά να μεταχειρίζεται ταύτην, ούτος δεν θα ήτο ευϋποληπτότερος από κανέν των μεγίστων κτημάτων• εκείνος δε όστις ημπορεί να σκέπτεται καλά και αυτός περί του εαυτού του και περί άλλου, πώς θα ευρίσκετο εις αρίστην κατάστασιν, τάχα δεν θα ηδύνατο να διαθέτη την σοφίαν του, αν ήθελε τούτο να πράττη ;

Αι γυναίκες των βρέχουσι λίθον τραχύν και επ' αυτού τρίβουσι ξύλον κυπαρίσσου, κέδρου και λιβάνου· με το μίγμα· δε τούτο αλείφουσι το σώμα και το πρόσωπον και αφ' ενός μεν ευωδιάζουσιν, αφ' ετέρου δε, όταν τα εκβάλωσι την ακόλουθον ημέραν, είναι καθαραί και δροσεραί.

Ο πόλεμος του κόσμου ας μου φωνάζη «ξύπνα και τρέχα όπου πλούτος κι' όπου λιμός πολύς, εις εορτάς γελώτων και εις δακρύων δείπνα με κλάδον κυπαρίσσου, με κλήμα σταφυλήςΌταν σε ρυτιδώση του γήρατος το νέφος, όταν δεν θα χωνεύης ευκόλως τα καρότα, θα λαχταράς να είσαι μιας ημέρας βρέφος και να θρηνής ακόμη 'στά σπάργανα τα πρώτα.

Παπά μ', να χαίρεσαι το πετραχήλι σ'! Παπαδιά, να χαίρεσαι τον παπά σ' και τα παιδάκια σ'! Ξάδερφε Θοδωρή! να ζήσης, να τσ' χαίρεσαι! Κουμπάρε Παναγιώτη! όπως έτρεξες με το λάδ' να τρέξης και με το κλήμα! Συμπεθέρα Κρατήρω! Να χαίρεσαι, μ' έναν καλόν γαμπρό! Ανηψιέ Γιώργη! Τίμια στέφανα! 'στο γάμο σας να χαρούμε! Κουμπάρα Κυπαρισσού! με μια καλή νύφη, να ζήσης, να χαρής! εβίβα όλοι! Τέ-περ-τε.

Η Κυρά Ρήνη ήκουσεν από του καθίσματός της, συγκεχυμένας εκ της αποστάσεως, τας φωνάς των παιδιών. Από ώρας ήδη είχε σώσει την μέταξαν της του λούπας της χωρίς και αυτή να το εννοήση και σταυρώσασα επί των γονάτων τας χείρας έμεινε με την κεφαλήν ορθίαν εις τα εμπρός, το βλέμμα έχουσα προσηλωμένον μακράν, εις την κορυφήν κυπαρίσσου την οποίαν ο ήλιος εχρύσωνε διά του φωτός του.

Αλλ' αν τις απεθάνη Διά την πατρίδα, η μύρτος Είνε φύλλον ατίμητον, Και καλά τα κλαδιά Της κυπαρίσσου. Αφ' ου εις του πρώτου ανθρώπου Τους οφθαλμούς, η πρόνοος Φύσις τον φόβον έχυσε, Και τας χρυσάς ελπίδας, Και την ημέραν. Επί το μέγα πρόσωπον Της γης πολυβοτάνου, Ευθύς το ουράνιον βλέμμα Βαθυσκαφή εφανέρωσε Μνήματα μύρια.