Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 17 Μαΐου 2025


Ωσάν σφυρί εκτυπούσε η καρδιά του Αντωνέλλου. Εκινείτο επί του καθίσματός του, δεξιά και αριστερά· δεν ήξευρε τι να πη και με προθυμίαν θα ετρέπετο εις φυγήν, αν εμπορούσε. Ο Καραγιάννης εξηκολούθησε. — Εμείς είμαστε σαν αδέρφια· γιατί να βάνωμε ξένους στα μυστικά μας; Ο Αντωνέλλος ησθάνετο ότι ίδρωνε.

Είχεν αληθές πάθος διά την ρητορικήν τέχνην και δεν άφινεν ευκαιρίαν από του να κάμη επίδειξιν αυτής. Την στιγμήν αυτήν φίλος του ρήτορος, καθήμενος παρά το πλευρόν του, έβαλε το χέρι επί του ώμου του και του εσφύριξε μερικάς λέξεις εις το αυτί. Αμέσως ο πρώτος εσταμάτησε συντόμως και επανέπεσεν επί του καθίσματός του. — Και έπειτα, είπε τότε ο διακόψας τον ρήτορα, ήταν και ο Μπουγιάρ, η σβούρα.

Εκ των δύο γυναικών η μεν, νέα, νεωτάτη, εξηπλωμένη επί μακρού ψαθίνου καθίσματος, με προσκέφαλα υποστηρίζοντα το σώμα και την κεφαλήν της, παρηκολούθει με βλέμμα μελαγχολικόν την επί του πλοίου ζωηρότητα. Η άλλη, προβεβηκυία την ηλικίαν, εκάθητο όπισθεν της νέας επί του γύρω του καταστρώματος ξυλίνου θρανίου.

Ο Βινίκιος τον απώθησεν, αλλ' εκείνος τον έλαβεν από του βραχίονος και τον έσυρε προς εαυτόν. — Εάν θέλης να μάθης κάτι διά την Λίγειαν, έλα μαζή μου, είπε, θα σου ανακοινώσω τας σκέψεις μου. Εισήλθον εις το εσωτερικόν περιστύλιον και εκάθησαν επί μαρμαρίνου καθίσματος διά να συνομιλήσουν.

Τοιαύτης κλίνης θα επροτίμων το ακανθόπλεκτον στρώμα ερημίτου της Σκήτης. Την αυτήν, ως φαίνεται, αισθανόμενος προς τα &ρούχα& αντιπάθειαν και ο ξένος συνοδοιπόρος μου επροτίμησε να διανυκτερεύση κακείνος αντικρύ μου επί καθίσματος, όσον το δυνατόν πλησιέστερον του παραθύρου. Υπό του αυτού ελαυνόμενοι αισθήματος παρετηρήσαμεν αμφότεροι τα ωρολόγιά μας.

Ορθία επί του καθίσματος, με την χρυσίζουσαν κόμην της πίπτουσαν κυματοειδώς επί των ώμων της περιεπτύχθη με τους βραχίονάς της τον λαιμόν του αγάλματος και συγχρόνως τα πυρέσσοντα χείλη της ηνώθησαν με τα κατάψυχρα χείλη του μαρμαρίνου ομοιώματος του Πετρωνίου. Οι δύο φίλοι ανέβησαν εις το φορείον και διέταξαν να τους φέρωσιν εις την Κώμην Πατρίκιος, εις την οικίαν του Αούλου.

Η Κυρά Ρήνη ήκουσεν από του καθίσματός της, συγκεχυμένας εκ της αποστάσεως, τας φωνάς των παιδιών. Από ώρας ήδη είχε σώσει την μέταξαν της του λούπας της χωρίς και αυτή να το εννοήση και σταυρώσασα επί των γονάτων τας χείρας έμεινε με την κεφαλήν ορθίαν εις τα εμπρός, το βλέμμα έχουσα προσηλωμένον μακράν, εις την κορυφήν κυπαρίσσου την οποίαν ο ήλιος εχρύσωνε διά του φωτός του.

Επί τέλους κατέθεσεν ο Νέγρης τον κάλαμον και με ηρώτησε τι θέλω. Προέτεινα εν σιωπή την χείρα και έδωκα την επιστολήν. Αφού την ανέγνωσε, μ' επροσκάλεσε να καθίσω επί του μόνου κενού παρ' αυτόν ψαθίνου καθίσματος και ήρχισε να με εξετάζη τι γνωρίζω και τι παρ' αυτού επιθυμώ.

Δυστυχώς τα πειράματα, εις ά τον υπέβαλε δόκιμος ιατρός προς θεραπείαν των ώτων του, αντί να ωφελήσουν επεδείνωσαν τόσον την κατάστασίν του ώστε, καίτοι καθήμενος, ειδική αδεία, ουχί επί των θρανίων αλλ' επί καθίσματος ακριβώς υπό την έδραν τιθεμένου, δεν κατώρθου πλέον ν' ακολουθή απροσκόπτως τας παραδόσεις.

Με τας δύο χείρας τεταμένας προς τον Νίκον, τα δάκτυλα διεσταλμένα, τα χείλη ημιανοικτά, άφωνος, ωχρά, με τους οφθαλμούς ατενώς προσηλωμένους εις το πρόσωπον του Νίκου, εβάδισε κλονιζομένη προς τα οπίσω και εκάθισεν, ή μάλλον κατέπεσεν επί ενός καθίσματος. Ετρόμαξα! Ο λύχνος παρ' ολίγον να πέση εκ της χειρός μου. Ο Κ. Μελέτης έδραμε προς την αδελφήν του και ήρπασε την χείρα της.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν