United States or Montenegro ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ύστερα εσηκώθη από τον θρόνον, και επήρε τον Ταμίμ από το χέρι και τον έφερεν εις τον χοντζερέ της και όντας εκεί του είπεν· επειδή και οι νόμοι εδώ δεν δίνουν άδειαν εις το να παραιτήσω το βασίλειον, διά να το δώσω εις εσέ να κυβερνάς διά τούτο δεν πρέπει να σου βαρυφανή μα στεκόμενος μαζί μου θέλεις είσαι συμμέτοχος εις την βασιλείαν μου, και εις την γλυκύτητα μιας ζωής τόσον ευτυχισμένης· του αδελφού σου θέλω του διορίσει μίαν επιστασίαν εις την οποία θέλει έχει αιτίαν να είνε ευχαριστημένος, καθώς και το έκαμεν.

Οι παρεστώτες έμειναν εκστατικοί εις την ογλήγορον ιατρείαν, και έλεγαν χιλίους επαίνους της βασιλίσσης· αυτή ομοίως ώρισε να δωθούν και εις τους άλλους τα ιατρικά, τόσον εις τον υδρωπικόν, όσον και εις τον τρελλόν, οι οποίοι και αυτοί ευθύς τελείως ιατρεύθησαν. Ο Ταμίμ τότε δεν αμφέβαλλε καθόλου, ότι ο αδελφός του θα ξαναλάβη το φως του, ώστε που του είπεν.

Την ερχομένην ημέραν το λοιπόν οι τέσσαρες ασθενείς με τον Ταμίμ, και με τον κλέφτην, ήλθαν εις το παλάτι και επαρουσιάσθησαν εις την βασίλισσαν, που εκάθητο εις τον θρόνον της, τους οποίους ευθύς που τους είδε, τους είπε· Λοιπόν, απεφάσισαν ο τυφλός και ο παραλυτικός να μη κρύψουν τίποτις εις την εξομολόγησιν που έχουν να κάμουν; μα αλλοί εις εκείνον από τους δύο, που να μην ειπή την αλήθειαν.

Οπόταν ο Ταμίμ ωμίλησε με αυτόν τον τρόπον, η βασίλισσα του είπε· τόσον φθάνει· εγώ θέλω εξετάσει καλλίτερα από εσένα, αν η γυναίκα σου δικαίως επεδεύθη και αύριον θέλω σου το ειπή, και θέλω ιδεί αν ο αδελφός σου ημπορεί να ξαναλάβη το φως του. Μετά τούτο, άρχισεν ένας από την συντροφίαν του Ταμίμ να λέγη.

Αφού ετέλεσε τους γάμους ηύρεν αυτή εις τον άνδρα της έξω από τα πλούτη του μίαν αγάπην καθαράν και στερεάν. Ο Ταμίμ ήτο όλος δοσμένος εις την αγάπην της και πάντα προσπαθούσε με κάθε τι να την ευχαριστήση· και ήτο τόσο ευχαριστημένος, εις το να του έτυχε μία τέτοια φρόνιμη και ωραία γυναίκα, που εστοχάζετο να ήτον ο πλέον ευτυχισμένος άνθρωπος του κόσμου.

Μα η σώφρων γυναίκα του Ταμίμ αντί να θεωρήση με ευχαρίστησιν εις τους πόδας της έναν αγαπητικόν, ωργίσθη εναντίον του και τον ύβρισε χειρότερα από τον σκλάβον του Αράπη.

Μίαν ημέραν η Ρεσπίνα ευρισκομένη με την Χαλάκ άρχισε να διαλογίζεται ες τα περασμένα της συμβεβηκότα, και να στοχάζεται την απάτην, εις την οποίαν ευρίσκεται ο αγαπημένος της άνδρας Ταμίμ, νομίζοντάς την αποθαμμένην, με όνομα μοιχαλίδος, καθώς του έδωσαν να καταλάβη· ομοίως και εις τα άλλα, που της είχαν συμβή· όθεν απεφάσισε να φανερώση όλα της τα έσωθεν εις την Χαλάκ, διά να λάβη από αυτήν κάποιαν παραμυθίαν εις αυτούς τους πόνους της.

Τελειώνοντας εδώ που να ομιλή ο Ταμίμ, η βασίλισσα επρόσταξε την Χαλάκ να δώση το ιατρικόν του τυφλού και εις ολίγον διάστημα ο Ραββάς εξανάλαβε το φως του.

Αυτή η βασίλισσα αγκάλιασε τον Ταμίμ και του εδιηγήθη τα συμβεβηκότα της έμπροσθεν εις όλους τους μεγιστάνους της και τους περιεστώτας, οι οποίοι έμειναν όλοι εκστατικοί. Ώρισαν έπειτα να δώσουν του Αράπη, δέκα χιλιάδες φλωρία με ένα πλούσιον φόρεμα χρυσόν διά την γυναίκα του, ανταμείβοντας την περιποίησιν, που εις αυτήν έκαμαν.

Εις την ακόλουθον ημέραν εγύρισαν εις το παλάτι αυτοί οι ξένοι· η βασίλισσα τότε έκραξε τον Ταμίμ, και τον έβαλε να καθήση κοντά της επάνω εις ένα μακρόν θρονί χρυσόν, έπειτα του είπεν. Γνωρίζω, ω πραγματευτή, πως υπόφερες πολλές θλίψες και πόνους.