United States or Malta ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σκυλί σου είμαι, γαττί σου είμαι, αφέντη, μη μου παίρνης το κορίτσι μου. Ειδεχθώς κωμική ήτο η σκηνή αύτη της γονυκλισίας και των ικεσιών του Γύφτου. Οι παρεστώτες δεν ηδύναντο ουδέ να γελάσωσιν, ησθάνοντο δε οίκτον και αποστροφήν. Ο αρχηγός έμεινεν άκαμπτος και δεν απήντησεν εις τας τελευταίας ικευτικάς λέξεις.

Αλλά την εσπέραν, μετά τα κολυμπίδια, δείπνον παρετέθη εις την οικίαν. Η μαμμή εμάζωξε μετά προσοχής όλα τα αργυρά κέρματα, ημιτάλληρα και σβάντζικα και δραχμάς, τα εκομβόδεσεν εις το μανδήλιόν της, ενώ οι παρεστώτες εφώναζαν γύρωθεν: «Να ζήση! σιδεροκέφαλος! » και επηύχοντο εις την μαμμή «καλή ψυχή».

Ο Πλίνιος εν τη φυσική αυτού ιστορία αφιερώνει ολόκληρον κεφάλαιον εις τους αναστάντας κατά την τελετήν της κηδείας, διηγούμενος μεταξύ άλλων τίνι τρόπω ο υπατεύσας Ακίλιος Αβίολος ήρξατο κραυγάζων επί της νεκρικής πυράς, ην δεν έφθασαν να σβέσωσιν εγκαίρως οι παρεστώτες, και ούτω εκάη ζων και ολολύζων.

Είνε αληθές: είς από τους σπουδαιοτέρους . . . και ο Βιτέλλιος; Ο Βιτέλλιος ωχρίασεν, αλλ' ήρχισε να γελά. — Το πάχος μου, είπε, θα επροκάλει νέαν πυρκαϊάν. Εν τούτοις ο Νέρων εζήτει έν θύμα, το οποίον θα ηδύνατο αληθώς να κορέση την οργήν του λαού, και το εύρε: — Τιγγελίνε, είπε, συ έκαυσες την Ρώμην! Οι παρεστώτες εφρικίασαν.

Το παραπέτασμα της θύρας ηνοίχθη αποτόμως και εφάνησαν ο απελεύθερος του αυτοκράτορος Φάων και όπισθεν αυτού ο ύπατος Λικίνιος. Ο Νέρων συνωφρυώθη. — Τι συμβαίνει; ηρώτησεν ανυπομονών. — Συγγνώμην, θείε αυτοκράτωρ, είπεν ο Φάων με ασθμαίνουσαν φωνήν. Η Ρώμη καίεται. Το μεγαλείτερον μέρος της πόλεως ευρίσκεται εντός των φλογών. Όλοι οι παρεστώτες έγιναν κάτωχροι και ηγέρθησαν αποτόμως.

Έπειτα, βλέπων ότι οι παρεστώτες ανέμενον, είπεν: — Εθέρμανα όφιν εις τους κόλπους μου. Ο Πετρώνιος ύψωσε τους ώμους, διά να δείξη ότι δεν ήτο πολύ δύσκολον να κόψη τις την κεφαλήν του όφεως εκείνου. — Λοιπόν ομίλει! δος συμβουλήν! το απαιτεί ο Νέρων. Εις σε μόνον έχω εμπιστοσύνην, επειδή έχεις περισσότερον νουν από όλους αυτούς εδώ και με αγαπάς.

Τότε ο δήμιος με επιδεξιότητα απεκεφάλισε τον ιατρόν, και έθεσε την κεφαλήν του επάνω εις τον δίσκον, και ευθύς εσταμάτησε το αίμα και έμειναν εκστατικοί, ό,τε βασιλεύς και οι παρεστώτες, βλέποντες την κεφαλήν ν' ανοίγη τα μάτια, και αρχίζοντας να ομιλήση είπε· βασιλεύ άνοιξε το βιβλίον.

Οι παρεστώτες έμειναν εκστατικοί εις την ογλήγορον ιατρείαν, και έλεγαν χιλίους επαίνους της βασιλίσσης· αυτή ομοίως ώρισε να δωθούν και εις τους άλλους τα ιατρικά, τόσον εις τον υδρωπικόν, όσον και εις τον τρελλόν, οι οποίοι και αυτοί ευθύς τελείως ιατρεύθησαν. Ο Ταμίμ τότε δεν αμφέβαλλε καθόλου, ότι ο αδελφός του θα ξαναλάβη το φως του, ώστε που του είπεν.

Ο Πέτρος εχάρη, εννοήσας ότι το αλιευτικόν του δίκτυον είχε συλλάβη μίαν ψυχήν επί πλέον, και οι παρεστώτες ανέκραξαν μια φωνή: — Δόξα εν Υψίστοις Θεώ! Ο Βινίκιος ύψωσεν ακτινοβόλον το πρόσωπον. Βλέπω, είπεν, ότι η ευτυχία δύναται να παραμένη μεταξύ σας, επειδή αισθάνομαι εμαυτόν ευτυχή, και υποθέτω ότι θα με πείσετε να δεχθώ την διδασκαλίαν σας.

Ηδύναντο οι παρεστώτες να κρίνωσιν άλλως ή ότι «ο Θεός επεσκέψατο τον λαόν ΑυτούΉτο περί τον χρόνον τούτον, ίσως την αυτήν ημέραν, ότε ο Ιησούς εδέχθη βραχύ αλλά τεταραγμένον μήνυμα από τον μέγαν Πρόδρομόν του, τον Βαπτιστήν Ιωάννην. Αυτή η βραχύτης του επηύξανε την έννοιαν της αμφιβολίας και της θλίψεως ήτις τον διέπνεε. «Συ ει ο ερχόμενος, ηρώτα, ή άλλον προσδοκώμεν