Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 26 Μαΐου 2025
Ουδείς βλέπων την κυρίαν Περδίκη ηδύνατο να ενθυμηθή την ηλιοκαή και ακτένιστον παιδίσκην, ήτις εσάρονέ ποτε τον σταύλον του πατρός της, ούτε συνομιλών μετά του συζύγου της ηδύνατο να υποπτεύση ομοιότητά τινα μεταξύ της φωνής του και της φωνής του παραγγέλλοντος ένα βαρύν και γλυκύν ρυπαρού υπηρέτου μικρού καφενείου της Πλάκας.
Αλλά το μέρος εκείνο ήτο αόρατον από ατραπού και ουδείς ουδέν ηδύνατο να υποπτεύση. Την επαύριον περί την μεσημβρίαν, ότε ο Τρέκλας διετάχθη να υπάγη εις το άντρον του Πλήθωνος, όπως κομίση την είδησιν περί της αποδράσεως της Αϊμάς εκ του μοναστηρίου, ουδέν ίχνος της νυκτερινής πάλης, πλην αμυχών τινων, εφαίνετο επί του προσώπου του Τρέκλα.
Με κανέναν τρόπον δεν ηθέλησε να με υπακούση διά να υπάγω· αλλά διά να κάμη τον Αμπίμπην να μην υποπτεύση διά εμένα, με έκαμε να του γράψω μίαν επιστολήν πως να μη με καρτερή εκείνην την νύκτα, με το να ευρίσκωμαι μαζή με κάποιους φίλους μου, χωρίς να φανερώσω το πού είμαι. Και κάνοντας αυτήν την επιστολήν μου την επήρε και την έστειλε του φίλου μου με ένα της σκλάβον.
— Τι θα χάσης πάλιν συ; Θα σε εμποδίση τούτο να αγαπάς την Λίγειάν σου; Ενθυμήσου επί πλέον ότι η Ποππέα την είχεν ιδεί εις το Παλατίνον και ότι δεν θα της είναι δύσκολον να υποπτεύση προς χάριν τίνος περιφρονείς τόσον ανεκτίμητον εύνοιαν. Και τότε διά να εκδικηθή θα την ανεύρη όπου και αν είναι κρυμμένη και θα προξενήσης όχι μόνον τον όλεθρόν σου, αλλά και της Λιγείας τον όλεθρον· καταλαμβάνεις;
Ο σκλάβος υπάγει και βγάζει το μαχαίρι από το στρώμα της Ρεσπίνας που το έκρυψε, και του το δείχνει έτσι αιματωμένον, ομοίως και τα φορέματά της, έπειτα αρχίζει να λέγη ω αυθέντη μου· κύτταξε με τι τρόπον ετούτη η σκληρά και κακότροπή ανταμείβει τες ευεργεσίες που της εδείξατε; Ο Αράπης έμεινεν εις μίαν άκραν έκστασιν, οπόταν είδεν αυτό, και έλαβεν αιτίαν διά να υποπτεύση, ότι η Ρεσπίνα θα έπραξε το τοιούτον σκληρόν ανόμημα.
Και ο μεν Γύγης, ταύτα λέγων, προσεπάθει να τον αποτρέψη διότι εφοβείτο μήπως τω συμβή δυστύχημά τι, αλλ' ο Κανδαύλης επανέλαβε· «Θάρρει, ω Γύγη, και μη φοβού μήτε εμέ ότι τάχα σοι λέγω ταύτα διά να σε δοκιμάσω, μήτε την γυναίκα μου ήτις ουδόλως δύναται να σε βλάψη, διότι θα διαθέσω τα πράγματα ούτως ώστε να μη υποπτεύση ουδέποτε ότι την είδες.
Εφαντάσθη να κατασκευάση δυο κλείδας, και την μεν να δώση εις τον εντολέα, την δε να κρατήση δι' εαυτόν. Αλλ' όμως προς τι τούτο; Πόθεν ηδύνατο να υποπτεύση ότι προύκειτο περί της Αϊμάς; Ο Τρανταχτής αποχαιρετίσας αυτόν απήλθε. Φίλος αντί φίλου.
Τούτο ήτο τόσον ασύνηθες, ώστε την έκαμε να υποπτεύση ότι κάτι έκτακτον είχε συμβή. Εσταμάτησε, αφήκε το κάρον να προχωρήση έν ή δύο βήματα και είδε την άφρακτον τρύπαν, εκ της οποίας απέσταζαν αι τελευταίαι ρανίδες του τόσον επιπόνως μετακομισθέντος υγρού. Τότε μόνον έστρεψε την κεφαλήν και μας είδε και είδομεν και ημείς το πρόσωπον της.
Χωρίς να υποπτεύση τίποτε, τους έδειξε τον κυριώτερον δρόμον, τον φέροντα εις το φρούριον, όστις άλλως τε ήτο και ο μόνος ορατός, και διά νευμάτων τους έδωκε να εννοήσωσιν ότι, αν επροχώρουν ακόμη εκατοστύας τινάς βημάτων, θα έβλεπον μακρόθεν το Κάστρον, προκύπτον εκεί εις τον αιγιαλόν μεταξύ γης και θαλάσσης. Οι ξένοι έκαμαν νεύμα αποχαιρετισμού και απεμακρύνθησαν.
Και ο μπάρμπα-Γιωργός, Θεός χωρέσ' τον, ο Κοψιδάκης, όστις ευρίσκετο εκεί πλησίον με τας ολίγας αμνάδας του, του έδωκε «μιαν ευχή» και του είπεν ότι θα έχη «μεγάλον μισθό», χωρίς να υποπτεύση ότι αυτός ήτο νοθογενές απότοκον λησμονημένης θεότητος.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν