United States or Madagascar ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τούτο ήτο τόσον ασύνηθες, ώστε την έκαμε να υποπτεύση ότι κάτι έκτακτον είχε συμβή. Εσταμάτησε, αφήκε το κάρον να προχωρήση έν ή δύο βήματα και είδε την άφρακτον τρύπαν, εκ της οποίας απέσταζαν αι τελευταίαι ρανίδες του τόσον επιπόνως μετακομισθέντος υγρού. Τότε μόνον έστρεψε την κεφαλήν και μας είδε και είδομεν και ημείς το πρόσωπον της.

Ο ξενοδόχος ήτο καλός άνθρωπος, αλλά θερμοαίματος και θυμώδης. — Πολλά τα έτη σας, είπε προς τον μικρόν Κλώσον. Κάτι ενωρίς έβαλες σήμερον τα Κυριακάτικά σου; — Πηγαίνω την νόναν μου εις την πόλιν, απεκρίθη εκείνος. Την άφησα εις το κάρον δεν ημπορώ να την φέρω μέσα, και σε παρακαλώ πολύ, πήγαινέ της έν ποτήρι νερόν. Αλλά φώναζε της δυνατά, διότι είναι θεόκωφη!

Καλά όπου ήτο αποθαμένη η νόνα μου. Αλλέως θα την είχε σκοτωμένην. Και τότε του ήλθε να ενδύση την νόναν τον τα καλλίτερά της φορέματα. Έπειτα εζήτησε δανεικόν το άλογον του γείτονός του, το έζευξεν εις έν κάρον, εστήλωσε μέσα εις το κάρον την νόναν του καθιστήν, ανέβη και αυτός επάνω, και επήρε τον δρόμον του δάσους. Προς τα εξημερώματα έφθασεν εμπρός εις έν ξενοδοχείον.

Μετά χαράς, είπεν ο ξενοδόχος, και υπήγε με το ποτήρι εις την γραίαν, η οποία ήτο στυλωμένη εις το κάρον. — Ο εγγονός σου μου είπε να σου φέρω νερόν, εφώναξεν ο ξενοδόχος. Η αποθαμένη γραία ούτε απεκρίθη, ούτε εκινήθη. — Δεν ακούεις; εφώναξεν ο ξενοδόχος με όλην του την δύναμιν. Ο εγγονός σου σού στέλλει το ποτήρι τούτο!