United States or Timor-Leste ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όσον ασύστατοι και αν ήσαν αι επαγγελίαι του Τρέκλα, ας ο Μάχτος εξεβίασε παρ' αυτού, ουχ ήττον κατώρθωσεν ο δίπους σύντροφος του Χόμο να τύχη πληροφοριών τινων περί της Αϊμάς και περί του κελλίου εν ώ ευρίσκετο εγκαθειργμένη αύτη.

Δεν θα την ξαναείδες από την πρώτην φοράν. — Προτού να την ιδώ δεν την είχα ιδεί, είπεν ο Τρέκλας. — Και δεν την βλέπεις, όταν πηγαίνης μέσα εις το μοναστήρι; — Βέβαια, δεν την βλέπω. — Αλλά δεν έμαθες τίποτε δι' αυτήν; — Δεν έμαθα. Αν και του Τρέκλα αι απαντήσεις είχον διφορουμένην έννοιαν, ουχ ήττον ο ξένος επέμενεν εις τας ερωτήσεις του.

Αφού ανεπαύθη επ' ολίγας στιγμάς ο Τρέκλας, εσηκώθη και είπε προς τον Θεόδωρον·Ειξεύρεις διατί ήλθα; Τα ψεύδη του Τρέκλα. Ο Θεόδωρος τον εθεώρησε μετ' απορίας και απήντησε·Πώς θέλεις να ειξεύρω διατί ήλθες; — Μήπως έμαθες τίποτε; — Τι να μάθω; — Επειδή εγώ δεν είμαι τόσον γρήγορος εις τον δρόμον... — Έλα δα!

Η Γριά σηκώθηκε τότε από τη γωνιά της και τρεκλάτρεκλά πάη στ' ανηλιακό μαζύ με τες γυναίκες, που ήρθαν, κι' έδωκε της καθεμιανής απ' ό τι ήθελαν κι' αυτές, φεύγοντας για έξω, της έλεγαν τη στερεώτυπη ευχή: — Σ' πολλά 'τη, Κυραμάννα! Και του χρόνου τέτοια μέρα! Να είσαι πάντα καλά και να καλοδεχτής!...

Συγχρόνως δε ηκούετο και η φωνή του Τρέκλα κράζοντος·Εδώ, Χόμο! Δεν ακούς; Ο ξένος δεν έβλεπεν άνθρωπον, αλλ' όμως το φοβερώτερον είνε ν' ακούης ανθρωπίνην φωνήν και άνθρωπον να μη βλέπης. Ητοιμάζετο ήδη να τραπή εις φυγήν, αφού έκρυψε τα εργαλεία του εις τον αυτόν θάμνον, οπόθεν τα είχε λάβει.

Την στιγμήν εκείνην επανήλθε και επίκουρος του Τρέκλα ο Χόμο, όστις αφού εξετέλεσε την περίοδόν του, επανήλθε εκβάλλων φοβεράς υλακάς. Η Αϊμά οπισθοχώρησε τρέμουσα, αλλ' ο κύων δεν εστράφη κατ' αυτής. Την μανίαν του κατηύθυνε κατά του θύματος του Τρέκλα, και ορμήσας ήρχισε να δάκνη μανιωδώς τους ώμους και τας πλευράς αυτού. Συγχρόνως δε εκ του οικίσκου εξήλθε και άλλο τι πρόσωπον.

Ο μεν υπώπτευεν ότι ο Τρέκλας τον είχεν ιδεί, εκτελούντα την νυκτερινήν εκείνην εργασίαν, και επεθύμει να βεβαιωθή περί τούτου, ο δε Τρέκλας ουδόλως τον είχεν ιδεί, και ηγνόει τους σκοπούς του ξένου, όθεν δεν είξευρε τι ήτο αρεστόν αυτώ να τω είπη, το ψεύδος ή η αλήθεια. Εν τούτοις εκ της τελευταίας φράσεως του Τρέκλα ο ξένος εσχημάτισεν ιδέαν τινά.

Είνε αληθές ότι δεν είχεν ανάγκην να λάβη μαθήματα ηθικής παρά του Τρέκλα, όπως δεν είχεν ανάγκην ουδέ τροφήν να λάβη παρ' αυτού. Αν ήτο να περιμένη ο Χόμο την τροφήν του εκ της χειρός του Τρέκλα, θα ήτο άξιος οίκτου. Το καλόν ήτο ότι ο Χόμο περιήρχετο δις και τρις της ημέρας περί τα μαγειρεία των καλογραιών, και εκείθεν τακτικώς εψωμίζετο.

Τι να γείνη! — Και θα έχης ώραις εις τον δρόμο. — Είμαι περήφανος 'στά πόδια, είπεν ο Τρέκλας δεικνύων τους στρεβλούς πόδας του. — Το ξεύρω. — Μ' εστείλανε διά δουλειά. — Διά τι δουλειά; — Τώρα θα σου πω. Άφησέ με να ξαποστάσω, είπε καθίσας. — Ξαπόστασε, καϋμένε Τρέκλα. Και αυτός ο σκύλος πώς ευρέθη; — Με ακολούθησε. — Σε ακολούθησε; είπεν ο Θευδάς. Θέλεις να πης, σου έδειχνε το δρόμο.

— Ο Μάχτος;. . . είπε διστακτικώς η Αϊμά δεικνύουσα τον υπό τον πνιγμόν του Τρέκλα εκπνέοντα. — Δεν είνε ο Μάχτος, είπεν ο άνθρωπος εκείνος. Ποίος σοι τω είπεν; Η Αϊμά ανέπνευσεν. — Υπάγωμεν, Αϊμά, επανέλαβεν ο υψηλός άνθρωπος. Και έσυρε την νέαν μεθ' εαυτού. Αύτη δεν είχεν ουδέ δύναμιν ναντιστή. Άλλως δε αι τοιαύται συγκινήσεις την είχαν νεκρώσει. Εν τούτοις πριν ή κάμη βήμα εδοκίμασε να είπη·