United States or Estonia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όταν εκεί ποτε την αιματοβαφή σημαίαν αντικαταστήση η κυανόλευκος και ο σταυρός την ημισέληνον, όταν τείνη ένθους η Ήπειρος το ους προς την Λευκάδα, ίνα ακούση την γνώριμον φωνήν πανηγυρίζουσαν την χαράν της, η Λευκάς θα μείνη βωβή, και τα κύματα της μόνον, εκπνέοντα εις της Πρεβέζης τον αιγιαλόν, θα φλοισβίσωσι πενθίμως, ότι . . . ο Βαλαωρίτης δεν ζη πλέον.

— Ο Μάχτος;. . . είπε διστακτικώς η Αϊμά δεικνύουσα τον υπό τον πνιγμόν του Τρέκλα εκπνέοντα. — Δεν είνε ο Μάχτος, είπεν ο άνθρωπος εκείνος. Ποίος σοι τω είπεν; Η Αϊμά ανέπνευσεν. — Υπάγωμεν, Αϊμά, επανέλαβεν ο υψηλός άνθρωπος. Και έσυρε την νέαν μεθ' εαυτού. Αύτη δεν είχεν ουδέ δύναμιν ναντιστή. Άλλως δε αι τοιαύται συγκινήσεις την είχαν νεκρώσει. Εν τούτοις πριν ή κάμη βήμα εδοκίμασε να είπη·

Τέλος εφάνη ως να απεφάσισε τι, και έκαμε κίνημα όμοιον με το του υπνηλού του παλαίοντος με τα όνειρά του. Ανωρθώθη δε πάλιν και επανέλαβε το έργον του. Αλλά την στιγμήν εκείνην, καθ' ην αντήχησεν η τελευταία δόνησις του μεγάλου κώδωνος, όστις τελευταίος εκρούσθη μετά το σιδηρούν σήμαντρον και τους μικρούς κώδωνας, υλακή κυνός ηκούσθη, απαντώσα εις τον εκπνέοντα βαρύγδουπον κρότον.

Και επειδή ήθελε και πάλιν να απευθύνη την προσευχήν του προς τον Λυτρωτήν, εγονυπέτησεν, εσταύρωσε τας χείρας και ύψωσε τους οφθαλμούς προς τους αστέρας, οίτινες επάλλοντο εκεί υψηλά, εις το άνοιγμα του καταπετάσματος. Η στάσις αύτη δεν ήρεσεν εις το πλήθος. Οι θεαταί είχον κουρασθή να βλέπουν εκπνέοντα πρόβατα. Εάν ο γίγας ηρνείτο να αμυνθή, το θέαμα θα απετύγχανεν.

Ελησμόνησες λοιπόν, αυθέντα, την ιστορίαν του γέροντος, μετά του οποίου ωδοιπόρησα από Νεαπόλεως μέχρι Ρώμης, και των δύο δακτύλων, τους οποίους έχασα υπερασπίζων εκείνον; Οι λησταί, οίτινες τον εκτύπησαν δια μαχαίρας, τον είχον αφήσει εκπνέοντα και τον έκλαυσα επί πολύ, Φευ! επείσθην ότι ζη ακόμη και ότι αποτελεί μέρος της χριστιανικής κοινότητος εν Ρώμη.