United States or Algeria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Βλέπων τις αυτόν, κλίνοντα την κεφαλήν προς το στήθος, συνεσταλμένος έχοντα τας οφρύς, μορφάζοντα κατά τας δύο άκρας του στόματος, στενάζοντα υποκώφως, μ' εσταυρωμένας επί του στήθους τας χείρας, με το πρόσωπον μεμελανωμένον και κάθιδρον, ημίγυμνον το στήθος και άχαριν τον ιματισμόν, θα ήρχετο εις πειρασμόν να τω είπη· — Α, άσχημο λείψανο που θα κάμης, φίλε μου!

Αφήνω και την παπαδιά μου, εδώ, βλογημένε, επανέλαβεν ο παπά- Κυριάκος, αμηχανών τι να είπη· σας αφήνω την παπαδιά μου! Και λέγων έτρεχεν. Ο μπάρμπα-Μηλιός επανήλθε κατηφής εντός του ναού. —Καλά το έλεγα εγώ, εψιθύρισε. Μεγίστη απορία επεκράτει εν τω παρεκκλησίω. Οι χωρικοί εκύτταζον ερωτηματικώς αλλήλους. Ψιθυρισμοί ηκούοντο.

— Ο Μάχτος;. . . είπε διστακτικώς η Αϊμά δεικνύουσα τον υπό τον πνιγμόν του Τρέκλα εκπνέοντα. — Δεν είνε ο Μάχτος, είπεν ο άνθρωπος εκείνος. Ποίος σοι τω είπεν; Η Αϊμά ανέπνευσεν. — Υπάγωμεν, Αϊμά, επανέλαβεν ο υψηλός άνθρωπος. Και έσυρε την νέαν μεθ' εαυτού. Αύτη δεν είχεν ουδέ δύναμιν ναντιστή. Άλλως δε αι τοιαύται συγκινήσεις την είχαν νεκρώσει. Εν τούτοις πριν ή κάμη βήμα εδοκίμασε να είπη·

Αυτός με όλες τες εξέτασες που έκαμε, κανείς δεν ημπόρεσε να του ειπή· εις τρόπον που απεφάσισα να ταξειδεύσω και να γυρίσω όλον τον κόσμον, αν έκανε χρεία και να μην γυρίσω εις την Αίγυπτον, αν πρώτον δεν ήθελα εύρει την ωραίαν Αλγεμάλ· όθεν ευθύς επερικάλεσα τον Σουλτάνον πατέρα μου διά να μου δώση θέλημα να υπάγω εις το Μπαγδάτ, διά να ιδώ την αυλήν του Καλίφ, και τα θαυμάσια της αυτής χώρας.

Και αν ήθελες από περιέργεια να ερωτήσης κανένα από τους εδώ με τέτοιον τρόπον, δεν υπάρχει κανείς να μη γελάση και να ειπή· ω ξένε, αναμφιβόλως, με παίρνεις δια κανένα πολύ ευτυχή θνητόν, διά να πιστεύης, ότι γνωρίζω, εάν η αρετή ειμπορή να διδαχθή ή να αποκτηθή με οιονδήποτε άλλον τρόπον.

Αργότερα, ειμπορώ να τους κάμω φίλους. — Το έχεις σκοπόν; είπε μετά θαυμασμού ο Θευδάς. — Βέβαια, αν τύχη. Ο Θευδάς εσιώπησε. Παρήλθαν στιγμαί τινες, και ο Τρέκλας ηναγκάσθη να τω είπη· — Ε, δεν πας τώρα; — Πού; — Εις τον κύριόν σου. — Να κάμω τι; — Να του πης ότι τον ζητούν. — Εγώ; — Ποίος άλλος; — Δεν πάγω, είπεν ο Θευδάς μεταμεληθείς. — Είσαι ψεύτης λοιπόν, τω είπεν ο Τρέκλας.

Όταν η πρεσβεία του Συνεδρίου, η εξ ιερέων και λευιτών το ηρώτησε τις ήτο, όταν όλος ο λαός διηρωτάτο ενδομύχως αν ήτο ο Χριστός, ο Ιωάννης ουδ' επί στιγμήν εδίστασε να είπη· ότι δεν ήτο ούτε ο Χριστός, ούτε ο Ηλίας, ούτε άλλος τις προφήτης.

Στραφείσα τότε προς την κόρην της, μετά κόπου και δυσκολίας της είπε τραυλίζουσα·Αχ! παιδί μου, εγώ έχω ως τώλα πεθελά, και συ από δω κ' εμπλός θα έχης... Και εστάθη. — Τι θα έχω; ηρώτησε μετά παιδικής περιεργείας η παιδίσκη. Η ασθενής ανένευσεν, ως να ήθελε να είπη· «Άφησέ τα, τώρα δεν είνε καιρός». Αλλ' η μικρά επέμεινε·Τι θα έχω, μητέρα;

Και όμως αυτήν τουλάχιστον την απάντησιν, καλέ μου φίλε, όχι μόνον δεν θα την παραδεχθή, αλλά και θα με περιγελάση μεγάλως, και θα ειπή· Αι συ που μεγαλοπιάνεσαι, τον Φειδίαν τον θεωρείς κακόν τεχνίτην; Και εγώ θα του απαντήσω· Νομίζω, ότι δεν τον θεωρώ διόλου κακόν. Ιππίας. Μάλιστα πολύ ορθά θα ειπής, Σωκράτη μου. Σωκράτης. Και βέβαια ορθά.

Όλοι οι παρόντες ηκροάσθησαν εν σιωπή την σύντομον και αυτοσχέδιον ταύτην διδαχήν του παπά. Η θειά το Μάλαμα έσπευσε να είπη·Αλήθεια, παπά μ', δεν είναι καλό πράμα αυτοδά, θα πω, ν' αφήσουν τόσα χρόνια τώρα το Χριστό αλειτούργητο την ημέρα της Γέννας του... Για ταύτο θα μας χαλάσ' κι ου Θεός!