Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 12 Ιουνίου 2025
Βλέπων τις αυτόν, κλίνοντα την κεφαλήν προς το στήθος, συνεσταλμένος έχοντα τας οφρύς, μορφάζοντα κατά τας δύο άκρας του στόματος, στενάζοντα υποκώφως, μ' εσταυρωμένας επί του στήθους τας χείρας, με το πρόσωπον μεμελανωμένον και κάθιδρον, ημίγυμνον το στήθος και άχαριν τον ιματισμόν, θα ήρχετο εις πειρασμόν να τω είπη· — Α, άσχημο λείψανο που θα κάμης, φίλε μου!
Και προχωρών κατήλθε διά της κλαβανής εις το κατώγειον οπόθεν ανήρχετο η ευωδία. Η Κρατήρα απέμεινε μ' εσταυρωμένας τας χείρας, ο δε Κομποδήμος βλέπων το ταψίον εψιθύρισε: — Δεν τώπερνα εγώ προτήτερα! Μετ' ολίγον ηκούσθησαν κτύποι πυκνοί από του κατωγείου ως να εκρούετο ραβδίον επί του δαπέδου και συγχρόνως φωναί: — Νά! Νά! Νά! Ο Κομποδήμος κατήλθε τότε παραπατών εις το κατώγειον.
Εις τ' ανωτέρω θα ηδύνατό τις ίσως πολλά ν' αντείπη πλην ο κρίνων το έργον του Ροΐδου οφείλει να παρατηρήση ότι, εάν τόσα έτη, δεν παρήρχοντο χωρίς ούτος να γράψη πιθανώς, δεν θα έγραφε βραδύτερον τόσον τελείως . Πράγματι το μη γράφειν δεν εσήμαινε δι'αυτόν μένειν μ' εσταυρωμένας χείρας. Η ποικιλία των μελετών εις ας επεδίδετο είνε κάτι απίστευτον.
Αλλ' από ημέρας εις ημέραν αι ελπίδες μας διελύοντο. Εφαίνετο προχωρούσα επί του σώματος του η ψυχρά της φθοράς χειρ. Μίαν νύκτα έμενα μόνος παρά το προσκέφαλον του ασθενούς, μόλις καταπείσας την μητέρα μου ν' αναπαυθή ολίγον εις το παρακείμενον δωμάτιον. Ο πατήρ μου ήτο εις βύθος ομοιάζον προς ύπνον. Με τας χείρας εσταυρωμένας εκαθήμην και τον έβλεπα, ο δε νους μου επλανάτο εις σκέψεις θλιβεράς.
Ο γέρων παρεκάλεσεν αυτούς να εισέλθωσι· και ανήγγειλεν αυτοίς πάραυτα την ανεύρεσιν του θησαυρού της Μονής. Ο ηγούμενος προς το άκουσμα τούτο προσήλωσε τους οφθαλμούς του ακίνητος εις το πρόσωπον του καπετάν-Θοδωρή. Ο δήμαρχος έκαμε κίνημα δυσεξηγήτου εκπλήξεως βλέπων προς την στέγην. Αι τέσσαρες θυγατέρες παρίσταντο μετά σεβασμού μ' εσταυρωμένας τας χείρας.
Είτα είδε τον απαίσιον εκείνον άνθρωπον ιστάμενον ενώπιον του όρθιον, με εσταυρωμένας τας χείρας υψούντα προς τον ουρανόν το βλέμμα, ως να απήγγελλε δέησιν... δέησιν υπέρ της ψυχής του θύματος, όπερ είχε προπέμψει αρτίως εις την αιωνιότητα. Έστρεφε δε τα νώτα προς τον Βράγγην.
Μία μόνη μου έμενεν ελπίς, η υπόληψίς μου ως πτωχού το πνεύμα, και ήμην αποφασισμένος να την εκμεταλλευθώ ως τελευταίαν σανίδα σωτηρίας. Ο Αγάς εκάθητο ροφών τον ναργιλέν του. Ο διερμηνεύς ίστατο πλησίον του με τας χείρας εσταυρωμένας επί του στήθους. ― Προσκύνησε τον Αγάν, είπε. Σου δίδει την ελευθερίαν, αλλ' επί όρω να υπάγης προς την χώραν, όχι προς τα χωρία, όθεν ήλθες.
ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Ήθελες, Έρως, να ίδης εκ των παραθύρων της Μεγάλης Ρώμης τον κύριόν σου βαδίζοντα με εσταυρωμένας χείρας, κλίνοντα τον καμφθέντα αυχένα του και με πρόσωπον κατησχυμένον, το δε προπορευόμενον άρμα του ευτυχούς Καίσαρος να στιγματίζη το αίσχος του ακολουθούντος; ΕΡΩΣ. Δεν ήθελα να το ίδω.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν