Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 15 Μαΐου 2025
Βλέπων τις αυτόν, κλίνοντα την κεφαλήν προς το στήθος, συνεσταλμένος έχοντα τας οφρύς, μορφάζοντα κατά τας δύο άκρας του στόματος, στενάζοντα υποκώφως, μ' εσταυρωμένας επί του στήθους τας χείρας, με το πρόσωπον μεμελανωμένον και κάθιδρον, ημίγυμνον το στήθος και άχαριν τον ιματισμόν, θα ήρχετο εις πειρασμόν να τω είπη· — Α, άσχημο λείψανο που θα κάμης, φίλε μου!
Αλλ' ούτος εν τη λυπηρά εκείνη στάσει του, εντροπαλός, συνεσταλμένος, έστρεφε τους οφθαλμούς από της καλλίστης εκείνης γυναικός μετ' αηδίας κ' εξέσχιζε διά των ονύχων τας παρειάς του να εξαλείψη, ως θανατηφόρον φαρμάκι, τα καυτερά των φιλημάτων της. Εις τοιαύτην δοκιμασίαν είχεν υποβληθή και σήμερον, προ μικρού μόλις.
Ο Μανώλης απεσύρθη συνεσταλμένος, όπως ο σκύλος, ο οποίος φοβείται λάκτισμα. — Καλά, εψιθύρισεν· ότι να κάμω πάλι κιαμμιά κουζουλάδα θα φωνιάζης ... Αλλ' όμως ενεκαρτέρησεν ο ταλαίπωρος· και αντί να παρεκτραπή απετάθη προς την μητέρα του, με την βεβαιότητα ότι αυτή τουλάχιστον δεν θα του ωμίλει με σκληρότητα ως ο «αφέντης» και ότι ίσως θα κατώρθωνε να μετριάση την δυστυχίαν του.
Επλανάτο εις την Ιωνίαν και δεν εγνώριζε εις τι να επιδοθή, εγώ δε παραλαβούσα αυτόν τον εσπούδασα• και επειδή μου εφαίνετο ευμαθής και αφοσιωμένος εις εμέ—διότι ακόμη ήτο συνεσταλμένος και μ' επεριποιείτο και μόνην εμέ εθαύμαζε—αφήκα τους άλλους οίτινες με επεζήτουν και οι οποίοι ήσαν πλούσιοι και ευγενούς καταγωγής και παρεδόθην εις τον αχάριστον τούτον, καίτοι πτωχόν και αφανή και νεώτατον, και προίκα του έδωκα όχι μικράν πολλούς και θαυμασίους λόγους.
Κάλλιστα δε γνωρίζων πόσον υπό των μαθητών ηγαπάτο, ευθύς μετά την περιφοράν του δίσκου εις την πλατείαν, εισώρμα εις το Λύκειον, εύθυμος και θορυβώδης, αν διεσκεδάζομεν εις την αυλήν ή τους διαδρόμους, άφωνος, αιδήμων και συνεσταλμένος αν ευρισκόμεθα εις των παραδόσεων τας αιθούσας, Ημέραν εν τούτοις τινά ο διδάσκαλος της Κατηχήσεως, ο τότε απλούς ιερεύς και έπειτα επίσκοπος Χαλκίδος αοίδιμος Δαβίδ Μολοχάδης, μη γνωρίζων τον εισερχόμενον ήγειρε την ράβδον του να τον αποδιώξη.
— Ότι ο άρχων έχει ανάγκην... — Ο άρχων δεν έχει ανάγκην, είπεν αγερώχως ο ξένος. — Δεν ειξεύρω να μιλήσω καλά, ετραύλισε συνεσταλμένος ο Γύφτος. — Δεν πειράζει. Ήθελες να είπης ότι ο άρχων επιθυμεί. — Ναι, αυτό ήθελα να είπω, εψέλλισεν ο Πρωτόγυφτος. — Καλά. Βλέπεις, όταν θέλης, δύνασαι να ομιλής ελληνιστί, είπεν ο άρχων. — Όταν μου τα λένε, τα διορθόνω, είπεν ο Γύφτος. — Και τούτο καλόν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν