United States or Lithuania ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο ερημίτις, γέρων, πολιός, οστεώδης, μαραμμένος, εξήρχετο από τινος κελλίου προβαίνων εις τον ναόν. Και ιδών εκ των όπισθεν τον κυρ-Δημάκην, ιστάμενον και θεωρούντα προ της θύρας θαμβωμένον, εξεπλάγη, διότι ουδεμία λέμβος είχε προσεγγίσει από τινων ημερών ένεκα του χειμώνος.

Πλην ούτοι είνε οι ολίγοι, και σχεδόν παν όμμα του μεγάλου εκείνου πλήθους διαρκώς στρέφεται προς Ένα ιστάμενον εις το κέντρον του χωριστού ομίλου, τον οποίον το πλήθος περικυκλοί. Κατέμπροσθεν της ομάδος ταύτης βαίνουσί τινες των νεωστί εκλεχθέντων Αποστόλων, άλλοι δε όπισθεν, μεταξύ των οποίων υπάρχει τις του οποίου το βλέμμα δεν φαίνεται, όσον των άλλων, ήσυχον και καθαρόν.

Ο δε ναύτης, διαλογιζόμενος την στιγμήν, κατά την οποίαν ο Άγιος έσωσε το κλυδωνιζόμενον σκάφος, έτοιμον να καταποντισθή, εφαντάζετο τον άγιον ιστάμενον ατρόμητον εν τη πρύμνη και βαστάζοντα κραταιώς το πηδάλιον, ενώ η εικών παριστά τούτον καθήμενον επί θρόνου και ευλογούντα.

Και ο μεν Γωβρύας συνεπλάκη μετ' αυτού σώμα προς σώμα, ο δε Δαρείος φοβούμενος μήπως διατρυπήση τον Γωβρύαν εν τω σκότει, ίσταται διστάζων. Ιδών δε ο Γωβρύας αυτόν ιστάμενον αργόν, τον ερωτά διατί δεν μεταχειρίζεται τας χείρας του.

Αίφνης ακούω όπισθεν μου φωνήν γλυκείαν ψιθυρίζουσαν το όνομά μου― Λουκή ! Πριν ή προφθάσω να σκεφθώ ότι αν στραφώ προδίδομαι και αν φανερωθώ κινδυνεύω, εστράφην. Εστράφην και είδα το κοράσιον ιστάμενον ολίγα βήματα μακράν μου. Τα άλλα παιδία είχον προχωρήσει. Άμα με είδε στρεφόμενον εγονάτισεν επί του εδάφους. Την εγνώρισα!

Απέναντι των προπυλαίων τούτων έστησε δύο ανδριάντας εικοσιπέντε πήχεις υψηλούς· οι Αιγύπτιοι καλούσι τον μεν προς άρκτον ιστάμενον Θέρος, τον δε προς μεσημβρίαν Χειμώνα· και εκείνον μεν τον οποίον καλούσι Θέρος προσκυνούσι και περιποιούνται, προς δε τον άλλον τον καλούμενον Χειμώνα πράττουσι τα εναντία.

Η ωραία και συγκινητική σκηνή ήτις συνέβη εν τη οικία του Σίμωνος, δύναται να εννοηθή μόνον αναλογιζομένων ότι, καθώς ανέκειντο οι δαιτυμόνες επί των κλιτύρων περί τας τραπέζας, οι πόδες των ήσαν εστραμμένοι προς πάντα θεατήν ιστάμενον έξω του κύκλου των ομοιοτραπέζων.

Είτα το βλέμμα της αποσπώμενον εστρέφετο προς έν ανατολικόν σημείον του ορίζοντος, εις τα πέρα βουνά, μέχρι της εσπέρας εκείνης, καθ' ην, άμα τη ανατολή της σελήνης, απόντος του συζύγου, είδεν ιστάμενον παρά τον αιγιαλόν τον νεανίσκον, όστις είχεν εξέλθει μετά το δείπνον διά να αναπνεύση την θαλασσίαν αύραν.

Όλα τα πράγματα, ως είπομεν, έμψυχά τε και άψυχα, κιμίκρ εκάλει ο πονηρός μογιλάλος, καταρτίσας ούτω γλώσσαν απλουστάτην, μονόλεξον. — Παςτο παππού μ! Εκραύγασε τότε η χήρα εννοήσασα, ότι ήλθεν ο δεκατιστής. Και στραφείσα είπε προς τον κυρ-Δημάκην ιστάμενον κατωτέρω υψηλά, επί λόφου πυρήνας, ως κήρυκα, με το πρόσωπόν του το παχύ και στιλπνόν, εύχαριν, γαλήνιον ως να εχόρτασεν ύπνον.

Ο κόσμος ήτο εις κίνησιν, αι οδοί πλήρεις ανθρώπων, μεταξύ δ' αυτών άνδρες ένοπλοι, οίτινες εφαίνοντο ξένοι• εις τας θύρας των οικιών γυναίκες και παιδία έβλεπον και ωμίλουν ήτο ως εν ημέρα εορτής, και ήσαν τω όντι εορτάσιμοι ημέραι εκείναι. Αλλ' η επί των προσώπων ανησυχία εμαρτύρει ότι το χωρίον δεν εώρταζεν. Ο πατήρ μου επλησίασε γέροντα χωρικόν ιστάμενον παρά την ανοικτήν θύραν του.