Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 2 Μαΐου 2025


Αλλ' επάνω εις τας διηγήσεις των αυτάς, τας εξαισίας, χωροφύλακες συνέλαβον και τους δύο προδοθέντας υπό κατασκόπων, οίτινες παρεφύλαττον αυτούς, υποψιασθέντες από τα εν τω ναώ κινήματά των· και ο μεν γέρων δεν εφάνη πλέον πουθενά, ο δε καπετάνιος εξορισθείς εις Αφρικήν εκινδύνευσε τον έσχατον κίνδυνον και ως διά θαύματος διαφυγών, επανήλθε μετά δεκαπενταετίαν εις Αθήνας ξηρός και οστεώδης και πολιός, άνευ πώγωνος, με τον ήμισυν μύστακα φαγωμένον από τριχοφάγον.

Έσωθεν του ιερού βήματος σεβάσμιος πρεσβύτης ιερομόναχος, υψηλός, οστεώδης, πολιός, βαθυπώγων, με ωχρούς, λιποσάρκους, και οιονεί διαφανείς τους χαρακτήρας του προσώπου, εξήλθε την στιγμήν εκείνην με επιτραχήλιον, φελόνιον και κρατών το θυμιατόν. Τίνες ήσαν όλοι αυτοί; Ο Αγάλλος πρώτην φοράν τους έβλεπεν.

Αλλά μόλις είχον φθάσει επάνω εις την είσοδον, και είχον ανοίξει την θύραν, και ιδού εμφανίζεται ως σκιά εκεί, σαν να παρεμόνευε να κατέλθη εις το υπόγειον, άνθρωπός τις υψηλός, ξηρός, οστεώδης, πολιός, με τον ήμισυν μύστακα φαγωμένον από τριχοφάγον, όστις σπεύδων, ασθμαίνων, καταβαίνει αμέσως την κλίμακα συμπαρασύρων κάτω και τον κυρ-Μιχάλην και ανακραυγάζων: — Χριστός βοσκρές! Ήτο ο Καπετάνιος.

Ο ερημίτις, γέρων, πολιός, οστεώδης, μαραμμένος, εξήρχετο από τινος κελλίου προβαίνων εις τον ναόν. Και ιδών εκ των όπισθεν τον κυρ-Δημάκην, ιστάμενον και θεωρούντα προ της θύρας θαμβωμένον, εξεπλάγη, διότι ουδεμία λέμβος είχε προσεγγίσει από τινων ημερών ένεκα του χειμώνος.

Ο πολιός εφημέριος απέμεινε σύννους. Εσκέφθη πολύ. Επηκολούθησε μικρά σιωπή. Εις την ψυχήν του παπά-Κονόμου αντηλλάγησαν πολλαί υποθέσεις. Εις τον νουν του εσχηματίσθησαν πολλά συμπεράσματα. Το αποτρόπαιον βρυκολάκιασμα όμως ήρχισε να διαλύεται ολίγον κατ' ολίγον, και η ωραία οπτασία του βοσκού απετέλεσε την βάσιν μιας γλυκητάτης υποθέσεως μέσα εις τον νουν του ιερέως.

Η ως ψίαθος ηπλωμένη Ψαθούρα, νομίζεις και ανακινείται, ανασηκόνεται ως νύμφη θαλασσόλουστος, ανατείνουσα τον πύργον του φανού της, ως διά να χαιρετίση ζητωκραυγάζουσα εις τιμήν του Άθωνος, όστις με ολόασπρον την κεφαλήν, φέρων τον βαθύ-κυανούν μανδύαν του, πατρικώς προσμειδιά, συγκρατών περί εαυτόν, ως εγγονάκια του, τα ώμορφα Ρημονήσια, τα οποία πρωί-πρωί θέλει να τα χορεύση επί των πρεσβυτικών γονάτων του, άδων, ο πολιός πάππος, το παλαιόν τραγούδι του, γλυκύ και δροσερόν ως ψίθυρον καστανέας: βρε σεις, βρε, βρε σεις, βρε, χάρισμά σας τον τζιβρέ....

Ο Καπετάνιος από το ένα μέρος πολιός, ξηρός, οστεώδης, με φαγωμένον τον ήμισυν μύστακα από τριχοφάγον, είποτε ονειρευόμενος πολέμους και μάχας, και αναμένων πάντοτε γενικήν των λαών σύρραξιν.

Λέξη Της Ημέρας

ξαναφύγεις

Άλλοι Ψάχνουν