Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 23 Μαΐου 2025


Είχα φθάσει εγκαίρως, δόξα τω Θεώ! . . . Εν τούτοις δεν παρείχε σημεία ζωής ολοφάνερα . . . Την ετίναξα με σφοδρόν κίνημα αυθορμήτως, διά να δυνηθή ν' αναπνεύση, την έκαμα να στηριχθή επί της πλάτης μου, και έπλευσα, με την χείρα την δεξιάν και με τους δύο πόδας, έπλευσα ισχυρώς προς την ξηράν. Αι δυνάμεις μου επολλαπλασιάζοντο θαυμασίως.

Ο Ανδροκλής ήτο δούλος πλουσίου Ρωμαίου, διατρίβοντος εις την Αφρικήν· αλλά, μη δυνάμενος να υποφέρη τας μαστιγώσεις και τα βασανιστήρια του σκληρού κυρίου του, εδραπέτευσεν εκ της οικίας του, διά ν' αναπνεύση ελεύθερον αέρα εις τα δάση, εις τα σπήλαια, και εις τας ερήμους της Αφρικής.

Την φοράν ταύτην η Βεάτη ησθάνετο εν εαυτή διπλούν θάρρος ή την προλαβούσαν εσπέραν, είχε δε απόφασιν να εξαγάγη κέρδος τι, όπως ηδύνατο, εκ της δευτέρας ταύτης κατοπτεύσεως. Αφού ανέβη και τας τεσσάρας κλίμακας, έστη επί στιγμήν όπως αναπνεύση, επλησίασεν εις την θύραν του κλειστού θαλάμου και ηκροάσθη. Ουδέ πνοή ηκούετο.

Διά ξηράς ως και διά θαλάσσης ο περιηγητής μετεφέρετο άνευ βίας, του εδίδετο δε καιρός διά να αναπνεύση, να αναπαυθή και να ικανοποιήση την περιέργειάν του. Και μετά πόσης περιεργείας περιηγείται τις ότε, νέος έτι, βλέπει κατά πρώτον νέον και άγνωστον κόσμον! Πώς τα πάντα τότε εξεγείρουν τον θαυμασμόν και εξάπτουν την φαντασίαν! Ω, η νεότης!

Είτα το βλέμμα της αποσπώμενον εστρέφετο προς έν ανατολικόν σημείον του ορίζοντος, εις τα πέρα βουνά, μέχρι της εσπέρας εκείνης, καθ' ην, άμα τη ανατολή της σελήνης, απόντος του συζύγου, είδεν ιστάμενον παρά τον αιγιαλόν τον νεανίσκον, όστις είχεν εξέλθει μετά το δείπνον διά να αναπνεύση την θαλασσίαν αύραν.

Όταν εσταμάτα όπως αναπνεύση, οι ψάλται επανελάμβανον εν χορώ τους τελευταίους στίχους· έπειτα ο Νέρων με μίαν κίνησιν ανέρριψεν επί των ώμων του την τραγικήν ποδήρη εσθήτά του, εχόρδισε μίαν συμφωνίαν και έψαλλεν. Όταν ετελείωσεν ο ύμνος, ήρχισε να αυτοσχεδιάζη, αναζητών μεγάλας μεταφοράς εις την εικόνα την ανελισσομένην ενώπιόν του. Και το πρόσωπόν του ολίγον κατ' ολίγον ήλλαξαν έκφρασιν.

Η μεταξύ του συζύγου και της καπνοσύριγγός του σιωπηλή σκηνή, ήτο ωσάν μία αποκάλυψις δι' αυτήν, αποκάλυψις θεία· ωσάν την στιγμήν εκείνην να επότισαν την διψασμένην, την ξηράν καρδίαν της με νάμα δροσοβόλον, ουρανόσταλτον . . . Έβλεπεν, έβλεπε και μόλις ετόλμα ν' αναπνεύση. Ήθελε τώρα να ορμήση, ήθελε να φωνάξη, αλλ' έσχε την δύναμιν να κρατηθή.

Μόνον εις δύο τρεις οικίας ηκούοντο εισέτι τα τελευταία απηχήματα του τραγουδιού του αγίου Βασιλείου· και όταν ηκούσθη ο στίχος ο τρυφερός του εγκωμίου της κόρης: «Κυρά μ' τη θυγατέρα σου, κυρά μ' την ακριβή σου», η Μιλάχρω εσταμάτησεν ολίγον και διά ν' αναπνεύση και διά ν' ακούση τους στίχους, τους οποίους εφέτος εν τη ανησυχία της δεν είχεν ακούσει. Και εδάκρυσεν.

ΜΑΙΚΗΝΑΣ. Πρέπει να συλλογισθή ο Καίσαρ ότι όταν ανήρ τόσον υψηλής περιωπής αρχίζη να λυσσά, είναι σημείον ότι πλησιάζει να πέση. Μη αφήσης αυτόν ν' αναπνεύση, αλλ' επωφελήθητι την παραφοράν του. Ουδέποτε η οργή υπήρξε καλός φύλαξ του εαυτού της. ΚΑΙΣΑΡ. Αναγγείλατε εις τους αρχηγούς ημών ότι αύριο προτιθέμεθα να δώσωμεν την τελευταίαν μάχην.

Αυτός δε ο αήρ εφαίνετο πυκνωθείς εκ των παντοίων πνιγηρών αναθυμιάσεων και, όπως δυνηθή τις ν' αναπνεύση, ηναγκάζετο να φράξη την μύτην. Επί τέλους εφθάσαμεν προ χαμηλού τίνος περιτειχίσματος, εφ' ου στηρίξαντες κλίμακα ανήλθομεν και εκαθίσαμεν επί της κορυφής του τοίχου.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν