United States or Bolivia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τις εγώ ο νομίσας ότι ήσαν εις την εξουσίαν μου της φύσεως τα μυστήρια; Ότε είδα την ωχρότητα του θανάτου εις το πρόσωπόν της και ήκουσα τους τελευταίους βιαίους παλμούς της καρδίας της, τότε συνησθάνθην την φρίκην του έργου μου και απηλπισμένος έτρεξα και ερρίφθην εις την θάλασσαν. Διατί με έσωσαν; Διατί δεν με αφήκαν να αποθάνω; Τι εκέρδισα ζων;

Ενίοτε, λίθοι τινές, από ύψος κατερχόμενοι, έπιπτον με ορμήν και κακίαν κατά του προσώπου της. Τους τελευταίους τούτους εφαίνετο πράγματι ως να τους εσφενδόνιζεν αόρατος χειρ κατά της κεφαλής της. Αφού τέλος, μετά τόσον λιθοβόλημα, έφθασεν εις την Σκοτινήν Σπηλιάν, την πρώτην ημέραν, εκάθισε κι' αγνάντευε το πέλαγος.

Ο Αλβέρτος έκαμε άρα γε αυτήν την παρατήρηση; Είναι βαθειά, πολύ βαθειά! υπάρχει λοιπόν σ' όλον τον κόσμο κανένα κορίτσι που να μπορή να εκπληρώση τις επιθυμίες της καρδιάς σας; Αποφασείστε να την ζητήσητε και σας υπόσχομαι πως θα την βρήτε. Από πολύν καιρό με στενοχωρεί και για σας και για μας ο περιορισμός που εκούσια υποβληθήκατε αυτούς τους τελευταίους μήνες. Πάρτε το απόφαση.

Αυτή ήτον η μεγάλη, η πελωρία φράσις, η οποία επί τόσον καιρόν επίεζε τα στήθη της, χωρίς να δύναται να την εκστομίση. Ο Μανώλης ανεσκίρτησεν. Η φράσις εκείνη εφώτισεν εντελώς την σκοτισμένην διάνοιάν του. Και τώρα ενόει το αλλόκοτον ήθος το οποίον είχεν η χήρα κατά τους τελευταίους καιρούς και τα μασημένα λόγια τα οποία του έλεγε. — Και το Μαρούλι πούνε; της είπε.

Εμαλαμοκάπνιζε τα παφήλια και τα καρυόφυλλά του, επηργύρου την σφύραν και την ράβδον, προσήρμοζεν επί του κοντακίου τες αντίκες όσες εύρισκε κάποτε εις τα βουνά, και προ δύο ακόμη ετών ανέλυσε τους τελευταίους τοκάδες του διά να προσκολλήση επ' αυτού ένα δικέφαλον αετόν, φέροντα στέμμα εις την κεφαλήν και κεραυνούς εις τους όνυχας.

Αυτός δε ο λόγος της μουσικής αληθείας ή αντιθέτως αναρμοστίας έκαμε πλέον και τους τελευταίους σχολαστικούς να αποφεύγουν τα εκήλησε τα ώτα, διώκει την πόλιν , διότι υπενθυμίζουν τα εκύλησε και διώκει. Η αύξησις μάλιστα αυτή του εις οι ω έχει εντελώς ανάλογον παράδειγμα και εις την αρχαίαν γλώσσαν.

Τα καλτσάκια εκείνα τα κομψά, τα οποία εφόρουν τα εύμορφα παιδάκια της ωραίας καπετάνισσας, και τα κομψά φορεματάκια, ήσαν έργα της πρώτης, της Δεσποινιώς· τα ωραία πάλιν χρυσά κεντήματα τα νυμφικά, άτινα εθαυμάσθησαν κατά τους τελευταίους γάμους, αι χειρίδες με τα ανθοφόρα κλαδία, αι λεπτόταται χρυσαί στίξεις του ποδογύρου και η πολύτιμος σκούφια με την μεγάλην ανθοφόρον γλάστραν εν τη κορυφή ήσαν όλα κομψοτεχνήματα της Σοφούλας, της μικροτέρας.

Τοιουτοτρόπως οι εχθροί επρόφθασαν να επιτεθούν και όταν ο Άγις, βλέπων ότι οι δύο λόχοι δεν ήρχοντο προς τους Σκιρίτας ανεκάλεσε τους τελευταίους τούτους εις τας τάξεις των, δεν ηδυνήθησαν ούτοι να τας επανακτήσουν ούτε και να συμπληρώσουν το κενόν.

Μόλις επροχώρησεν ολίγα βήματα, και εις τους τελευταίους σποραδικούς οικίσκους της πολίχνης, επάνω στους βράχους, καθώς εκατηφόριζε να φθάση στον αιγιαλόν, βλέπει τον Κυριάκον, τον κλήτορα της αστυνομίας, με το φέσι του με την κοντήν φούνταν, ή «γαλίπαν», όπως την έλεγαν, με τον καστανόν του στρημμένον μύστακα, και κρατούντα εις την χείρα το κοντόν ρόπαλόν του, πέριξ του οποίου εφαίνετο σκυταλοειδώς η επιγραφή «Ισχύς του Νόμου». Ούτος συνοδευόμενος από ένα γέροντα απόμαχον, με στρατιωτικήν στολήν, ήρχετο από ένα πλάγιον δρομίσκον, διευρυνόμενος εις τον αιγιαλόν, όπου κατήρχετο και η Φραγκογιαννού, και μετά μικρόν εξ άπαντος θα την έφθανον, ή θα της έπαιρνον τα νώτα.

Εγεννήθη εις τα κακοτράχαλα βουνά του Πίνδου, περιεπλανήθη εις ταις 'ψιλαίς ραχούλαις, κάτω εις τους ίσκιους των πριναριών·εποτίσθη με το αθάνατον νερόν της φαντασίας και της ζωηράς εμπνεύσεως και τους τελευταίους του στίχους διά τον μακρυνόν εκείνον τόπον αφιέρωσεν, εις την &Γκόλφω& δημοσιευθείσαν και εις τον &Ψωμοπάτη& ειδύλλιον εκ πεντακοσίων περίπου ωραίων στίχων.