United States or Tokelau ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αίφνης παρέρχεται προ αυτού η νυκτερινή περίπολος της αστυνομίας, και ο οδηγός αυτής ίσταται προ του παραδόξου και δραματικού θεάματος. Τον ετρόμαξεν ίσως η εις πραξικόπημα ήδη κορυφουμένη απόγνωσις του λιμώττοντος Παρίου, η από των οφθαλμών του αστράπτουσα, ή τον εκίνησεν εις οίκτον το εις καμπύλην εκ της πείνης κυρτούμενον σώμα του. — Τι κυττάζεις, μωρέ, αυτού; — Αχ! τη μπογάτσα, αφέντη μου!

Κατέβηκα ν' ανοίξω με ελαφρά καρδιά, διότι τι είχα πλέον να φοβηθώ; Τρεις άνθρωποι εισήλθαν, με σοβαρόν ύφος, ωσάν αξιωματικοί της αστυνομίας. Ένας γείτονας είχεν ακούσει κραυγήν κατά το μεσονύκτιον. Συνέλαβαν την υπόνοιαν μήπως συμβαίνη κανένα δυστύχημα και οι αξιωματικοί αυτοί ανέλαβαν το έργον της ανακρίσεως.

Παρά πάσαν όμως προσδοκίαν ο τραπεζίτης ανεγνώρισεν εν περιπάτω την πρώην σύζυγόν του, και, αρνουμένης ταύτης να επανέλθη υπό την συζυγικήν του προστασίαν, απήτησε τούτο δικαστικώς και εκέρδησε την δίκην· ότε όμως έφθασαν οι κλητήρες να εκτελέσωσι την απόφασιν, εύρον κενήν την φωλεάν και πάσαι αι καταβληθείσαι υπό της αστυνομίας προσπάθειαι προς ανεύρεσιν των αποπτάντων πτηνών απέβησαν μέχρι τούδε ανωφελείς».

Μέρος της απέναντι του περιπτέρου πλευράς του τοίχου, καταρρεύσαν, φαίνεται, κατά την πυρκαϊάν, ανοικοδομήθη εκ του προχείρου, επιτρέψαν την εις αυτό προσαρμογήν μικράς θύρας, δι' ης ο οίκος απέκτησε νέαν συγκοινωνίαν με τα εκτός, πολύ συντομωτέραν εις τον από του υπουργείου της Αστυνομίας διά των αχανών ερειπίων προσερχόμενον.

Τι του τρέχει ως τα στερνά του δεν το ξέρει». Μπήκα μέσα στη φυλακή, ένα σκοτεινό κατώγι της Αστυνομίας μ' ένα μικρό παραθυράκι κλεισμένο με σιδερένια κάγκελλα. Ο Γιάννης ο Αγάλλος καθότανε σ' ένα ξύλινο σκαμνί, σε μια γωνιά, και τραβούσε ήσυχα το τσιμπούκι του, σαν να μην είχε γίνει τίποτε. Το ροδοκόκκινο πρόσωπό του, με τα λίγα ψαρά γενάκια, ήτανε φρέσκο-φρέσκο και πρόσχαρο.

Αλλ' ο ψίθυρος ηύξανε, και τι ημπορούσα να κάμω; Ήτο ψίθυρος υπόκωφος, σβυσμένος, ταχύς, πραγματικός, όπως ο ήχος ενός ωρολογίου σκεπασμένου με βάμβακα. Ελαχάνιαζα και εν τούτοις οι αξιωματικοί της αστυνομίας δεν εφαίνοντο ότι ήκουον τίποτε. Εφλυάρησα με περισσοτέραν ευκινησίαν και τόλμην. Αλλ' ο θόρυβος δεν έπαυεν από του ν' αυξάνεται.

Και το πολύτιμον αυτό ταμίευμα φυλάσσεται εις την γωνίαν εκεί, μέχρις ου σημάνη εκ της οδού ο κώδων της δευτέρας αυτού παρουσίας εν τω κάρρω της αστυνομίας. Αλλ' ο καρραγωγεύς της καθαριότητος δεν είνε δυστυχώς πάντοτε και πανταχού πρωινός. Τις οίδεν εις ποίον πρωινώτερον αυτού οινοπωλείον καταγίνεται να στομώση τον στόμαχόν του προς τας μελλούσας αναθυμιάσεις του κάρρου του.

Και ναι μεν η εδική μας δεν ήτο δυνατόν να τελειώση ούτως αστραπηδόν, αλλ’ ήδη κατ' αυτάς τας πρώτας ημέρας των μετά του υπουργείου της αστυνομίας συνεννοήσεών μου, διετάχθησαν εν τη επαρχία ημών πολλαί συλλήψεις, ο δε υιός της φίλης ημών Οθωμανίδος, ο ανακριτής, όλως ζήλος και αφοσίωσις, εξεκίνησεν εκ της πρωτευούσης, συνοδευόμενος υπό του αδελφού μου, κ' εφωδιασμένος με πάσαν πληρεξουσιότητα προς ανάκρισιν των συλληφθέντων και προς καταδίωξιν άλλων υπόπτων.

Εκεί προήλθεν εκ του πλήθους ο οδηγών αυτούς αξιωματικός, και χαιρετήσας ευγενώςΤι σύμπτωσις, μοι είπε, κύριε! Τι παράξενος σύμπτωσις σας φέρει εις τον οίκον του φονέως; Τότε τον ανεγνώρισα μόλις. Τον είχον σχετισθή κατά τους πηγαινοερχομούς μου εις το υπουργείον της αστυνομίας. Εγνώριζε την υπόθεσίν μας. Και είχεν αμειφθή διά πάσαν προς ευόδωσιν αυτής προσπάθειάν του.

Φοβούμενος δε να μεταφέρη ταύτην μήπως υποστή η μηχανή επίθεσιν εκ μέρους των σιγαροποιών, εζήτησε την συνδρομήν της Αστυνομίας, ήτις και του παρέσχε τεσσάρας χωροφύλακας υπό τον δραστήριον υπενωμοτάρχην κ. Περδικάκην, οίτινες συνώδευσαν την μηχανήν μέχρι του εργοστασίου άνευ τινός απευκτέου».