Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 25 Μαΐου 2025
Έπειτα κάθησε κ' η ίδια παραπέρα κ' ενώ έγραφα, σήκωνα κάποτε τα μάτια μόνο για να τη δω. Ο βραδινός ήλιος φώτιζε τα μαύρα της μαλλιά κ' έπαιζε στα χρώματα του προσώπου της, που έπαιρνε πάντα νέα όψη, ποτέ δεν είταν ίδιο. Και δε γέρασε ποτέ κάτι αναμεταξύ μας και δεν έγινε συνηθισμένο. Γνωρίζω πως προφέρω ένα μεγάλο λόγο. Μα είναι αληθινός.
Είναι βέβαιο που αν έγραφα σήμερα τη μελέτη μου, αλλιώς θα την έγραφα ως και την εικόνα του ποταμού, στο τέλος της μελέτης, κάπως θα τη συγύριζα. Τίποτις όμως δε θάλλαζα στις ιδέες· όσα έλεγα τότες για τη γλώσσα, προσμένω ακόμα να μας αποδείξουν πως σωστά δεν είναι.
Ορμητικός, γενναίος — κ' ένα φιλότιμο ρωμαίικο, τι θες παραπάνω; Να μη με ξεπεράση κανένας, παντού να φανώ πρώτος στην τέχνη και στην επιστήμη, κάτι να είμαι, νακουστή τόνομά μου. Το κεφάλι μου καζάνι· έβραζαν ιδέες μέσα, ποια να πρωτοβγή! Και δος του βιβλία, μελέτη, γραψίματα, φωτιά. Τόσα χρόνια μάζωνα, έγραφα, διάβαζα. Και τώρα!...
Γιατί ήξερα πως τους είχε προετοιμάσει αυτή για ό,τι είχε να γίνη. Το βράδι, όταν έμενα μόνος, κάθιζα συχνά κ' έγραφα, για να διασκεδάζω τους στοχασμούς μου ή έτσι για να κάνω κάτι. Έγραφα ένα είδος ημερολόγιο, που το φύλαγα στο βάθος ενός συρταριού για να μην πέση τυχαία στα χέρια της Έλσας. Τώρα το ξαναδιάβασα κι ό,τι είναι κει γραμένο μου φαίνεται σα να γράφηκε δω και πολύν καιρό.
ΦΛΕΡΗΣ — Πώς το αποφάσισε, θαύμα! Είναι ένα τέτοιο αγρίμι. ΜΙΣΤΡΑΣ — Δε σούμοιασε, πάει να πη. ΦΛΕΡΗΣ — Απαράλλαχτος ήμουνα μικρός. Με τη διαφορά πως αντί να κάνω προσευχές, έγραφα στίχους. ΜΙΣΤΡΑΣ — Το ίδιο κάνει. Όπου λείπει η ενέργεια, πάει να πη, έρχεται στον τόπο της η ονειροπόληση. Κάπου πρέπει να ξεσπάση αυτό το υφαίστειο πούχομε μέσα μας.
Τώρα όμως τελείωσε· η απαλλαγή μου ήλθε. Δεν θέλω να είπω πόσον ακουσίως μου την έδωκαν, και τι μου γράφει ο υπουργός· θα αρχίζατε νέους θρήνους. Ο διάδοχός μου έστειλε για την αναχώρησίν μου είκοσι πέντε δουκάτα, με ένα λόγον που με εσυγκίνησε μέχρι δακρύων· λοιπόν δεν χρειάζομαι από την μητέρα τα χρήματα, για τα οποία της έγραφα τώρα ύστερα. 5 Μαΐου.
Έγραφα, έγραφα, έγραφα, όπως δεν έγραψε ποτέ κανείς για χρήματα, κ' έγραψα τις καλήτερες σελίδες, που χυθήκανε από την πένα μου. Κι όταν δεν είχα πια άλλη δύναμη, έπινα, έπινα πολύ για να συγκρατηθώ στη ζωή. Άμα ανέβηκε πια ο ήλιος ένα διάστημα στον ουρανό, έγραψα τις τελευταίες γραμμές. Και κάθησα σαν αναίστητος.
Μου παραπονείσαι ότι δεν σου γράφω περί του ελληνικού θεάτρου. Αν σου έγραφα, θα μου παρεπονείσο ότι σου γράφω, και θα μου έλεγες ότι καταστρέφω την θεραπείαν σου. Εν Αθήναις τη 14 Ιανουαρίου 1880.
Καθώς σας έγραφα εις την προλαβούσαν μου, ο σκοπός μου είναι να σας είπω ολίγα τινά περί Η θ ι κ ή ς. Ας μη σας τρομάξη η λέξις αύτή• δεν εννοώ να σας κάμω διδαχήν διότι, κατ' εμέ, η μεγαλύτερα ανηθικότης είναι, ν’ αποκοιμίζη τις τον αναγνώστην του.
Σχεδόν κάθε μέρα έγραφα ένα κατά τη ψυχική μου διάθεση. Και τα φύλαγα με τη σκέψη να τα διαβάσω τον Βαγγελιού όλα μαζή, όταν το καλοκαίρι θα πήγαινα στο χωριό. Μετά καιρό είδα και πάλι τον αγωγιάτη στην πόλη. Αλλ' αυτή τη φορά δεν μαστειεύθηκε για το Βαγγελιό. Μούφερε δυσάρεστα νέα. — Η Βαγγελιά, η καϋμένη, δε μπορεί. — Είντα 'χει; ρώτησα μ' ανησυχία, που δε φρόντισα να κρύψω.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν