United States or Mongolia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τοιουτοτρόπως το τιποτένιο αυτό μαγαζί, ήτο το θορυβωδέστερον όλων των μαγαζείων, διότι ειργάζετο πάντοτε, και ανοικτόν και κλειστόν, εις επισήμους περιστάσεις του χωρίου. Διά τούτο ο καπετάν-Παρμάκης, ο νέος υποψήφιος δήμαρχος, μόνον εις αυτό εσύχναζε. Βαρυνθείς την θάλασσαν, επώλησε την ωραίαν σκούναν του, την ταχείαν και καλοθάλασσον «Ελένην» κ' έγεινε στεργιανός.

Μα να κακοπάθη το ελάχιστο από έναν τιποτένιο, δεν το χώνευε. Ο Δημητράκης όμως δεν έκαμε το ίδιο. Στάθηκε και σταύρωσε τα μάτια του με τα μάτια του εχτρού του σα να ήθελε να τον βαλαντώση. — Ναι· του είπε με σοβαρή και άτρεμη φωνή· φεύγουμε· μα θα ξαναρθούμε· θα ξαναρθούμε και τότε ... Κ' έδειξε το γρόθο του στο Θεομίσητο. — Χα! χα! χα!... αποκρίθηκε με περιφρονητικό χασκογέλασμα εκείνος.

Ως πότε θα συλλογιέται ο ταπεινωμένος αυτός λαός το τιποτένιο του το εγώ, σα να μην είνε στημένος σε μαρτύρων αμέτρητα κόκκαλα; Ως πότε το κάθε παιδί του θα κατρακυλάη μαζί με τα θολωμένα νερά που τον πλημμυρίζουν; Ανασήκωσε το κεφάλι σου και δες γύρω σου τους μισοπνιγμένους, κι άπλωσε χέρι να τους γλυτώσης. Λησμόνησε το εγώ σου, και θυμήσου τα βασανισμένα ταδέρφια σου.

ΣΤΑΥΡΟΣ Πάντα είναι σκληρός, όπως και τότε; ΑΝΝΟΥΛΑ Αχ! η ματιά του. θεέ μου, σε κάνει αυτή μονάχα ταπεινό, σε κάνει δούλο, σε κάνει τιποτένιο. ΓΙΑΓΙΑ Πες μου λοιπόν, παιδί μου, τόσον καιρό μονάχο, έρημο στα ξένα πώς τα πέρασες. Σε ποιο μέρος πήγες άμα έφυγες από δω; τι έκανες εκεί; ΣΤΑΥΡΟΣ Πώς τα πέρασα; Δε με κοιτάζετε.

Θα καταντήσουν είτε υπάλληλοι με μεγάλες απαιτήσεις και τιποτένιο μισθό, είτε τεμπέληδες δασκάλοι για ν' αποστραβώσουν τους άλλους, είτε μπεκρήδες, ακαμάτες και παραλυμένοιδηλαδή η ψώρα μιας κοινωνίας. Δάσκαλοι δεν πρέπει να βγαίνουν από τους τέτοιους ανθρώπους.

Σ' αυτόν τον άνδρα, έτοιμο ν' αποδείξη ότι ελευθέρωσε τον τόπο από το κακό, και ότι η κόρη σας δεν πρέπει να παραδοθή σ' έναν τιποτένιο, δίνετε υπόσχεσι να του συγχωρήστε όλα τα παληά σφάλματα του, όσο μεγάλα κι' αν είναι, και να του δώστε την ειρήνη και την ευχαριστία σας;» Ο Βασιληάς συλλογίστηκε και δε βιαζότανε καθόλου ν' απαντήση.

Ατιμία δεν είνε η ταπεινή τέχνη· είνε να μην ξέρης να δουλέψης την τέχνη σου... Μα τι τα θες αυτά; επρόσθεσε με δυσάρεστο μορφασμό. Εσύ τώρα είσαι στο πόδι του πατέρα σου κι ό,τι θέλεις θα γένη. Εγώ άλλη κουβέντα ήρθα να σου κάμω κι αλλού πέσαμε. — Λέγε, μητέρα· σ' ακούω. Μα στην ψυχή του πατέρα μου σ' ορκίζω πρώτα. Μη μου ειπής για κείνον τον τιποτένιο το Θεομίσητο.

Η τέχνη του, η τύχη του, το σκαφίδι που τον κρατεί και το στοιχειό που τον μάχεται, σμίγει και σφιχτοδένει όλους μαζί μικρούςμεγάλους στα βρόχια του κινδύνου και των θλίψεων. Ήθελαν πολλοί να τον βγάλουν από τη νέκρα τουνα του δώσουν δουλειάέλα όμως που ετρόμαζαν την τύχη του! Δεν ήταν πράγμα τιποτένιο. Καλά πίσω αν εγύριζε το πλεούμενο. Αν το εκάρφωνε όμως για πάντα σε καμμιά ξέρα;

Μα τότες τον αντίσκοψε και τούπε ο Αχιλέας «Άναντρο αλήθια θάμουνα κορμί και τιποτένιο, αν πάντα ναι σου φώναζα, το στόμα σαν ανοίγεις· σ' άλλους παράγγελνέ τα αφτά, δεν είναι αφτά για μένα! 295 Μα ετούτο ακόμα θα σου πω κι' εσύ στο νου σου βάλ' το. 297 Τ' άρματα δε θα πάρω εγώ να χτυπηθώ μαζί σου, μ' εσένα εδώ είτε κι' άλλο σας. κανένα, για την κόρη, τι εσείς τη δώκατε κι' εσείς την παίρνετέ μου πίσω· μα απ' τ' άλλα πούχω στο γοργό και μάβρο μου καράβι 300 δε θα μ' αγγίξεις τίποτα χωρίς τη θέλησή μου.

Κα ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Για την κόρη σου χρειάζεται ένας σύζυγος ηθικός, τίμιος, πλούσιος και καλοκαμωμένος, κι' όχι κανένας ασχημομούρης κόντεπεινάω . ΝΙΚΟΛΕΤΑ Αυτό είν' αλήθεια: έχομε δα παράδειγμα το γυιό τον άρχοντα του χωριού μας, ένα βλάκα και τιποτένιο. Έχω αρκετή περιουσία για την κόρη μου· μόνο η δόξα μου λείπει και θέλω να την κάνω μαρκησία. Κα ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Μαρκησία; ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Μάλιστα, μαρκησία.