Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 14 Μαΐου 2025


Ενώ δ' εξηκολούθουν ούτω τας ερεύνας των, ηκούσθη η φωνή του Μάρτη, ο οποίος έλεγε με βραχνήν και διακοπτομένην φωνήν, ως παραληρών: — Α! μα το Σταυρό· ποτέ δεν το είχα παθημένο. . . Εμένα να σκοτίση το κρασί! θα είχε ύψο, ύψο πολύν. . . Τι διάβολο τον θέλουνε τον ύψο; καλά ρετσίγκι, το νοιώθω· είνε καλό, βαστάει γερό το κρασί· μα τον ύψο; — για να βαρήτο κεφάλιμάλιστα!. . . Μωρέ πώς την έπαθαν ως τόσο οι φίλοι! τόρα θα έρθουν και θα 'βρούν, το μύλο χάρβαλο και το νερό κομμένο. . . . Μα ποιος τους φταίει; τους φταίω 'γώ; — όχι!. . . εγώ έπια από τον πύρο μου.

Κάθε μου λέξις ήτο και όρκος, και τον επατούσα αμέσως ενώπιον του Ουρανού. Αγαπούσα πολύ το κρασί· και ακόμη περισσότερον τα τυχηρά παιγνίδια. Εξεπερνούσα και Τούρκον εις την ερωτομανίαν. Είχα καρδίαν άπιστου, αυτί προδότου, χέρι φονηά. Ήμουν χοίρος εις την ακαμωσιά, αλωπού εις την κατεργαριά, λύκος εις την αχορταγιά, σκύλος εις το λύσσασμα, λέωντο κυνήγημα.

Ω! τούτο είναι θαύμα που κ' ένα φόνον ξεπερνά ωσάν αυτόν!... ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΒΕΘ Αυθέντα, σ' αποζητούν οι φίλοι σου. ΜΑΚΒΕΘ Ω! Είχα λησμονήσει. — Να μη με συνερίζεσθε, αγαπητοί μου φίλοι. Ασθένεια παράδοξος με βασανίζει· όμως δεν είναι τίποτε αυτό δι' όσους με γνωρίζουν. — Χαρά κ' υγείαόλους σας! Ελάτε. Ας καθίσω. Δότε μ' εδώ 'λίγο κρασί· γεμάτο το ποτήρι!

Μα αισθάνονται μεγαλείτερη όρεξι παρά την απορία. Κάθονται, τρώγουν και παραχορταίνουν. Βλέπουν και το κρασί· το μυρίζονται. Περισσότερη έχουν δίψα παρά έκπληξι. Ρίχνονται και ρουφούν πάσχουν να ξεδιψάσουν. — Μην το πίνουμε το δόλιο, μπάρμπα και δεν ξέρουμε το τι μας βρίσκει· λέγει μία στιγμή ο ανεψιός φρόνημα στον θείο του.

Έτσι σαν είπαν δέηση κριθάρι πασπαλώντας, πρώτα σηκώνουν των βοδιών τις κεφαλές, τα σφάζουν, τα γδέρνουν, κόβουν τα νεφρά, και τα διπλοτυλίγουν 460 με σκέπη, και τα συγυρνάν μ' από παντού κομμάτια. Κι' απάνου ο γέρος τάκαιγε σε σκίζες περιχώντας ξανθό κρασί· κι' οι νιοι κοντά πεντόσουγλα κρατούσαν.

Στο χωριό του κάμανε τα συνειθισμένα για το κρυολόγημα, τριψίματα, ζεστά, βεντούζες και τα τέτοια· αλλ' η κατάστασή του χειροτέρευε. Τότε στο παραλήρημα του πυρετού άρχισε να ζητά κρασί· κεπειδή δεν τούδιδαν, βλαστημούσε όλη την ώρα κέλεγε πως, όταν θα σηκωνότανε, θάσφαζε τη γυναίκα του και τα παιδιά του.

Οπόταν ο βασιλεύς με τον βεζύρην του έτρωγαν, δύο κορασίδες ωραίες επρόσφεραν του καθενός από μίαν κούπαν από αγάθην, γεμάτην από γλυκύτατον κρασί· και είχαν την επιστασίαν να τες κρατούν πάντοτε γεμάτες. Η Κυρία με όλον που δεν έπινεν, η μυρωδιά τής έκανε το ίδιον αποτέλεσμα, που έκανε των άλλων.

ΣΤΕΦΑΝ. Πιε, δούλοτέρας, όταν σου το προστάζω εγώ· τα μάτια σου είναι χωσμένα μέσα στο κεφάλι σου. ΤΡΙΝΚ. Και πού αλλού θα τάχη χωσμένα; ήθελ' είναι ένα άξιο τέρας, μα την αλήθεια, ανίσως τάχε στην ουρά του. ΣΤΕΦΑΝ. Ο τερατάνθρωπός μου έπνιξε τη γλώσσα του μέσα στο κρασί· όσο για με, το πέλαο δεν με πνίγει· εκολύμπησα, πριχού πιάσω στερηά, εδώ κ' εκεί, εξήντα πέντε μίλια, μα τούτο το φως.

Λέξη Της Ημέρας

ξαναφύγεις

Άλλοι Ψάχνουν