United States or Austria ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΕΡΜ. Θα μάθετε μετ' ολίγον διατί και ημείς τους ζητούμεν• τώρα δε βοηθήσατέ μας εις το διαλάλημα• «Όποιος γνωρίζει που βρίσκεται ένας δούλος Παφλαγών, βάρβαρος από την Σινώπην, του οποίου το όνομα έχει σχέσιν με κτήματα και είνε ολίγον ωχρός, έχει κομμένα τα μαλλιά σύρριζα, τρέφει μεγάλα γένεια, έχει εις τον ώμον κρεμασμένην πήραν, φορεί μανδύαν, θυμώνει εύκολα, είνε αγράμματος, έχει φωνήν βραχνήν και υβρίζειόποιος γνωρίζει που ευρίσκεται αυτός ο δούλος να μας πληροφορήση και θα λάβη ωρισμένην αμοιβήν».

Ενώ ταύτα εσκέπτετο και σήμερον, ως πάντοτε η Γαλανή παρά την καλύβαν της καθημένη, ύψωσε τους οφθαλμούς προς τον καθαρόν ουρανόν. Εκατέβασεν αυτούς εις τα πέριξ καταπράσινα τοπία, τους προσήλωσεν επ' ολίγον εις την απέναντι ράχην, όπου ήσαν τα κατσικάκια της κ' έπειτα στραφείσα προς την μικράν ανεψιάν της: — Κάτσε κατά 'ης, Ασήμω της είπε με βραχνήν κ' επιβάλλουσαν φωνήν.

Και είδον πάλιν τους ναούς κλειστούς, σκοτεινούς. Είδον ιερείς λαμπροφορεμένους ως αγγέλους, και είδον ιερείς μαύρους ως κόρακας. Και τότε μόλις ηκούσθη ο κώδων του γειτονικού μου ναού, εκεί επάνω εις τους Αέρηδες, με φωνήν όμως βραχνήν, ως σπασμένην. Εσήμαινεν ώραν πολλήν πένθιμα και άνοστα· και μου εφαίνετο ως να έλεγε: — Τώρα πλεια Χριστούγεννα! Τώρα πλεια Χριστούγεννα!

Προχθές διέβαινε μία δηλιγιαννική διαδήλωσις· και κάποιος, αποσπασθείς από το πλήθος, επλησίασεν εις το πεζοδρόμιον και μου έρριψεν, ως πιστολιάν, μίαν βραχνήν κραυγήν: — Κορδόναρος! Κορδονάραρος! Και τους δεκατρείς! Εδυσκολεύθηκα ν' αναγνωρίσω τον μαχητήν του Βελεστίνου υπό τους μώλωπας, τους οποίους είχεν εις το πρόσωπον. — Τι μούτρα είν' αυτά. μωρέ; Ποιος σ' έκαμ' έτσι; — Μην τα ρωτάς!

— Η μητέρα πού είνε; ηρώτησε πάραυτα με ξενίζουσαν στρυφνήν και βραχνήν προφοράν ο καπετάν Νικολάκης. — Πήγε 'στο Κάστρο, απήντησεν η κόρη, προσπαθούσα τότε να περισυνάξη την εύμορφον κόμην της, ν' ανάψη το φως και το πυρ και να συγυρίση τον πενιχρόν οικόν της. Πήγε' στο Κάστρο, επανελάμβανε. Και προσέθετε μόνη της: «Σαν προφήτης! Δεν της είπα να μη πάη

Εισήρχετο κατηφής, αλλά και μετ' εγκαρτερήσεως εις το σχολείον, αφού εσήμαινεν επί μακρόν και με βραχνήν φωνήν ο σπασμένος κώδων, ο ανηρτημένος από δύο ορθίων ξύλων έξω της θύρας, τον οποίον φαγωμένων ήδη όντα από την σκωρίαν, όταν αφηρέθη από παλαιόν ερημοκκλήσιον, οι μαθηταί είχον σπάσει διά της υπερβολικής και παρακαίρου χρήσεως, ή διά χαλίκων ριπτομένων εξωδίκωςεν ώρα σχολής των μαθημάτων.

Και προβάλοντα τον τράχηλόν των, τον παρετήρουν ανήσυχα με τους παιδικούς των οφθαλμούς. Ο Ιωακείμ εσυνείθιζε και έβαλεν από το βάθος του λαιμού του μίαν βραχνήν κραυγήν, η οποία τα καθίστα τόσον εύθυμα, ώστε ωρθούντο ακράτητα επί των οπισθίων ποδών των, και στενοχωρούμενα εις το περιωρισμένον εκείνο μέρος εζήτουν να τρέξωσι.

Ο Πετρώνιος έγραφεν, ο Βινίκιος του απέσπασεν από την χείρα τον κάλαμον, τον έθραυσεν, ενέπηξε τους δακτύλους του εις τον βραχίονα του θείου και με βραχνήν φωνήν, είπε: — Τι την έκαμες, πού είνε; Μα όλους τους καταχθονίους θεούς, ομνύω ότι εάν με επρόδωσες, θα σου βυθίσω την μάχαιραν εις τον λαιμόν, και υπό τα όμματα του Καίσαρος μάλιστα. — Ας ομιλήσωμεν ήσυχα, απήντησεν ο Πετρώνιος.

Ήτο γλυκεία αυγή του Μαΐου. Η κυανωπή και ροδίνη ανταύγεια του ουρανού έχριε με απόχρωσιν μελιχράν τα χόρτα και τους θάμνους. Ηκούετο ο μινυρισμός των αηδόνων εις το δάσος, και τ' αναρίθμητα μικρά πουλιά ετέλουν εκθύμως, απλήστως, την συναυλίαν των την άφατον. Αφού η Φραγκογιαννού απεμακρύνθη πολλά βήματα, ήκουσε βραχνήν κραυγήν όπισθέν της.

Την στιγμήν εκείνην, μαθόντες οι ευθυμούντες παρά του καφεπώλου περί της επανόδου του κυρ Δημάκη, έσπευσαν να τον χαιρετίσωσι. Κ' ενώ εκείνος εισήρχετο σπεύδων να κλεισθή εις την οικίαν, ο καπετάν-Παρμάκης ηκούσθη με φωνήν βραχνήν σβυσμένην από του γαλακτώδους ποτού. — Καλά ήταν τ' ακρογιαλά, κυρ Δημάκη;