United States or Gambia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αισθανθείς λύπην άφατον διά το δυστύχημα τούτο και θέλων να θάψη την θυγατέρα του μεγαλοπρεπέστερον παρ' ό,τι θάπτουσι τους άλλους, διέταξε να κατασκευάσωσι βουν ξυλίνην κοίλην, την οποίαν κατεχρύσωσε και έθεσεν εντός αυτής την αποθανούσαν θυγατέρα του.

Η όψις όλης αυτής της αγάπης και της λύπης, το οικτρόν θέαμα της ανθρωπίνης στερήσεως, η εσχάτη ματαιότης εν τοιαύτη στιγμή της ανθρωπίνης παραμυθίας, το άφατον παράπονον, «ω, διατί να μη είσαι εδώ να σώσης τον φίλον σου από το κέντρον του θανάτου και ημάς από το πικρότερον κέντρον του χωρισμούΌλα ταύτα έθιξαν την τρυφεράν συμπάθειαν του Ιησού εις βαθείαν συγκίνησιν.

Εάν μεταβληθή εις τρικυμίαν την νύκτα, ίσως οι πάσσαλοι επί τέλους συντριβώσιν. Ίσως! Χθες προς το λυκαυγές μία λευκή περιστερά ήλθε κ' εκάθισεν επί των κιγκλίδων του εξώστου άνωθεν της κεφαλής μου, πάλλουσα τας πτέρυγάς της. Εντός του διαλυομένου σκότους, προτού ανατείλη ο ήλιος, την είδα προσηλούσαν εις τους οφθαλμούς μου τους λάμποντας οφθαλμούς της. Το βλέμμα της εξέφραζε θλίψιν άφατον.

Ήτον εκ των γυναικών εκείνων των εχουσών δευτέραν νεότητα, ανθηροτέραν της πρώτης· ωχρά, και αφελής, και άπλαστος, εφαίνετο άσχημη εκ πρώτης όψεως, αλλά μετά δεύτερον βλέμμα ανεκάλυπτέ τις εις το πρόσωπον της άφατον γλυκύτητα. Ήτο νύμφη και ιέρεια και γυνή. — Πούαυτόν τον κόσμο, εξάδελφε! μου λέγει. Η εξαδέλφη Μαχούλα είχεν ελαιώνα εις τα μέρη εκείνα.

Ο παπά-Φραγκούλης και η συνοδεία του φθάσαντες εισήλθον τέλος εις τον ναόν του Χριστού και η καρδία των ησθάνθη θάλπος και γλυκύτητα άφατον.

Ήτο γλυκεία αυγή του Μαΐου. Η κυανωπή και ροδίνη ανταύγεια του ουρανού έχριε με απόχρωσιν μελιχράν τα χόρτα και τους θάμνους. Ηκούετο ο μινυρισμός των αηδόνων εις το δάσος, και τ' αναρίθμητα μικρά πουλιά ετέλουν εκθύμως, απλήστως, την συναυλίαν των την άφατον. Αφού η Φραγκογιαννού απεμακρύνθη πολλά βήματα, ήκουσε βραχνήν κραυγήν όπισθέν της.

Ησθανόμην γλύκαν, μαγείαν άφατον, εφανταζόμην τον εαυτόν μου ως να ήμην έν με το κύμα, ως να μετείχον της φύσεως αυτού, της υγράς και αλμυράς και δροσώδους. Δεν θα μου έκανε ποτέ καρδιά να έβγω από την θάλασσαν, δεν θα εχόρταινα ποτέ το κολύμβημα, αν δεν είχα την έννοιαν του κοπαδιού μου.

Ουδέποτε άλλοτε αφ' ότου ενυμφεύθη, απέλαυσε την άφατον ευχαρίστησιν, την οποίαν κατά το έτος εκείνο, το πρώτον της επιτροπείας του συζύγου της. Των Βαΐων της έδωσεν ο εφημέριος μια βάια, πρασίνη-πρασίνη και γεμάτη ψωμί, το αρτόχρουν άνθος της. — Ούτε νύφη δεν επήρα τέτοια βάια! Έλεγε προς τον σύζυγόν της την μεσημβρίαν, ότε έτρωγον τον ξαρμυρισμένον ροφόν!

Δι' ενός βλέμματος ο Πιλάτος ενόησε τα άγρια πάθη των κατηγόρων, εθαύμασε το πράον άφατον μεγαλείον του θύματος, και η ερώτησίς του είνε αυστηρώς βραχεία: «Τίνα κατηγορίαν φέρετε κατά του ανθρώπου τούτου;» Η ερώτησις τους εξάφνισε, και έδειξεν αυτοίς ότι οφείλουσι να παρασκευασθώσι προς απροκάλυπτον ανταγωνισμόν.

Από το φύλλα της εστάλαζε κ' έρρεεν ολόγυρά της «μάννα ζωής, δρόσος γλυκασμού, μέλι το εκ πέτρας». Έθαλπον οι ζωηφόροι οποί της έρωτα θείας ακμής, κ' έπνεεν η θεσπεσία φυλλάς της ίμερον τρυφής ακηράτου. Και η κορυφή της βαθύκομος ηγείρετο ως στέμμα παρθενικόν, διάδημα θείον. Ησθανόμην άφατον συγκίνησιν να θεωρώ το μεγαλοπρεπές εκείνο δένδρον.