Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 26 Μαΐου 2025
Ενώ δ' εξηκολούθουν ούτω τας ερεύνας των, ηκούσθη η φωνή του Μάρτη, ο οποίος έλεγε με βραχνήν και διακοπτομένην φωνήν, ως παραληρών: — Α! μα το Σταυρό· ποτέ δεν το είχα παθημένο. . . Εμένα να σκοτίση το κρασί! θα είχε ύψο, ύψο πολύν. . . Τι διάβολο τον θέλουνε τον ύψο; καλά ρετσίγκι, το νοιώθω· είνε καλό, βαστάει γερό το κρασί· μα τον ύψο; — για να βαρή 'ς το κεφάλι — μάλιστα!. . . Μωρέ πώς την έπαθαν ως τόσο οι φίλοι! τόρα θα έρθουν και θα 'βρούν, το μύλο χάρβαλο και το νερό κομμένο. . . . Μα ποιος τους φταίει; τους φταίω 'γώ; — όχι!. . . εγώ έπια από τον πύρο μου.
— Ποιος μ' εφώναξε! . . . Τα μάτια του εγέμισαν αμέσως πάλιν από δάκρυα. Καταπραϋνόμενος δε ολίγον κατ' ολίγον ήρχισε να ψάλλη με θρηνώδη φωνήν, διακοπτομένην ενίοτε από λυγμούς. «— Πού εστίν η του κόσμου προσπάθεια; Πού εστίν η των προσκαίρων φαντασία; . . .»
Η Κυρά Ρήνη με οφθαλμούς υπερμέτρως ανοικτούς, αναπνοήν διακοπτομένην, χείλη κινούμενα, έτοιμα να εκφέρουν βλασφημίας και κατάρας, απεκλειστικόν αυτών προσόν, παρετήρει κύπτουσα ανυπομόνως τας φλόγας, αίτινες εκοκκίνιζον φοβερώς το πρόσωπόν της, το μαραμένον ήδη.
Απεκαλύφθησαν και ήρχισαν να κάμνουν τον σταυρόν των. Μερικοί και εδάκρυον παρακολουθούντες την πένθιμον εκείνην ψαλμωδίαν. Όταν δ' ο ναύκληρος ήρχισε να ψάλλη τελευταίον: «Μετά των Αγίων ανάπαυσον . . . ;» σιγά-σιγά με κλαίουσαν φωνήν, συχνά διακοπτομένην από τους λυγμούς της ψυχής του, οι ναύται δεν ημπόρεσαν να κρατηθούν από την συγκίνησιν και ανεκραύγασαν πάντες εν χορώ: — Θεός σχωρέστηνε!
Η βιαιότης είνε κληρονομική εις την οικογένειαν του Βινικίου. — Άρχων, είπε με διακοπτομένην φωνήν, μάθε ότι ο Πετρώνιος όταν θα είνε πατήρ μου θα μου δώση λόγον διά την ύβριν την γενομένην εις την Λίγειαν. Επάνελθε εις τον οίκον σου και περίμενέ με. Ούτε ο Πετρώνιος, ούτε ο Καίσαρ δεν θα την έχουν ποτέ. Θα την φονεύσω μάλλον και μαζί με αυτήν και τον εαυτόν μου! Και έτρεξε εις του Πετρωνίου.
Εις τα ωραία χαρακτηριστικά του Βινικίου είχεν αποτυπωθή μία ψυχρά οργή. Ο Έλλην έπεσε γονυκλινής και κυρτωθείς ήρχισε να οιμώζη με φωνήν διάκοπτομένην: — Πώς; Διατί; . . . Αυθέντα! Διατί! . . . Πυραμίς χάριτος! Κολοσσέ ελέους! διατί; . . . Είμαι γέρων πειναλέος, άθλιος . . . Σε υπηρέτησα . . . Ούτως ευγνωμονείς προς εμέ; — Όπως συ προς τους χριστιανούς, απήντησεν ο Βινίκιος.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν