Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 7 Μαΐου 2025


Ο άνεμος εβόιζε γύρω του· κάτω μέσα εις την άβυσσον έβραζαν τα νερά, που έλυωναν από τον Παγώνα, το Παλάτι της Νεράιδας του Πάγου.

Κρυμμένοςτα χαμόκλαδα 'κουρμένεται ο Γιαννούλας Με την καρδιά του ανήσυχη, όμως βουβός 'σάν πέτρα. Ακούει τα 'παινέματα, τα λόγια της Νεράιδας, Ακούει την αγάπη της και το παράπονό της, Και μίαν απόκρυφη χαράτα σωθικά του νοιώθει.

Τότες η Βρισοπούλα, νια χρυσή σαν Αφροδίτη, σαν είδε από σκληρό χαλκό τον Πάτροκλο σφαγμένο, τούπεσε απάνου, κι' έμπηξε τα κλάματα, ξεσκώντας, την όμορφη όψη τ' απαλά λαιμά της τ' άσπρα στήθια. 285 Κι' έτσι μοιρολογούσε η νια πούχε νεράιδας κάλλη «Πάτροκλε, εσύ που η μάβρη μου σε λάτρεβε η καρδούλα, Αχ ζωντανό εγώ σ' άφισα σαν έφεβγα, και τώρα στο γυρισμό μου, αφέντη μου, σε βρίσκω σκοτωμένο.

ΤΡΙΝΚ. Αυτό με καίει χειρότερα παρά τούτο το βρέξιμο. Και όμως αυτά είναι της άκακης Νεράιδας σου τα καμώματα, τέρας. ΣΤΕΦΑΝ. Θα πάω ναύρω το φλασκί μου, και ας χαθώ. ΚΑΛΙΜΠ. Παρακαλώ σε, βασιλέα μου, ησύχασε· βλέπεις εδώ, τούτο είναι το στόμα του σπηλαίου· αγάλι, αγάλι, έμπα μέσα. Πράξε αυτό το καλό κρίμα, που κάνει δικό σου τούτο το νησί· για πάντα, κ' εμέ, τον Κάλιμπάν σου, ποδογρύφτη σου.

Όταν έφθασαν εις τον πεύκον του Ματαρώνα, ανέτειλε και η σελήνη εκ του βουνού, μεγάλη, στρογγύλη, πανσέληνος, ως πρόσωπον νεράιδας νυκτερινής. Κ' εφωτίσθη μετ' ολίγον πραέως και μελιχρώς η οδός, ο κάμπος του ελαιώνος πέραν, και κάτω εις την άκραν η πολίχνη, λευκή-λευκή, ως σωρός λευκολίθου.

Συ να με βοηθήσηςείπεν ο Ρούντυ, «ακόμη δεν εχρειάσθηκα την βοήθειαν γυναικός, διά να σκαρφαλώσωΚαι εβάδισε ταχύτερον προς τα εμπρός, μακράν από αυτήν ο χιονοστρόβιλος τον περιεκάλυψε σαν μέσα εις πέπλον, ο άνεμος εβόιζε και πίσω ήκουε την κόρη να γελά και να τραγουδή· ήτο παράδοξος ήχος. Θα ήτο μυστηριώδες φάντασμα εις την υπηρεσίαν της Νεράιδας του Πάγου.

Τον ηγάπων τα ζώα, τον συνώδευον τα πτηνά, τον ηγάπων αι Ακτίνες, την αγάπην της Μπαμπέττας διαδέχονται της Νεράιδας τα φιλήματα και από την αγάπην της φθαρτής γης μεταβαίνει ο Ρούντυ εις την αγάπην του Απείρου. «Με αγαπούν όλοι» έλεγεν ο Andersen δι' εαυτόν και πράγματι, ου μόνον οι σύγχρονοι ηγάπων τον συμπαθή λαοφίλητον ποιητήν, αλλά και μετά θάνατον τον ηγάπησαν πάντες και οι πατριώται του την ημέραν των γενεθλίων του ετίμησαν ως εθνικήν εορτήν πριν αποθάνη· έστησαν τέλος τον ανδριάντα αυτού, ώστε η συμπαθής, αφελής, πλήρης αγάπης Μεγάλη Μορφή δι' αγάπης υψούται εις το Άπειρον!

Ο γυιός του τώρ' ανδρειεύθηκε, και περπατάει τη νύχτα Με του Γιαννούλα τ' άρματα αλαφοκυνηγώντας Κι' ούτε Νεράιδες σκιάζεται ούτε Ξωθιαίς φοβάται, Γιατ' είνε Νεραϊδόπαιδο κ' έχει Νεράιδας αίμα. Χωρίς ν' αρπάξη απ' τα μαλλιά δεν άφηκε Νεράιδα, Χίλιαις ως τώρα φίλησε κι' αγκάλιασε άλλαις τόσαις.

Ο Αγάλλος διηγείτο πολλάκις ότι είχεν ιδεί νεράιδας με τα μάτια του, ότι του είχαν ομιλήσει, αλλ' αυτός εφυλάχθη καλώς να ταις δώση απάντησιν, γνωρίζων ότι είχαν την δύναμιν «να του πάρουν την μιλιά του». Μίαν φοράν πάλιν παρουσιασθείσα προς αυτόν, όταν ήτο παιδί, εις τον μύλον του πατρός του, η Μοίρα του, του είχε δώσει με την χείρα της έν φλωρίον.

Ήξερε αυτός από μικρός ότι όποιο παλληκάρι Αρπάξη τ' ολομέταξο μαντήλι της Νεράιδας, Εκείνη αφίνει τα νερά, τον παίρνει από κατόπι, Και γίνεται γυναίκα του και γίνεται 'δική του. Βάνει ο Γιαννούλας φυλαχτό μπαρούτι και λιβάνι Και πάειτης πέτραις της οχθιάς κι αρπάζει το μαντήλι Και ροβολάτη λαγκαδιά και χάνεταιτα πεύκα.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν