United States or Sweden ? Vote for the TOP Country of the Week !


Χρόνια, ταξείδια και θαλασσοδαρμούς δεν ήξευρε ποιος είχε τα περισσότερα. Και οι απέξω που μας κατευόδωναν δεν ήσαν καθόλου άμαθοι. Χίλιες φορές είδαν τον μισεμό και τον γυρισμό μας. Τα δάκρυα και οι χαρές έχασαν το σύνορό τους σε κάθε ναυτικό μέρος. Τραγούδια και μυρολόγια βρίσκονται αδερφωμένα πάντα όπως το κυπαρίσσι θλιμμένο και η ολόδροση τριανταφυλλιά μέσα στο νεκροταφείο.

Ο δρόμος δεν έχει γυρισμό, γιατί η δύναμι της αγάπης από τώρα κι' όλα ανίκητα σας τραβάει, και ποτέ πεια δε θα βρήτε χαρά δίχως λύπη. Σας κατέχει το μαγεμένο κρασί που ήπιατε, το ερωτικό ποτό που η μητέρα σας, Ιζόλδη, μου είχεν εμπιστευθή. Μονάχα ο Βασιληάς Μάρκος ώφειλε να το πιή με σας. Αλλά ο Σατανάς μας εκορόιδεψε και τους τρεις, κ' έτσι αδειάσατε σεις το ποτήρι.

Κι' ένας τους νιος στο γυρισμό τούς βάραε το λαγούτο γλυκά που λες σε λίγωνε, κι' αγάλι τ' αποτρύγια 570 τραγούδαε, κι' όλη η συντροφιά ξοπίσω ροβολούσε, και ξεφωνώντας χόρεβαν μ' ανάλαφρο ποδάρι. Κι' έφτιασε μέσα εκεί βοδιών κοπάδι κουτελάτωναπό καλάι τα διόρθωσε τα βόδια και χρυσάφι — π' απ' την ταγή ίσα τρέχανε με μουγκρητά να πιούνε 575 κοντά σε ρέμα μούρμουρο, δροσάτο καλαμιώνα.

ΓΟΝΖ. Εγώ λέω που η εντυμασιές μας είναι ακόμη καινούριες καθώς τες πρωτοφορέσαμε στην Αφρική, στο γάμο της καλής μας βασιλοπούλας, της Κλάριβελ, με τον βασιλέα του Τουνεζιού. ΣΕΒΑΣΤ. Καλός γάμος, και καλότυχοι εμείς στο γυρισμό μας! ΑΔΡΙΑΝ. Το Τούνεζι δεν ετιμήθηκε με άλλη παρόμοια βασίλισσα. ΓΟΝΖ. Ποτέ, από τον καιρό της χήρας Διδώς.

Καλότυχοί μου χωριανοί, ζηλεύω τη ζωή σας, Την απλοϊκή σας τη ζωή, πώχει περίσσιες χάρες. Μα πλιο πολύ τον μαγικό ζηλεύω γυρισμό σας, Όντας η μέρα σώνεται και βασιλεύει ο ήλιος.

τον γυρισμό του χάρηκαν οι σεβαστοί γονείς του, και πώς το λάβωμ' έλαβε να μάθουν ερωτούσαν· και αυτός τους εξιστόρησε πώςτο κυνήγι χοίρος με λευκό δόντι ελάβωσεν αυτόν, οπότ' ανέβη 465τον Παρνασό, με τους υιούς αντάμα του Αυτολύκου.

Και ο Μέδοντας ο συνετός ωμίλησέ της κ' είπε• «Να ήταν αυτό, βασίλισσα, μες' 'ς τα κακά το πρώτο• αλλ' ένα μεγαλήτερο, και φοβερώτερ', άλλο τώρα οι μνηστήρες μελετούν, να το εμποδίση ο Δίας• να κόψουν τον Τηλέμαχον ζητούντον γυρισμό του• 700 κ' εκείνος πήγεν, άκουσμα να μάθη του πατρός του, 'ς την θείαν Λακεδαίμονα και εις Πύλο την αγία».

Άλλη παγίδα ο βασιλιάς στο γυρισμό τού στήνει· στέλνει τα πιο καλύτερα του τόπου παλικάρια και τον παραμονέβουνε· μα πίσω πια δεν ήρθαν, τι τους θανάτωσε ο λαμπρός Βελλεροφόντης όλους. 190 Σαν είδε θρέμμα πια θεού πως είταν αντριωμένο, αφτού κοντά του τον κρατάει, του δίνει μια του κόρη, και τυχερά απ' του βασιλιά μισά του δίνει απ' όλα.

Αυτά 'πα, κ' ευθύς μου 'δωκεν απάντησιν εκείνος• Ατρείδη, αυτά τι μ' ερωτάς; ποσώς δεν σε συμφέρει να ηξεύρης και να μάθης κείνα, 'που κλεί μέσα ο νους μου• πολληώρα δεν θα 'σαι άκλαυτος, όταν τ' ακούσης όλα. ότι απ' αυτούς πέσαν πολλοί, και άλλοι πολλοί εσωθήκαν. 495 των αρχηγών των Αχαιών εχάθηκαν δυο μόνοιτον γυρισμό•τον πόλεμο και συ παρευρισκόσουν. ένας ακόμη ζωντανόςτα πέλαγα κρατιέται• και ο Αίαςτα μακρύκουπα καράβια του αφανίσθη• εις ταις Γυραίς πρώτ' έφερεν αυτόν ο Ποσειδώνας, 500 τραναίς πέτραις, κ' εφύλαξεν απ' την θαλασσοζάλη• κ' είχε σωθή, και μισητός ας ήταν της Αθήνης• αλλ' είπε λόγον βλάσφημον, μεγάλως ετυφλώθη• πως έφυγ', είπε, εις των θεών το πείσμ', από το βάθος• ο Ποσειδώνος άκουσε 'που αυτός μεγαλολόγα, 505 και άδραξ' ευθύς την τρίαινατα χέρια τ' ανδρειωμένα, την Γυρή πέτρα εκτύπησε, την έσχισε• ένα μέρος έμειν' αυτού•το πέλαγο τ' απόκομμα εβυθίσθη, 'π' ο Αίας πρώτα εκάθονταν την ώρα 'που ετυφλώθη, κ' έφερνε αυτόντον άπειρον κυματισμένον πόντο. 510 έτσι αφανίσθηκεν αυτός αφού κατέπιε άρμη. και ο αδελφός σου εξέφυγε τότε την μαύρη μοίρα μες τα βαθειά καράβια του• τον έσωσεν η Ήρα. αλλ' όταν εκοντόφθανετο όρος του Μαλέα το υψηλό, τον άρπαξε κ' επήρε ανεμοζάλη 515την ιχθυοφόρα θάλασσα, και αυτός βαρειά βογγούσε. και κείθ' έδειχνε ακίνδυνος ακόμη ο γυρισμός τους, κ' έστειλαν πρύμον οι θεοί, κ' έφθασαντην πατρίδα, εις ακρογιάλι εξοχικόν, όπου εκατοίκα ο Θυέστης το πάλαι, τότ' ο Αίγισθος υιός του εκατοικούσε. 520 κ' εκείνος μ' αναγάλλιασιτο πατρικό του χώμα επάτησε, και το 'πιασε, κ' εφίλειε το με πλήθια δάκρυα θερμά, χαρούμενος ότ' είδε την πατρίδα• και απ' την σκοπιά τον ξάνοιξε ο σκοπός, οπού 'χε στήσει ο δολερός ο Αίγισθος, και του χε τάξει δώρο 525 δυο χρυσά τάλαντα, και αυτός ολοχρονής εφύλα, μη του περάση απάντεχος και δράξη ευθύς τα όπλα• και του ποιμένα των λαών κατέβη να το είπη. κ' ευθύς τέχνασμα επίβουλον ο Αίγισθος ευρήκε• είκοσι παίρνει διαλεκτούς άνδραις, κ' εις ένα μέρος 530 τους κρύβει, και αλλού τράπεζα προστάζει να ετοιμάσουν• και αυτός τον Αγαμέμνονα κατέβη να καλέση, με άλογα, με άμαξαις, και έργ' άσχημα εμελέτα. τον πήρε ανυποψίαστον του ολέθρου, εδείπνισέ τον κ' εσκότωσε, ως σκοτόνουσι το βώδιτο παχνί του. 535 και ουδ' ένας τότε απόμεινε της συντροφιάς τ' Ατρείδη, ουδέ του Αιγίσθου, αλλ' όλοι τουςτο σπίτι εφονευθήκαν.

ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Ας λείψουν οι αλαφρόμυαλες αντιλογίες.— Κοινοποίησε στους αξιωματικούς την απόφασή μου. Κ' εγώ θα εξηγήσω στη βασίλισσα το λόγο που με βιάζει να φύγουμε και θα πάρω από την αγάπη της την άδεια να φύγω. Γιατί δεν είναι μόνο ο θάνατος της Φουλβίας που μας βιάζει: τα γράμματα πολλών φίλων μας στην Ρώμη ζητούν τον γυρισμό μας.