United States or Chile ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μονομιάς χίλια μύρια άλλα λεπίδια αστραφτερά εγλύστρησαν εκεί, πίσω από των άλλων καταδίκων τις πλάτες κρυμμένα, κ' εθάμπωσαν τον ήλιο ψηλά. — Ωσπότε πλια! Ωσπότε! Λυσσασμένοι, σύσσωμοι ρίχτηκαν ξοπίσω στο λοχία όλοι. Οι αλαφροποινήτες με φόβο, με κραβγές, με ταραχή πολλή έτρεχαν πέρα δώθε να κρυφτούν μες τα δωμάτια.

Πώς πάνε οι δικές σου οι δουλειές; Ξαναρχίζει λοιπόν, πάει να πη, το παλιό ειδύλιο; Τι τρέλλα! Τι τρέλλα! ΦΛΕΡΗΣΆφισέ τα, γιατρέ. Δεν έμαθες τα άλλα νέα.. . ΜΙΣΤΡΑΣΠοια; ΦΛΕΡΗΣ — Η Λέλα ήρθε εδώ. Βρίσκεται στα λουτρά. ΜΙΣΤΡΑΣΤου Διαβόλου τη γυναίκα. Πάει να πη σούγινε κολυτσίδα. Σου τρέχει ξοπίσω. Έτσι είναι αυτές οι γυναίκες πανάθεμά τες. Πες μου. Ξέρει τίποτε για τη Βέρα;

Χούγιαξε τότε ο Νέστορας με μια φωνή μεγάλη «Βλαστάρια τ' Άρη ξακουστά, Αργίτικα ξεφτέρια, μη τώρα πλιάτσικα! κανείς μην καρτεράει ξοπίσω ζητώντας με τα πιο πολλά στα πλοία να γυρίσει, παρά έλα ομπρός! ας σφάζουμε νομάτους, και στον κάμπο 70 στερνά τα παίρνετε ήσυχοι κι' αφτά απ' τους σκοτωμένουςΕίπε, και σ' όλους έβαλε απόφαση και θάρρος.

Μερικά μπροστά· άλλα στώνα της πλάι· στάλλο της άλλα· ξοπίσω της άλλα. Την πολιόρκησαν στενά, σφιχτά την απόκλεισαν. Αχόρταγα την εκυτούσαν, εκπληχτικά την εθάμαζαν. Την εκαμάρωναν βλακίστικα, λαίμαργα την έβλεπαν. Όσο αφτή προχωρούσε στης λάμπας το φως αποκάτω, που την περίχυνε και την ελάμπρενε φανταχτερά, εκείνα πιο περίεργα τόρα, πιο χαζά και ξεχαημένα, ολοένα εζύγωναν.

Στην ψάθα να σε κλάψει δε θα σε βάλει η μάννα σου, μον το χοχλάτο ρέμα θα σε τραβήξει ως κάτου εκεί στης θάλασσας τον κόρφο. 125 Θα ρέβετε έτσι ως που μπροστά στο κάστρο σας να φτάστε, 128 φεβγάλα εσείς και πάντα εγώ λιανίζοντας ξοπίσω.

Ένα από κείνα της θεάς διαλέγει να χαρίσει, πούταν στα ξόμπλια πιο όμορφο κι' απ' όλα πιο μεγάλο, λαμπρό σαν άστρο· κι' είτανε βαλμένο κάτου κάτου. 295 Και κίνησε, κι' ένα σωρό αρχόντισσες ξοπίσω.

Πώς παίρνει σβάρνα λαγκαδιές βαθιές φωτιά μεγάλη 490 σ' όρος ξερό και καίγουνται τα πεφκοπλήθια δάση, και φλόγα ο άνεμος παντού σκορπάει στριφοκλωθώντας· έτσι ξοπίσω απ' τους οχτρούς σα λάμια λες με τ' όπλο χοιμούσε σκότωνε, κι' η γης κατέβαζε αίμα μάβρο.

Έτσι οι Δαρδάνοι, απ' τον αρνό μπροστά, κατά τον τάφο 166 του Ίλου του παλαιϊκού του Δαρδανοσπαρμένου μέσα απ' τον κάμπο χύθηκαν να μπουν στο κάστρο μέσα· κι' εκείνος πάντα σκούζοντας, τ' Ατρέα ο γιος, ξοπίσω κυνήγαε, κι' αιματόβαφε τ' αζύγωτά του χέρια. Μα πια σαν ήρθαν στην οξά κι' ως στη Ζερβιά την πόρτα, 170 στάθηκαν κι' όλους τους εκεί να φτάσουν καρτερούσαν.