Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 1 Μαΐου 2025


Αυτά ξερά-ξερά, και ούτε ένα κάθισε, ούτε ένα τσιγάρο, ούτε τι κάμνει η γυναίκα σου, ούτε ένα λόγο για την υποτροφία του γυιού μου ή της κόρης μου το λοχία. Ήθελα να μείνω λιγάκι με την ελπίδα πως θα τα θυμηθή, είχεν όμως πολλήν εργασίαν. Τον αποχαιρέτησα με βαρεία καρδιά και ξαναπήγα με οκτώ μέρες.

Ο διευθυντής μ' ελυπήθηκε και μου είπε πως θα ενεργήση δραστήρια και γρήγορα θα μάθη τι έγινε το κορίτσι μου. Μ' αρώτησε ποίοι εσύχναζαν εις το σπήτι μου και μου εφάνηκε πως εστραβομούριασε όταν του ανέφερα το λοχία Μεϊντανό. Επερίμενα πως θα μου πη τίποτες γι' αυτόν. Μου είπε μόνο καλή νύκτα και να έχω υπομονήν. Επέρασαν άλλες τέσσαρες μέρες χωρίς τίποτε να κατορθώση.

Οι άλλοι μαραμένοι, άφωνοι, βουβοί απόμειναν στο πλάι του λοχία τους. Ο Βλαχογιώργος έβριζε ολοένα από τη λύσσα του. Έγυρε μπρος στης πόρτας το διαπόρι πάλι και μανιακός μούγκριξε καταμέσα·Τζούτζιας! Γκότσης! Ντρούλιας! όξου παλιοκούλουκα!... Ήταν αφτοί οι τρεις πρώτοι, οι τυχεροί, που θαλατίζονταν με το σκοινί. Όλοι έμειναν μέσα άσειστοι, βουβοί. Κανείς δεν εκινήθηκε.

Οι στρατοκόποι, τα κάρα, τ' αμάξια, οι καβαλλάρηδες που τους μπόγαδαν τόση ώρα τόρα οι σφαίρες τη στράτα, πήραν το δρόμο τους, σε λίγο η τριανταφυλλένια αναλαμπή του ήλιου που χάθηκε στη δύση του, έσβυνε κι αυτή, κι η ερημιά κι η σιγαλιά χύθηκε πέρα για πέρα στις ραχούλες. Οι τρεις ευζώνοι με τον λοχία απόμειναν να φυλάξουνε τη σκηνή και μπαγάγια της.

Εις την αρχή υποθέσαμε πως την κρατούν για βιαστική δουλειά εις το καπελλάδικο, καθώς έτυχε και άλλη φορά· έπειτα αρχίσαμε να ανησυχούμε μήπως μας εξέκοψε για να γλυτώση από το λοχία. Αυτό όμως δεν ήτανε εις το χαρακτήρα της, γιατί μας αγαπούσε και ήτανε έτοιμη να κάμη το θέλημά μας. Μετά μισή ώρα πήγα να την ζητήσω στο καπελλάδικο. Με είπαν ότι είχε φύγη τη συνειθισμένη ώρα εις τα επτά.

Μπροστά στη στρατιωτική σκηνή την τεντωμένη στα ριζά μιας ραχούλας στάθηκαν οι τρεις ευζώνοι με τον λοχία. Ο άλλος λόχος πήρε τον κατήφορο προς τη χώρα με τους άντρας του πούχαν ρίξη όλοι πλάι πλάι από θαμπά τόσα τουφέκια στο σκοπό, με τους γκράδες τους οδοιπορικώς και με το τραγούδι τους: Θέλεις με μήλο βάρε με, θέλεις με πορτοκάλλι, θέλεις με τις πλεξίδες σου πάρε μου το κεφάλι.

Και κάθε φορά πάλι που τα υπουργεία έστελναν τις αναφορές στο Φρούραρχο, να κάμη ανάκριση, να τιμωρήση το λοχία, ο Βλαχογιώργος έβλεπε τις αναφορές, κατάγραφε τις υπογραφές, του ανέβαινε το αίμα στο κεφάλι και δρόμο για τη φυλακή.

Μπρε, όρνιο, τι νταουλιαλογάς, τι ξυλοκουτσουρίζεις; ζάψε λίγο κρασί μωρέ και μάσ' τα ξεράδια σου!. Ο λεβέντης έζαψε και πολύ, και μουρμούρισε: — Τάειδα με τα μάτια μου και τ' άξα με τ' αυτιά μ'. Δε π'στεύεις, κυρ λοχία;

Ο λοχίας γέλασε δυνατά με το ξερό του γέλοιο, ο κρεμανταλάς άνοιγε περισσότερο τα μάτια του και το στόμα του, με τα τεντωμένα μουστάκια του, σα νάλεγε πάντα το ξαφνισμένο του εκείνο «α! α!» — Μωρέ, να χαθής, όρνιο, θα πας και στον πόλεμο, συ είπε ο λοχίας, ξεκαρδισμένος στα γέλοια. — Στον πόλεμο, κυρ λοχία; πήγες του λόγου σου στον πόλεμο; Πού να τον δούμε μεις τον πόλεμο!...

Πυρ ομαδόν απάνω στα κεφάλια μας. Είμαστε ντιπ κατάλακκα, χωρίς ταμπούρια, χωμένοι μέσα στα κουτρόνια. Άξαφνα πέρ' απ' τα Καβούρια πλακόνει ένα τουρκικό μ' οχτακόσους Τόρα, κυρ λοχία, μου κάνουν αντάμα όλα τα παιδιά, τι θα κάμουμε; Να μας βοηθήσουν οι δικοί μας είταν αδύνατο. Τόρα μωρέ παιδιά, τους κάνω, κάμτε το σταυρό σας, φιληθήτε και πέστε πως δεν είστε ζωντανοί.

Λέξη Της Ημέρας

δέτη

Άλλοι Ψάχνουν