United States or Gambia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Συλλογιέμαι το μπάρκο και τον Βάραγγα. Φαντάσου να τον καταντήσω ζητιάνο από καραβοκύρη!... Δεν επρόφτασε να τελείωση τη φράσι του και το πλοίο ελάγκεψε μεσούρανα ξαφνισμένο. Δούναβης το κύμα ερρίχθηκε μέσα κ' εξεχείλισε στις κουπαστές. Ο χιονιάς εξέσπασε καραβοπνίχτης, ακράτητος, φριχτός.

Διψασμένο Περιστέρι Απετάει, και γύραις φέρει Πού να βρη, να πιή νερό. 525 Αποκεί που συνηθάει, Κι' άντα θέλει ξεδιψάει, Έχει χάση τον τορό. Ξαφνισμένο από Γεράκι Το αθώο το πουλάκι 530 Στα χαμένα περπατάει· Στα χαμένα τριγυρίζει, Και τον τόπο δε γνωρίζει, Μήτε ξέρει πού πατάει· Όσο τρέχει και απετάει, 535 Τόσο ανάφτει και διψάει, Και δροσιά επιθυμεί·

Δεν είχε ούτε δένδρα, ούτε σκιές, ούτε διαβάτες. Ψυχή δεν περνούσε απάνω στο έρημο δρομαλάκι, το χώμα του ήτανε ξερό και το χρώμα μονότονο κάτω απ' το φως. Ένα γαϊδουράκι μονάχα νεογέννητο, ξαφνισμένο απ' την πρωτόφαντη ομορφιά του κόσμου, ξέφυγε μια στιγμή απ' τη μάννα του, που έβοσκε δίπλα στο γρασίδι, κ' έφθασε με τρελλά πηδήματα ως εκεί.

Ξαφνισμένο από Γεράκι Το αθώο το πουλάκι Στα χαμένα περπατάει· Στα χαμένα τριγυρίζει, Και τον τόπο δε γνωρίζει, Μήτε ξέρει πού πατάει· Όσο τρέχει και απετάει, Τόσο ανάφτει και διψάει, Και δροσιά επιθυμεί· Τελοσπάντων αγναντεύει Το νερό οπού χαλεύει, Και στου πόθου την ακμή, Οχ τη βιά του τη μεγάλη Το σημάδι εκείνο σφάλλει, Σε ξερό δέντρο χτυπάει· Πέφτει κάτω σκοτισμένο Και σε χέρια σκλαβομένο Κυνηγού αποκαταντάει.

Ο λοχίας γέλασε δυνατά με το ξερό του γέλοιο, ο κρεμανταλάς άνοιγε περισσότερο τα μάτια του και το στόμα του, με τα τεντωμένα μουστάκια του, σα νάλεγε πάντα το ξαφνισμένο του εκείνο «α! α!» — Μωρέ, να χαθής, όρνιο, θα πας και στον πόλεμο, συ είπε ο λοχίας, ξεκαρδισμένος στα γέλοια. — Στον πόλεμο, κυρ λοχία; πήγες του λόγου σου στον πόλεμο; Πού να τον δούμε μεις τον πόλεμο!...