Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 8 Μαΐου 2025
Γέροι εκατόχρονοι κι' αδύνατες γυναίκες, με βυζανιάρικα παιδιά στην αγκαλιά τους, ό,τι είχε μείνει μες στη χώρα απ' τον πόλεμο, ακολουθούσαν αποπίσω, με τα δάκρυα στα μάτια, σα λιτανεία πίσω από θαυματουργήν εικόνα. Κι' ατέλειωτη σειρά κατόπι τασκέρια των πολεμιστάδων, πεζοί και καβαλλάρηδες αμέτρητοι. Ο νέος ο βασιλιάς έμπαινε καβαλλάρης στη χώρα τη δική του.
Μπροστά αυτός και πίσω πεζοί και καβαλλάρηδες, τράβηξε μακρυά κατά το κάστρο, στη μεγάλη τη σιδερόπορτα για να δεχθή το βασιλόπουλο. Έξω απ' το κάστρο αγκαλιαστήκανε ο βασιλιάς με το παιδί του. Και σαν εφιληθήκανε γλυκά, τούβαλε την κορώνα στο κεφάλι του, καινούργιος βασιλιάς, να περάση τη σιδερόπορτα να μπη στην πολιτεία. Μισοούρανα σηκώθηκε η χαρούμενη χλαλοή των πιστών του.
Και καβαλλάρηδες πολλοί κι ασπιδοφόροι τόσοι τον τριγυρνούν, αστράφτοντας στα χάλκινα άρματά των. Κι όλους και κάθε βασιλιά στα πλούτη ξαπερνάει· τόσο το βιος από παντού μέρα με την ημέρα στα πλούσια τα παλάτια του συνάζεται κι αυξαίνει. Μα κι ο λαός του ατάραχα κ' ειρηνικά δουλεύει.
Για ναποφύγη όμως την πισοφυλακή του Οστρογότθου, παίρνει μαζί του διακόσους στρατιώτες, περνάει από βουνά κι αδιάβατα μέρη, και πηγαίνει και πιάνει δυσκολόπαρτο βράχο σιμά στο Δυρράχι. Από κείθε απάνω κατεβαίνει στην πλαγιά μεγάλης χαράδρας με ποτάμι στα βάθια της, και στέλνει και φέρνει το Θοδορίχο, συνοδεμένο κι αυτόν από μερικούς καβαλλάρηδες.
Εγώ εβγήκα από την παραπόρτα, έγεινα ίσωμα κάτω εις την γη, και έτσι εβγήκα. Πώς δεν μ' επήραν οι καβαλλάρηδες διά λαγόν, να με ρίξουν κάτω με καμμιά σαγιττιά! — Διά λαγόν, δεν έχεις τα πόδιά του, είπεν ειλικρινώς ο Θευδάς. — Ας είνε, ειμπορούσαν να με πάρουν διά χελώναν. Ξέρεις αυτοί οι παληόφραγκοι τρώνε και ταις χελώναις. — Φράγκοι λοιπόν είνε αυτοί οι καβαλλαρέοι που σας πολιορκούν;
Μαζεύει τους παλιούς του συντρόφους, και με σώμα από τρακόσους καβαλλάρηδες βγαίνει κι ανταμώνει τους βαρβάρους σε τόπο στενό κι άβολο για μεγάλους στρατούς, και τόσο τους στενοχώρεσε, που το βάλανε στο πόδι κ' οι εφτά χιλιάδες. Γύρισε στην Πόλη ο Βελισάριος με καινούριες κι ακόμα πιο δοξασμένες δάφνες στεφανωμένος.
Οι στρατοκόποι, τα κάρα, τ' αμάξια, οι καβαλλάρηδες που τους μπόγαδαν τόση ώρα τόρα οι σφαίρες τη στράτα, πήραν το δρόμο τους, σε λίγο η τριανταφυλλένια αναλαμπή του ήλιου που χάθηκε στη δύση του, έσβυνε κι αυτή, κι η ερημιά κι η σιγαλιά χύθηκε πέρα για πέρα στις ραχούλες. Οι τρεις ευζώνοι με τον λοχία απόμειναν να φυλάξουνε τη σκηνή και μπαγάγια της.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν