United States or Eritrea ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όθεν επειδή του Μεσολογγίου η πολιορκία απέβαινεν ολοέν στενωτέρα, η Διοίκησις διώρισε τον Καραϊσκάκην να υπάγη να τοποθετηθή εις κανέν εύθετον μέρος περί το εχθρικόν στρατόπεδον, το πολιορκούν το Μεσολόγγιον, όπου βλάπτων τους εχθρούς από τα οπίσθια, να αποσπά προς αυτόν τας δυνάμεις των και να ελαφρύνη οπωσούν τους πολιορκουμένους.

Αλλ' όταν άπαξ εγνώσθη και απεδείχθη, ότι είχε &καλό χέρι&, τότε όλαι αι γειτόνισσαι, συγγενείς, παροσυγγενείς, κολλήγισαι ήρχισαν να την πολιορκούν. Είχε πάρει &καλό όνομα& ότι της &εζούσαν τα παιδιά&, όσα ανεδέχετο εκ της κολυμβήθρας. Είνε δε τόσον σπουδαίον να ευρεθή νοννά «&να της ζουν τα παιδιά&», όσον και ιερεύς «&να πιάνη το διάβασμά του&».

Πολλά έχεις να μάθης ακόμα, είπεν ο Τρέκλας. Όσο γηράζεις, τόσο θα μαθαίνης. — Ε, ύστερα, τι άλλο; — Τρίτον, επανέλαβεν ο Τρέκλας, καβαλλαρία ήρθεν εις το μοναστήρι. — Καβαλλαρία; — Είνε πεντακόσιοι, χίλιοι, αμέτρητοι και εγώ δεν ξέρω πόσοι. Και μας πολιορκούν, είπεν ο Τρέκλας μετ' ελεγειακού τόνου. — Σας πολιορκούν! — Και μας χρειάζεται βοήθεια.

Εκείνοι οίτινες διέβησαν την νύκτα διά μέσου του στρατοπέδου του Ομέρ πασά εις Δίστομον, προξενήσαντες θάμβος και έκστασιν εις τους εχθρούς, εκείνοι οίτινες επέπεσον την νύκτα εις το στρατόπεδον το πολιορκούν το Μεσολόγγιον και εισεχώρησαν ανά μέσον των σκηνών έως εις αυτό το άσυλον του Κιουταχή, έφευγον με την πλέον φρικτήν αταξίαν και κυριευμένοι από μέγιστον τρόμον, ενώ δεν κατεδιώκοντο εκ του πλησίον από τον εχθρόν, απέδειξαν εμπράκτως ότι φρόνιμος και ανδρείος αρχηγός είναι καλήτερος από μέγα και ανδρείον στρατόπεδον.

Η αυτή ιλαρότης εξακολουθεί και εις τον αμέσως ακόλουθον διάλογον με τους δολίους συμμαθητάς του, όπου με ωραίαν φαντασίαν, με πλαστικώτατον τρόπον, τους περιπαίζει διότι ήσαν τόσον ανόητοι, ώστε να πιστεύσουν ότι ημπορούσαν να του ανασπάσουν την καρδίαν του μυστηρίου του . Αλλ' άμα ευρίσκεται μόνος του, η πρόσκαιρος εκείνη φαιδρότης εξαφανίζεται· στυγεροί στοχασμοί, ωσάν μιάσματα της Κολάσεως, πολιορκούν το πνεύμα του και τον σπρώχνουν εις την απάνθρωπον βίαν.

Πρέπει να ξεθάψω και να μετρήσω πάλιν τα χρήματα για να δω μήπως έχω κάμη κανένα λάθος. Αλλ' ακούω πάλιν θόρυβον• τι συμβαίνει; με πολιορκούν και με κατατρέχουν όλοι. Πού είνε το μαχαίρι μου; Αν πιάσω κανένα... Ας θάψω πάλιν τα χρήματα. ΠΕΤ. Είδες, Μίκυλλε, την κατάστασιν του Σίμωνος. Ας πάμε τώρα και εις άλλον, ενόσω είνε ακόμη ολίγη νύκτα. ΜΙΚ. Τι ζωή περνά ο κακομοίρης!

Βλέπων και ο Καραϊσκάκης αφ' ενός μέρους την δυσαρέσκειαν του στρατεύματος, αφ' ετέρου δε ότι δεν εδύνατο να εμποδίση την εις το στρατόπεδον του Κιουταχή μετακόμισιν των τροφών, απεφάσισε να μεταβή πάλιν πλησίον εις το πολιορκούν το Μεσολόγγι στρατόπεδον, όπου ημπορούσε να λαμβάνη τροφάς από τας πέριξ επαρχίας.

Έρχεσθε κατ' ευθείαν εκ Σπάρτης; — Ναι. — Και τι εμάθετε εκεί; — Έν μόνον σπουδαίον, είπεν ο Θεόδωρος. — Το ποίον; — Λέγουν ότι οι Τούρκοι πολιορκούν την βασιλεύουσαν των πόλεων, είπεν ο Θεόδωρος με συγκεκινημένην φωνήν. Συγχρόνως δε απεκάλυψε την κεφαλήν, καθ' ην στιγμήν επρόφερε τας δύο λέξεις: «βασιλεύουσαν των πόλεων». Ήτο έθος συχνόν παρά τω λαώ της Ελλάδος κατά τον χρόνον εκείνον.

Ότε δε απεχωρίσθησαν, οι Αθηναίοι άφησαν αρκούντα αριθμόν πλοίων, διά να πολιορκούν τον στόλον και μετά των επιλοίπων ηγκυροβόλησαν προ του πλησίον νησιδίου, έστειλαν δε ακολούθως εις τας Αθήνας, διά να ζητήσουν επικουρίας, διότι την επομένην οι Κορίνθιοι και ολίγον μετέπειτα οι άλλοι γείτονες λαοί έφθασαν εις βοήθειαν του Πελοποννησιακού στόλου· αλλ' αναγνωρίζοντες την δυσκολίαν που υπήρχε, διά να υπερασπίσουν αυτόν εις έρημον χώραν, ευρίσκοντο εις αμηχανίαν περί του πρακτέου.

Επήγε πάλιν εις την πόλιν σε μια φίλη της. Και ο Αλβέρτοςκαιπρέπει να φύγω! 10 Σεπτεμβρίου. Τι νύχτα ήτον! Γουλιέλμε! Τώρα αντέχω εις όλα. Δεν θα την ιδώ πλέον! Ω! γιατί δεν δύναμαι να ριφθώ στο λαιμό σου, με χίλια δάκρυα και εκστάσεις να σου εκφράσω καλέ μου, τα αισθήματα τα οποία πολιορκούν την καρδιά μου!