United States or Vatican City ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κι' όρμησαν ίσα σα σωρός σκυλιά που πληγωμένο 725 καπρί να φτάσουν χύνουνται και λιώμα ναν το κάνουν· 727 έτσι όρμησαν κατόπι τους κοπαδιαστοί κι' οι Τρώες. 730 Μα εκείνοι με τον Πάτροκλο στους ώμους πήραν δρόμο 735 προς τα καράβια βιαστικά, τη μάχη παραιτώντας.

Μπα, όσα πειράγματα και αν ειπούν δεν θα φτάσουν ποτέ σε τέτοιο κακούργημα... Και άξαφνα Κώστας ο θερμαστής άρχισε με φωνή παραπονιάρα βλέποντας τον Κιμωλιάτη τον μάγερα: — Κι' αν μάθης πως έπεσ' από τον κούντρο, μην το πιστέψης μάτια μου... Κι' αν μάθης πως έπεσ' από τον παπαφίγγο, μην το πιστέψης μάτια μου... Μ' αν ακούσης πως έπεσ' η καζάνα και μ' επλάκωσε, πίστεψέ το!... πίστεψέ το!...

Και είναι βέβαια, ακόμη και τώρα, τελικός σκοπός της παιδείας, το να μάθει ο Ρωμιός την αττική γλώσσα, για να γίνει στο τέλος αρχαίος Έλλην, μα τώρα που έβαλαν νερό στο κρασί τους οι δάσκαλοι, προσπαθούν να φτάσουν στο αποτέλεσμα αυτό από άλλο δρόμο.

— Η μάνα μου θέλει να μείνω ώστε να φτάσουν η μέρες να πάω στη χώρα· μα γω θα γιαγείρω μος περάση τση Παναγίας. Μα μπορώ ναργήσω, που θα σου φέρνω την υγειά σου; Στην τελευταία λέξη κόπηκε η φωνή μου και το Βαγγελιό ψιθύρισε τρομαγμένη: — Ω Χριστέ μου! Μια φωνή γυναίκας, βραχνή από θυμό, είχε φωνάξει από το δρόμο: — Γιώργη!

Καμμιά γλώσσα, φίλε μου, δεν έκαμε τέτιον δρόμον, όλαις ανέβηκαν από σκαλίδι σε σκαλίδι, ως τον ποσόν της τελειότητος, οπού εγένονταν να φτάσουν από την φύσιν τους. Επειδή η χάραις κι' η νοστιμάδαις μιας γλώσσας δεν είναι η ίδιαις με άλλης, κάθε μια έχει την ξεχωριστή της ωμορφιάν, και τα ξεχωριστά της κάλλη.

Έπρεπε να φτάσουν εκεί για να ροβολήσουν στις καλύβες τους. Ένα μεγάλο ολανθισμένο αγιόκλημα καθόταν εκεί, σα να περίμενε. Το είδε η γριά και της φάνηκε Χάρος· το είδε κ' η νια, χαμογέλασε. — Άφσε με, μαννίτσα ... είπε ανυπόμονα. — Ναι· σ' αφίνω ... εψιθύρισε η γριά πάσχοντας να κράτηση τ' αναφυλλητό.

Μον κάναν κράχτη γέροντα ας πάρει να τραβήξει τις μούλες με τ' ωριότριχο τ' αμάξι, και στο κάστρο 150 πάλε έπειτα το λείψανο να φέρει απ' τ' Αχιλέα. Και πες, μη βάλει θάνατο στο νου του ή κάνα φόβο· τέτιο οδηγό τουτον Ερμήθα στείλουμε μαζί του, που θαν τον πάει ως που ίσα κει να φτάσουν στ' Αχιλέα.

Για καρτερείτε τους οχτρούς εδώ κοντά ως να φτάσουν που τα γοργά μας έχουμε καράβια τραβηγμένα, στης αφρισμένης θάλασσας την άκρη, για να δείτε τάχα θ' απλώσει απάνου σας ο Δίας το δεξύ τουΈτσι προστάζοντας παντού τα τάγματα περνούσε, 250 κι' έφτασε ομπρός στους Κρητικούς σα διάβαινε το πλήθος.

Μα ας μείνει ο Αχιλιάς ως τότε εδώ κιας βιάζεται για μάχη, μείνετε κι' όλοι αχώριστοι οι άλλοι ως που να φτάσουν 190 τα δώρα εδώ όξω και πιστά να σφάξουμε ορκιστήρια.

Μα πάρε εσύ στα χέρια σου την κροσσωτή μου αιγίδα, και σκιάζε σκιάζε σιώντας την των Αχαιών τ' ασκέρι. 230 Κι' έχε διπλά, προφυλαχτή, στον Έχτορα τα μάτια, το πάθος του πάντα άναβε στα στήθια, ως που οι Αργίτες τρεχάτοι ως στον Ελλήσποντο να φτάσουν κι' ως στα πλοία. Δική μου απέκει 'ναι δουλιά το τι θα πω ή θα κάνω, ξανά οι Αργίτες για να δουν απ' τον αγώνα ανάσα235