United States or Australia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εσύ στέκεις καλά εις τούτο το πηγάδι, μου απεκρίθη ο επίβουλος, πλάγιασε και αναπαύσου επάνω εις τα μαργαριτάρια· έχω συνήθεια να φέρνω εδώ κάθε χρόνον εις θυσίαν ένα μουσουλμάνον ωσάν εσένα· δεν σου μένει άλλο παρά να προστρέξης εις τον προφήτην σου, και αν αυτός έχη την δύναμιν διά να κάνη θαύματα καθώς τον πιστεύεις, δεν θέλει αφήσει να χαθή ένας άνθρωπος ευλαβής της θρησκείας του.

Ο Τριστάνος απάντησε με την αλλόκοτα αλλαγμένη φωνή του: «Μεγαλειότατε, καλέ και ευγενή μέσα σ' όλους τους Βασιλιάδες, το ήξερα πώς στην όψι σου θάλυωνε η καρδιά μου από τρυφερότητα. Ο Θεός να σας προστατεύη, ωραίε Άρχοντα! — Φίλε, τι ήρθατε να ζητήστε δω μέσα; — Την Ιζόλδη, που τόσο πολυαγάπησα. Έχω μια αδερφή, και σας την φέρνω, — την πανώρηα Βρουνεώτη.

Ήτανε έργο ενός Ρώσσου μουσικού, που πέθανε τελειόνοντάς το. «Σα σπάση τα Δεσμά του»... Έτσι ήτανε ο τίτλος του. ΜΙΣΤΡΑΣΜπράβο. Τώρα φέρνω με το νου μου όλη την ιστορία. Αυτός ο μουσικός είχεν έναν άτυχον έρωτα, που τον έφερε γλίγωρα στον τάφο. Έτσι δεν είναι; ΦΛΕΡΗΣΣωστά. Δεν άφισε άλλα έργα. ΜΙΣΤΡΑΣΌμως έβαλε μέσα σ' αυτό όλη του τη ψυχή.

ΚΟΡΥΔΩΝ Κι όμως τον φέρνω πάντοτε στο λιμνοθαλασσάκι, στου Φύσκου τη ριζοβουνιά, στου Νήαιθου τις όχτες, που όλα καλά φυτρώνουνε κι όλα καλά βλαστάνουν, φυτρώνει γιδοβότανο και κονυζός κ' εκείνο τώμορφο μελισσόχορτο το μοσχομυρωδάτο. ΒΑΤΤΟΣ Αλλοίμονό σου, Αίγωνα! εσύ γυρεύεις νίκες και τα φτωχά τα βώδια σου τραβούν κατά τον Άδη, και τη φλογέρα πούκανες σκουριά την περιζώνει.

Όμωςβλέπετεεγώ θακούσω ευχαρίστως τους στεναγμούς της Οφηλίας. Οι παραπάνω, ΜΙΣΤΡΑΣ, ΔΩΡΑ Βλέπεις μάτια μου, πως είμαι τέλειος γιατρός. Σήκωσα την άρρωστή μου από το κρεβάτι και τη φέρνω στον αγαπημένο της μπαμπά. ΦΛΕΡΗΣΕλπίζω πως την έκαμες καλά. Ήτανε καιρός. ΜΙΣΤΡΑΣΑυτό δεν το εγγυώμαι, να σε χαρώ. ΦΛΕΡΗΣΔεν είμαι καθόλου ευχαριστημένος μαζή της.

ΠΑΤΕΡ ΙΩΑΝΝΗΣ Ευθύς τον φέρνω. ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ Μόνος μου θα τρέξω εις το μνήμα. Η Ιουλιέτα ξυπνητή θα ήναι εις τρεις ώραις. Θα έχη εναντίον μου παράπονον μεγάλον, πως ο Ρωμαίος είδησιν ακόμη να μη λάβη. Αλλά θα στείλω γράμματα ‘ς την Μάντουαν και πάλιν, κ' έως να έλθη ο άνδρας της την κρύπτω ‘ς το κελλί μου. Καϋμένον πτώμα ζωντανόν, με τους νεκρούς θαμμένον!

ΜΙΡ. Κάθησε, και ωστόσο εγώ φέρνω τα γογγύλια σου· παρακαλώ σε, δόσ' μου το αυτό· εγώ σου το φέρνω στη θιμωνιά. ΦΕΡΔΙΝ. Όχι, πολύτιμο πλάσμα· καλύτερα να κοπούν τα νεύρα μου, ν' ανοιχθούν η πλάτες μου, παρά να υποφέρης εσύ παρόμοιαν ατιμία, κ' εγώ να κάθωμαι οκνός να σε κυττάζω. ΜΙΡ. Μου πρέπει όσο σου πρέπει· κ' εγώ θα το έκανα πολύ ευκολώτερα, γιατί εγώ το καλοθέλω, κ' εσύ το μισείς.

Και τώρα η μικρά Φωτεινή κάθηται παράμερα εις μίαν γωνιά της καλύβας· τα δύο της ωραία ματάκια, τα οποία, όταν είνε χαρούμενα, λάμπουν σαν να έχουν μέσα των αληθινό φως, είνε γεμάτα δάκρυα. Έξαφνα ο ταχυδρόμος εκτύπησε την θύραν. — Καλώς τα δέχθηκες, κυρ Σταμάτη, εφώναξε· σου φέρνω γράμμα από τον πατέρα σου! Αλλά πώς να διαβάση, καθώς ήτο ο κυρ Σταμάτης, το γράμμα!

Προσπαθώ να μη σας φέρνω στη μνήμη σας λυπητερά πράματα. Είμουνα όμως αυτές τις μέρες τόσο περίεργη, τόσο περίεργη . . . Μα τώρα δε θα μου το αρνηθήτε αυτό, γιαγιά μου, δε θα μου το αρνηθήτε. Θα μου τα πήτε όλα.

Παρατιμονιά τότε ο μηχανικός κ' ευρέθηκε πάλι το καΐκι στα νερά του. — Έλα Ραφαλιά, ετοιμάσου· λέγει του πατέρα σου στα σοβαρά. Σε φέρνω σε βλισίδι. Αν δεν βγάλης και τόρα το δίχτυ γεμάτο, καλά θα κάμης να ταχτής καλόγηρος. Μη ντροπιάζεις άδικα τ' όνομά σου. Εκείνη την ώρα επέρασε δίπλα και η μηχανή του Καλέμη με τον δικό μου.