Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 6 Ιουνίου 2025


Είπε, τον επλησίασε και τον εκαλοδέχθη με την δεξιά, και του 'λεγε με λόγια πτερωμένα· «Πατέρα ω ξένε, χαίρε μου· καλαίς να ιδής ημέραις καν εις το εξής· τώρα πολλά σε βασανίζουν πάθη. 200 πάτερα Δία, ποιος θεός ολέθριος είν' ως είσαι; αφού τους γέννησες εσύ, τους άνδραις δεν λυπείσαι και τους βυθίζειςάμετρη φρικτή ταλαιπωρία. ίδρωσα ως σ' είδα, εδάκρυσα, ενώ τον Οδυσσέα αμέσως ενθυμήθηκα, διότι, θαρρώ, και κείνος 205 μ' όμοια ράκη επάνω τουτον κόσμο παραδέρνει, αν είναι ακόμητην ζωή, του ηλιού το φως αν βλέπει· και αν εις τον Άδη ευρίσκεται, αχ! ορφανόν μ' αφήκε ο ισόθεος Οδυσσέας μου, 'που νέον ταις δαμάλαις να επιστατήσω μ' έβαλετην γη των Κεφαλλήνων· 210 γίνονται τώρ' αμέτρηταις, ουδέ βοσκός πότ' είδε τόσον η πλατυμέτωπαις δαμάλαις να πληθύνουν. και προσταγμένος φέρνω ταις να ταις χαρούν οι ξένοι, 'που το παιδίτο σπίτι του δεν σέβονται, ουδέ τρέμουν την θείαν δίκην, ότι αυτοί να μοιρασθούν ζητούσι 215 του βασιλέα τα καλά τον πολυεξωρισμένου. και μες τα βάθη της ψυχής τούτο γυρίζει ο νους μου πολύ συχνά· μέγα κακόν, ενώ σώζετ' υιός του, να φύγω, να ξενιτευθώ, μαζή με ταις δαμάλαις· αλλά πάλι χειρότερο, να μένω αυτού ταις ξέναις 220 δαμάλαις να φυλάσσω εγώ με πόνο της ψυχής μου. θα 'χα προσφύγει από καιρόν εις μέγαν βασιλέα άλλον, ότ' είναι αβάστακτα κείνα οπού βλέπω πλέον· αλλ' ακόμη τον άμοιρον στοχάζομ', ίσως έλθη κάπουθε, καιτα δώματα σκορπίση τους μνηστήραις». 225

Τώρα για αφτόν στα πλοία ήρθα ως εδώ, και ξαγορά πολύτιμη σού φέρνω να ξαγοράσω το νεκρό. Μα τους θεούς σεβάσου ... πόνα κι' εμένα... όπως πονάς το γέρο σου πατέρα. Εγώ 'μαι πιο του λυπημού... όσα κανείς δεν είδε 505 πάθια τραβώ π' απ' το φονιά ζητάω του γιου μας χάρεςΕίπε, και πόθο τ' άναψε το γέρο του να κλάψει, κι' έσπρωξε αγάλια πιάνοντας τον Πρίαμο απ' το χέρι.

Και εγώ, είπεν η σουσουράδα, σε φέρνω αυτό το ριπίδι, όπου έδωκε το κάθε πουλί το ωραιότερό του φτερό για να γείνη. Αφού εφόρεσε τα μοναδικά της στολίδια, εφάνηκεν η Μηλιά τόσον ωραία που άρχισαν να υμνολογούν την περίσσεια χάρι της όλα μαζί τα πουλιά. Μόνον εκείνη εξακολουθούσε να είνε ανήσυχη και συλλογισμένη.

ΡΩΜΑΙΟΣ Ω πάτερ, τι έμαθες; του πρίγκηπος το θέλημα τι είναι; Ποια πίκρα πάλιν άγνωστη με θέλει σύντροφόν της που δεν την εδοκίμασα ως τώρα; ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ Ω παιδί μου, αληθινά συντρόφισσα σου έγεινεν η πίκρα. Σου φέρνω την απόφασιν του πρίγκηπος. ΡΩΜΑΙΟΣ Τι θέλει; Τι άλλο θ' απεφάσισε παρά τον θάνατόν μου; ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ Τόσον δεν έκρινε σκληρά. Τον θάνατόν σου όχι, αλλά την εξορίαν σου προστάζει.

Έλα, έλα και θα σου πω, της κράζει η Ασήμω. Άφινέ τα τά κοτόπουλα κ' έρχουνται μοναχά τους. Έλα, και θα το δης το πουλί που σου φέρνω. Ζυγώνει σιγοπερπατώντας η σκυφτή γριούλα, και της λέει. — Τι 'ναι μαθές αυτά που γυρεύεις πάλε να μου πουλήσης στα γεράματά μου; Πώς γίνεται και δε μούφερες μαθές ξύλα απόψε; Τα γόνατά μου κοπήκανε μάζευε μάζευε κούτσουρα.

Ένας λόγοςένας άνδρας! είπεν ο Ρούντυ. «Μην κλαις Μπαμπέττα τον φέρνω τον αετιδέα!» — Θα σπάσης τον λαιμό σου, ελπίζωείπεν ο Μυλωθρός «και θα μας απαλλάξης τότε από της τρεχάλες σου!» «Αυτό εγώ το ονομάζω γενναίον κλώτσο! Τώρα ο Ρούντυ είνε μακρυά και η Μπαμπέττα καίγεται και κλαίει, αλλά ο μυλωθρός τραγουδάει το γερμανικό τραγούδι, που έμαθε τώρα εσχάτως 'στο ταξείδι!

Φέρνω εις την μητέρα μου μαλλί πολύ και βαμβάκι, και εις την Βασιλικήν κάστανα, εσυλλογίζετο καθώς επλησίαζεν· ας εύρισκα και τον πατέρα μου με βαρκούλα ιδικήν του! Αυτό επιθυμεί η καρδιά μου! Ενύκτωνε πλέον, η σελήνη ανέτελλεν εκείνην την στιγμήν επάνω από το βουνό, όταν διά μιας ένα μεγάλο βάρος εις την τσέπην της την έκαμε να σταματήση, χωρίς να θέλη. Ήτο το καρύδι της! Το ενθυμήθη τότε.

Από κάθ' άκρη Ελληνική Χίλιων λογιών λουλούδια, Απ' την πατρίδα μου κ' εγώ Λίγα λουλούδια φέρνω, Που εμάζεψατους κάμπους της Και 'ςτά βουνόκορφά της.

ΒΑΛΤΑΣΣΑΡ Λοιπόν εκείν' είναι καλά, κ' είναι καλά τα πάντα· ‘ς τον τάφον των προγόνων της το σώμα της κοιμάται, κ' η άυλή της η ψυχή πετά με τους αγγέλους. Εξαπλωμένην νεκρικά την είδα εις το μνήμα, κ' ήλθα εδώ να σου το 'πώ. Συγχώρησε, αυθέντα, αν φέρνω είδησιν κακήν. Το πρόσταγμά σου κάμνω.

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν