United States or Ethiopia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Από κει ως της Κεχρεαίς κι' ως την Αγίαν Ελένη, θα μας παίρνη αγάλι- αγάλια με το πανάκι. Κι' απ' την Αγία Ελένη κι' εκεί, αν δεν μπορέσουμε, να μ'ντάρουμε... — Ε, ύστερα; — Εγώ θαλασσώνω και βγαίνω στη στεριά, και σας τραβώ με τη μπαρούμα ως τον Άι-Σώστη.

Εγώ ευρίσκοντας τον καιρόν ευτυχισμένον ευθύς αφίνω το κορμί της σκύλας, και με ταχύτητα εξαναπήρα το ιδικόν μου, και εις τον ίδιον καιρόν τρέχω με βίαν, και αρπάζω το αηδόνι από το κλουβί και του τραβώ τον λαιμόν, και το εσκότωσα.

Τώρα για αφτόν στα πλοία ήρθα ως εδώ, και ξαγορά πολύτιμη σού φέρνω να ξαγοράσω το νεκρό. Μα τους θεούς σεβάσου ... πόνα κι' εμένα... όπως πονάς το γέρο σου πατέρα. Εγώ 'μαι πιο του λυπημού... όσα κανείς δεν είδε 505 πάθια τραβώ π' απ' το φονιά ζητάω του γιου μας χάρεςΕίπε, και πόθο τ' άναψε το γέρο του να κλάψει, κι' έσπρωξε αγάλια πιάνοντας τον Πρίαμο απ' το χέρι.

Ετρόμαξα στη φωνή και τρέχω πίσω από τους ναύτες χωρίς να καταλάβω την αιτία. Τραβούν εκείνοι στις θέσεις τους· τραβώ κ' εγώ. Πηδούν στους φλόκους· κοντά κ' εγώ. Σκαρφαλώνουν στις σταύρωσες, απάνω κ' εγώ. Σε πέντε λεφτά το μπάρκο έμεινε ξυλάρμενο. Και ο καπετάνιος ορθός εμπρός στην κάμαρή του δεν έπαυε να φωνάζη και να βρίζη και να βλαστημά. Τον κυτάζω· ανάθεμα κ' εκατάλαβα τι έλεγε.

Ω έλα να σε πιάσω!... Δεν σ' έπιασα, αλλά εκείνα τα 'μάτια μου σε βλέπουν!... Ω φάντασμα απαίσιον, δεν είσαι κ' εις το χέρι καθώς ς' τα μάτια αισθητόν; ή μη δεν είσαι άλλο παρά μαχαίρι φανταστόν, απάτης μόνον πλάσμα που το γεννά η κεφαλήτην έξαψιν της θέρμης; Όμως σε βλέπω πάντοτε, ψηλαφητόν σε βλέπω καθώς αυτό, που το τραβώ από την θήκην τώρα!

Σα βαρύ το γάλα, είπα, σαν άρχισα να τραβώ το παλάγκο. Σαν τον ανέβασα ως το μισό το ύψος, βλέπω τη μούρη του ψυχογυιού σου, και μ' εκύτταζε και γελούσε σαν μαϊμού.

ΧΑΡ. Θα μ' αφήσης λοιπόν να γυρίζω εις την γην χωρίς να ξέρω πού πηγαίνω, ενώ είμαι φίλος σου και σύντροφος εις την μεταφοράν των νεκρών; Αλλ' έπρεπε να θυμάσαι, υιέ της Μαίας, τουλάχιστον ότι ποτέ δεν σ' έβαλα ν' αδειάζης νερό ή να τραβάς κουπί, αλλά σε αφίνω και ροχαλίζεις ξαπλωμένος στο κατάστρωμα, ενώ έχεις χέρια τόσον δυνατά, ή αν εύρης κανένα φλύαρον νεκρόν κάθεσαι και κουβεντιάζετε εις όλον το ταξείδι, εγώ δε, αν και γέρος, τραβώ μόνος και τα δύο κουπιά.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Καλά• τώρα λοιπόν κ' εγώ τραβώ στην αγορά, και μια γερή ντελάλαινα καλόφωνη θα βρω, να πάρ' όσον θα φέρουνε οι άλλοι θησαυρό. γιατί εμέ εκλέξανε αρχόντισσαν οι άλλοι, και πρέπει με ταχύτητα να γίνουνε μεγάλη• να φτιάσω τα συσσίτια, και ναν' ημέρα πρώτη η σημερνή, που να γένη το πρώτο φαγοπότι! ΒΛΕΠΥΡΟΣ Θα τρώμε από σήμερα; ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Σου τώπα πως θα γίνη.

Και την τραβώ και της σφίγγω τα μπράτσα που τα ξεσκίζω με τα νύχια μου· την πετώ απάνω στο κρεββάτι, την πιάνω από το λαιμό. Να τη χτυπήσω, να την μπατσίσω, να τη στραγγουλίσω. Κάτι να της κάμω! — Το γράμμα! το γράμμα! Ποιανού είναι το γράμμα; Και να πάλε που με μιλεί. Να που ακούω πάλε τη φωνή της·Καρλή μου, Καρλή, μια στιγμή μόνο. Ό τι θέλεις, να με κάμης. Μα πρώτα να σου πω.

Και ο ψωμάς σας καρτερεί• την ώραν σας μη χάσετε κ' ελάτε τα σαγόνια σας, πολίται, να γυμνάσετε! Β' ΑΝΗΡ Σαν είνε έτσι το λοιπόν, εμένα τι με μέλει; τραβώ κ' εγώ για το φαΐ, η πόλις σαν το θέλη. Α' ΑΝΗΡ Αι! και για που, παρακαλώ, αφού δεν έχεις δώση; Β' ΑΝΗΡ Για το φαΐ. Α' ΑΝΗΡ Δεν θα το φας, αν έχουν νου και γνώσι, πριν καταθέσης βέβαια. Β' ΑΝΗΡ Πολύ καλά, τα δίνω. Α' ΑΝΗΡ Πότε λοιπόν;