United States or Togo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η φτωχή Λελούδα, άμα είδε την πρώτην αρχόντισσαν του χωριού και την παρεκάλεσε να υπάγη μαζί της εις βραχείαν εκδρομήν έξω του Κάστρου, επειδή ησθάνετο κι' αυτή υπολανθάνουσάν τινα ανάγκην ν' αλλάξη τον αέρα, ύστερ' από πολλούς μήνας οπού δεν είχεν εξέλθει από το ταπεινόν καλύβι της, επείσθη.

Ηδυνάμην να υποδείξω την γραίαν εκείνην αρχόντισσαν, ήτις, κρύπτουσα υπό ράκη το κάλλος της, περιήλθε τότε ως επαίτις τα ενδότερα της Ανατολής προς αναζήτησιν του τέκνου της• και ο θεός την ελυπήθη, και επέστρεψε με το τέκνον της εις την αγκάλην.

Ο νόθος υιός του Γλόστερ ήτο καλλίτερο παιδί απ' ταις 'δικαίς μου κόραις, ταις κόραις που απέκτησα εις νόμιμα σεντόνια. Εμπρός, πορνεία, δούλευε, και θέλω στρατιώτας!... Την βλέπεις την αρχόντισσαν εκείνην; Να την βλέπης νομίζεις ότι χαμηλά θα είναι κρύα, χιόνι. Την λέξιν μόνον «ηδονή» αν τύχη και ακούση, σου κάμνει την ενάρετην και σκύπτει το κεφάλι. Αλλά και γάτους ξεπερνά και άλογα βαρβάτα!

ΠΑΡΗΣ Καλώς την την γυναίκα μου και την αρχόντισσάν μου. ΙΟΥΛΙΕΤΑ Πρώτα να γείνω κ' έπειτα γυναίκα σου με λέγεις. ΠΑΡΗΣ Αυτό το πρώτα γίνεται την ερχομένην πέμπτην. ΙΟΥΛΙΕΤΑ Θα γίνη ό,τ’ είναι γραπτόν. ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ Αυτό είν' η αλήθεια. ΠΑΡΗΣ Και ήλθες ‘ς τον πνευματικόν να σ' εξομολογήση; ΙΟΥΛΙΕΤΑ Ξεμολογούμαι εις εσέ, απόκρισιν αν δώσω. ΠΑΡΗΣ Θα του ειπής πως μ' αγαπάς;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Καλά• τώρα λοιπόν κ' εγώ τραβώ στην αγορά, και μια γερή ντελάλαινα καλόφωνη θα βρω, να πάρ' όσον θα φέρουνε οι άλλοι θησαυρό. γιατί εμέ εκλέξανε αρχόντισσαν οι άλλοι, και πρέπει με ταχύτητα να γίνουνε μεγάλη• να φτιάσω τα συσσίτια, και ναν' ημέρα πρώτη η σημερνή, που να γένη το πρώτο φαγοπότι! ΒΛΕΠΥΡΟΣ Θα τρώμε από σήμερα; ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Σου τώπα πως θα γίνη.

Παραίτησε τα σχέδια του γάμου σου, Ρεγάνη. Προς χάριν της συζύγου μου εγώ τον εμποδίζω. Τον λόγον της τον έδωκε κρυφά εις τον Εδμόνδον. Δεν συγχωρώ, ο άνδρας της εγώ, να της τον πάρης. Αν θέλης άνδρα και καλά, εμένα ερωτεύσου. Αυτός αρραβωνίσθηκε με την αρχόντισσάν μου! ΓΟΝΕΡ. Τι κωμωδία είν' αυτή; ΔΟΥΞ ΑΛΒ. Φορείς σπαθί, Εδμόνδε.