United States or Cameroon ? Vote for the TOP Country of the Week !


Παραλείποντες τους αρχαίους αρκούμεθα να μνημονεύσωμεν τον Καρδινάλιον Ριχελιώ, τον Κολβέρτον, τον Μονταίγνιον, τον Χόφμαν, τον Φοντενέλλον, τον Γεράρδον Δόου, τον Λόπε δε Βέγας, τον Σατωβριάν, τον Εδγάρδον Πόου, τον Θεόφιλον Γωτιέ, τον Χάρτμαν και τον Βωδελαίρον, οίτινες πάντες ηγάπησαν τους γάτους των περιπαθώς και αντηγαπήθησαν παρ' αυτών ολοψύχως.

Και έδειξε τους δύο γάτους, οίτινες καμαρόνοντες εκεί ένθεν και ένθεν της εστίας, εκίνησαν αίφνης το μυστακοφόρον ρύγχος των ως να ήθελον ν' αποδιώξωσι παρερχομένην μυίαν. Συνήθιζεν ενίοτε να πειράζη την σύζυγόν του ο Μπάρμπα-Σταύρος, διά την στείρωσίν της. Ο ποιμήν εγέλασεν υπό τους μύστακάς του. — Σας έφερα πεσκέσι, ένα γουρνόπουλο, κολλήγα, για τ' καλή χρονιά.

Αλλ' αυτοί και αυτά διδάσκουν επί πληρωμή και τους πλουσίους κολακεύουν και φοβούνται και προς το χρήμα χάσκουν και είνε πλέον οξύθυμοι από τα κυνάρια και πλέον δειλοί από τους λαγούς, πλέον κόλακες από τους πιθήκους και ασελγέστεροι από τους όνους, αρπακτικώτεροι από τους γάτους και φιλονεικότεροι από τους πετεινούς.

Τρικούπην. Την προς τους γάτους συμπάθειαν των συγγραφέων και καλλιτεχνών επεχείρησάν τινες να υποτιμήσωσιν, ονομάζαντες αυτήν διαστροφήν, ως την όρεξιν όζοντος τυρού, αώρων οπωρών ή υπερωρίμων εταιρών.

Ο νόθος υιός του Γλόστερ ήτο καλλίτερο παιδί απ' ταις 'δικαίς μου κόραις, ταις κόραις που απέκτησα εις νόμιμα σεντόνια. Εμπρός, πορνεία, δούλευε, και θέλω στρατιώτας!... Την βλέπεις την αρχόντισσαν εκείνην; Να την βλέπης νομίζεις ότι χαμηλά θα είναι κρύα, χιόνι. Την λέξιν μόνον «ηδονή» αν τύχη και ακούση, σου κάμνει την ενάρετην και σκύπτει το κεφάλι. Αλλά και γάτους ξεπερνά και άλογα βαρβάτα!

Παρετήρησεν αποθέτουσα το κενόν ταψίον επί της τραπέζης· και προσέθηκεν: — Εσείς το φάγατε και με γελάτε! — Ο Μπάρμπα Σταύρος ανεπήδησεν επάνω κατάλευκος, κρατών εις χείρας το τσιμπούκιόν του ως εάν επρόκειτο να δείρη τους γάτους του όπου ήσαν λαίμαργοι πολύ και κακομαθημένοι. — Καλή χρονιά σας! επανέλαβεν η Κρατήρα ειρωνικώς και λυπημένη.

Και έτρεχεν εκείνο αστραπηδόν και πάλιν ίστατο και πάλιν ξανάτρεχε, εντός της οικίας γρυλλίζον με χαράν τώρα, εν ώ δύο γάτοι, άρρενες μεγάλοι και γηραιοί με παχείς λαιμούς και στιλπνόν κοκκινόλευκον τρίχωμα, το έβλεπον μελαγχολικώς μακρόθεν, κάμνοντες τάχα πως εκοιμώντο, καθήμενοι επί των οπισθίων ποδών παρά την θερμαίνουσαν εστίαν, ως δύο καπνοδοχεία παριστώντα γάτους.

Εις τους ούτως αγαπώντας αυτόν ίσην ανταποδίδει και ούτος αγάπην, ως δύνανται να μαρτυρήσωσιν όσαι υιοθέτησαν γάτους γεροντοκόραι και μετ' αυτών η εκλεκτή φάλαγξ των πάσης εποχής και χώρας επισήμων ανδρών. Αξιοσημείωτον τω όντι είνε ότι οι πλείστοι τούτων και ιδίως οι έξοχοι διπλώμαται, συγγραφείς, ποιηταί και καλλιτέχναι επροτίμησαν του σκύλου τον γάτον.