United States or Algeria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Θαρρείτε πως η φίλη σας αν έτυχε Ρωμηά, και σεις αν εγεννήθητε Κινέζος ή Ιάπων, στιγμή συνεννοήσεως δεν θα 'βρεθή καμμιά; ω! πόσοι δεν ηγάπησαν καθώς κι' εγώ ηγάπων. Μονάχα εις τον έρωτα δεν απαιτείται γλώσσα· κι' ακόμη αν κωφάλαλον το φίλον ζεύγος τύχη, ο έρως θα φανερωθή από σημάδια τόσα, του έρωτος των μάρτυρες θα γίνουν και οι τοίχοι.

Και είπε προς τον βοσκόν: — Δεν είναι παράξενον. Δεν είναι παράξενον μπάρμπα-Γιωργό, παιδί μου. Αι ψυχαί των μακαρίων αγαπούν να συναναστρέφωνται με τους ζώντας, ως αι ψυχαί των αγίων, επισκεπτόμεναι τους αγαπημένους των, τα σπίτια των, τα αμπέλια των, παν ό,τι ηγάπησαν τρυφερώτερα εις τον κόσμον αυτόν. Η Κουκκίτσα μου ήταν ενάρετος. Ξεύρω κ' εγώ!

Μισήσαντες τον αθώον, ηγάπησαν τον ένοχον, και απήτουν την χάριν του Πραίτωρος ουχί διά τον Ιησούν, αλλά διά τον Βαραββάν, όστις ου μόνον ήτο ό,τι ψευδώς ισχυρίζοντο περί του Ιησού, αρχιστασιώτης, αλλά ληστής και φονεύς!

Του ήλθεν ως εντροπή· και έκτοτε δεν επάτησεν εις την θάλασσαν, αλλ' αφιερώθη εις την υπηρεσίαν της Εκκλησίας αποκτήσας την αγάπην των εφημερίων, των επιτρόπων και των ενοριτών. Ιδίως όμως τον ηγάπησαν τα μικρά παιδία, διότι τόσον καλά και με τόσην τάξιν εμοίραζε προς αυτά τα κόλλυβα ο «Ολλαντέζος», ώστε έπαιρναν όλα με ησυχίαν. Και διά τούτο και τον εσέβοντο, τηρούντα σιωπήν απόλυτον εν τω ναώ.

Άπαντες οι Αθηναίοι εθαύμασαν και ηγάπησαν τον νέον Θησέα διά την γενναίαν αυτήν πρότασίν του· ο δε Αιγεύς, ότε είδε τον υιόν του σταθερόν εις την επικίνδυνον αλλά φιλάνθρωπον απόφασίν του, ευχηθείς εις αυτόν επιτυχίαν, τον παρήγγειλεν, αν επανέλθη ζων εκ της Κρήτης, αντί του μαύρου πανίου, το οποίον είχε πάντοτε το πλοίον το φέρον τα θύματα, να υψώση πανίον λευκόν, ως σημείον της σωτηρίας των.

Η Κορνηλία συχνά ενεθυμείτο τα έτη, άτινα διήλθε διάγουσα βίον χωρικής, βοσκούσα αρνία και τρώγουσα ως επί το πολύ βρασμένα χόρτα και ψωμί ξηρόν. Συχνάκις και μετά συγκινήσεως ενεθυμείτο επίσης το πόσον ηγάπησαν αυτήν γεροντικόν ζεύγος.

Αλλ' αι έκλαμπροι αύται και ζωτικαί αλήθειαι ήσαν αμβλείαι προς τεφλωμένους οφθαλμούς και νεκραί προς πεπωρωμένας καρδίας. Όσοι εκ των αρχόντων επίστευσαν εν μέρει, δεν ετόλμων να το ομολογήσουν, φοβούμενοι τους Φαρισαίους, «ίνα μη αποσυνάγωγοι γένωνται· ηγάπησαν γαρ την δόξαν των ανθρώπων μάλλον ήπερ την δόξαν του Θεού».

Υπό το κράτος αυτού ο Σολομών ψάλλει το άσμα ασμάτων , το ύπατον αυτό ερωτικόν παραλήρημα, εις το οποίον η άγνοια τόσον ευκόλως ηκόνισε πάντοτε τα βέλη της σατύρας της: «Φιλησάτω με από φιλημάτων στόματος αυτού· ότι αγαθοί οι μαστοί σου υπέρ οίνον, και οσμή μύρων σου υπέρ πάντα τα αρώματα. Μύρον εκκενωθέν όνομά σου. Διά τούτο νεάνιδες ηγάπησάν σε.».

ΠΑΡ. Εν πρώτοις πρέπει να είπω ότι την φιλοσοφίαν ουδέποτε ηγάπησε παράσιτος, εν ώ αναφέρονται πάρα πολλοί φιλόσοφοι οι οποίοι ηγάπησαν την παρασιτικήν και μέχρι σήμερον υπάρχουν τοιούτοι. ΤΥΧ. Δύνασαι να μου αναφέρης φιλοσόφους οίτινες επεδόθησαν εις την παρασιτικήν; ΠΑΡ. Ερωτάς; Και συ τους γνωρίζεις, αλλά υποκρίνεσαι ότι τους αγνοείς, ωσάν τούτο να είνε δι' αυτούς εντροπή και όχι τιμή.

Τον ηγάπων τα ζώα, τον συνώδευον τα πτηνά, τον ηγάπων αι Ακτίνες, την αγάπην της Μπαμπέττας διαδέχονται της Νεράιδας τα φιλήματα και από την αγάπην της φθαρτής γης μεταβαίνει ο Ρούντυ εις την αγάπην του Απείρου. «Με αγαπούν όλοι» έλεγεν ο Andersen δι' εαυτόν και πράγματι, ου μόνον οι σύγχρονοι ηγάπων τον συμπαθή λαοφίλητον ποιητήν, αλλά και μετά θάνατον τον ηγάπησαν πάντες και οι πατριώται του την ημέραν των γενεθλίων του ετίμησαν ως εθνικήν εορτήν πριν αποθάνη· έστησαν τέλος τον ανδριάντα αυτού, ώστε η συμπαθής, αφελής, πλήρης αγάπης Μεγάλη Μορφή δι' αγάπης υψούται εις το Άπειρον!