United States or Seychelles ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Δουξ της Αλβανίας βλέπει τον Ληρ, προσπαθούντα να επαναφέρη εις την ζωήν την νεκράν αυτού θυγατέρα, αναλογιζόμενος δε το βάθος της συμφοράς αυτού τω εύχεται ν' αποθάνη. Ενταύθα μόνον πληροφορούμεθα, ότι υπό το όνομα τούτο ήτο γνωστός ο Κεντ, ενόσω εκρύπτετο υπό δούλου μορφήν.

ΔΟΥΞ ΑΛΒ. Λοιπόν, ώρα καλή σου. Θα το ιδώ το γράμμα σου. Εφάνησαν οι Γάλλοι. Παράταξε το στράτευμα. Ιδού, εδώ θα εύρης πληροφορίας ακριβείς, πόση είν' η δύναμίς των. Αλλά να μην αργοπορής. Το πράγμα θέλει βίαν. ΔΟΥΞ ΑΛΒ. Θα μ' εύρη η ώρα έτοιμον. ΕΔΜ. Ωρκίσθηκα αγάπην και εις τας δύο αδελφάς. Η μια μισεί την άλλην, καθώς μισεί την όχεντραν ο φιδοδαγκαμένος.

Την δύναμιν δεν είχε ν' αντισταθήτην σύγκρουσιν τόσης χαράς και λύπης, και μ' ένα χαμογέλασμα εβγήκε η ψυχή του. ΕΔΜ. Τα λόγια σου με συγκινούν, κ' ίσως καρποφορήσουν. Εξακολούθει. Φαίνεσαι κι' άλλα να 'πής πώς έχεις. ΔΟΥΞ. ΑΛΒ. Και άλλα πλέον θλιβερά αν έχης, μη τα λέγεις. Τα όσα είπες μ' έκαμαν να λυώσω απ' την λύπην.

Το έγγραφον τούτο δημοσιευθέν προ ετών εις τα «Αθηναϊκά Μνημεία» του κ. Δ. Καμπούρογλου , νομίζομεν καλόν, ν' αναδημοσιεύσωμεν ενταύθα, διότι δίδει και λεπτομερείας περί της ιστορίας της οικογενείας. Τίτλος Ευγενείας της Αθηναϊκής Οικογενείας Ροΐδου. Αλοΐζιος Μοτσενίγος θεία χάριτι Δουξ της Ενετίας κ.τ.λ.

ΕΔΜ. Εις την σκηνήν σου έρχομαι αμέσως. ΡΕΓ. Αδελφή μου, έλα και συ. ΓΟΝΕΡ. Δεν ημπορώ. ΡΕΓ. Σε έχομεν ανάγκην. Έλα και συ, παρακαλώ. Σ' ακολουθώ. Ενώ επείγονται πάντες, εισέρχεται Ο ΕΔΓΑΡ μετημφιεσμένος. Αν συγχωρής, αυθέντα ένα πτωχόν να σου ειπή δυο λόγια, άκουσέ με. ΔΟΥΞ ΑΛΒ. Έρχομ' ευθύς. Τι θα μου πης; ΕΔΓΑΡ Προτού αρχίση η μάχη το γράμμα τούτο άνοιξε.

Άνθρωποί μου ας φύγωμεν! Ας φύγωμεν! ΔΟΥΞ ΑΛΒ. Εγώ ούτε σου πταίω αυθέντα ούτε ξεύρω καν τι πράγμα σε συγχύζει. ΛΗΡ Ίσως δεν ΄ξεύρειςΆκουσε, ω Φύσις, άκουσέ με. Εισάκουσέ μ’ αγαπητή Θεά! Εάν την είχες να γίνη γόνιμη αυτή, ν’ αλλάξης τον σκοπόν σου· Τα όργανα του τοκετού εντός της μάρανέ τα, και στείρευσε τα σπλάγχνα της!

ΔΟΥΞ ΑΛΒ. Τι έχεις, ω αυθέντα μου; ΛΗΡ Να σου ειπώ τι έχω... Ιδέ με! το εντρέπομαι την δύναμιν να έχης να φέρης τόσον κλονισμόντο ανδρικόν μου στήθος, Τα δάκρυά μου τα θερμά, που τρέχουν άθελά μου, να χύνωντ' εξ αιτίας σου το έχω εντροπήν μου, Ω να σε πάρη η καταχνιά και η ανεμοζάλη!

Να σ' αγκαλιάσω έλα! — Να μου ραγίση την καρδιάν η λύπη, αν ποτέ μου ή του πατρός σου ο εχθρός ή ο δικός σου ήμουν! — ΕΔΓΑΡ Το 'ξεύρω, ω αυθέντα μου. ΔΟΥΞ ΑΛΒ. Που είχες καταφύγει; Ποιος σ' έκρυψε; Πώς έμαθες τα πάθη του πατρός σου; ΕΔΓΑΡ Τα είδα με τα 'μάτια μου, — συνέπασχα μαζί του! 'Σ ολίγα λόγια να σου 'πω, αυθέντα, τα δεινά μου και την καρδιάν μου ύστερα ας την ραγίση η λύπη!

Αλλά, συμπάθησέ με, σου πρέπει μάλλον μάλλωμα, ότι σου λείπει γνώσις ή έπαινος, αν φέρεσαι με γλύκαν που σε βλάπτει. ΔΟΥΞ ΑΛΒ. Εγώ δεν βλέπω έως πού το 'μάτι σου πηγαίνει. Αλλ' όταν τα καλλίτερα κανείς πολυγυρεύη και ό,τι στέκεται καλά συχνά το καταστρέφει. ΓΟΝΕΡ. Τότε λοιπόν... Δ0ΥΞ ΑΛΒ. Καλά, καλά. Τα τέλη να ιδούμεν. Εξέρχονται. Αυλή έμπροσθεν του αυτού μεγάρου.

Με εκατόν ιππότας! Πολύ θα ήτο γνωστικόν, αλήθεια, να τον έχης εδώ να μένη μ' εκατόν ανθρώπους οπλοφόρους, κ’ εις κάθε φαντασίαν του, εις κάθε όνειρόν του, εις κάθε του παράπονον ή δυσαρέσκειάν του, να προστατεύη με αυτούς το ξαναμώραμά του, η δε ζωή μας και των δυοτα χέρια του να είναι! Οσβάλδε! ΔΟΥΞ ΑΛΒ. Με τους φόβους σου θαρρώ το παρακάμνεις.