Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 3 Ιουνίου 2025
Αυτά 'πε, και ανεχώρησε 'ς τα δώμα του Οδυσσέα. 715 και αυτήν ο πόνος έζωσε σκληρός, και δεν εμπόρει πλειά να καθίση 'ς το θρονί,—κ' ήσαν πολλά 'ς το σπίτι— αλλά 'ς του τεχνικώτατου θαλάμου το κατώφλι εκάθισε δακρύζοντας πικρά, και η δούλαις όλαις, η νηαίς ομού και η παλαιαίς, τριγύρω εσιγοκλαίαν. 720 κ' εκείνη κλαίοντας πυκνά ταις είπε- «Αγαπηταίς μου, ακούτε• πάθη περισσά εμένα έδωκε ο Δίας, απ' όσαις εγεννήθηκαν μ' εμέ και ανατραφήκαν• π' άνδρα λαμπρόν πρώτ' έχασα, λεοντόκαρδον και μέγαν 'ς όλα τα προτερήματα, 'ς των Δαναών τα γένη, 725 'που 'ς την Ελλάδα η δόξα του και 'ς τ' Άργος μέσα εβγήκε. και τώρα το μονάκριβον ο άνεμος μου πήρε άδοξ' από το σπίτι μου, ούδ’ ένοιωσα 'που εβγήκε. σκληραίς, και δεν ευρέθηκε μέσ' από σας καμμία, ενώ τα ηξεύρετε καλά, να 'λθη να μ' εξυπνίση, 730 την ώρα 'π' αυτός έμπαινε 'ς το βαθουλό καράβι• και αν το ταξείδι εγνώριζα πως μελετούσε κείνος, δεν έφευγε, τον πόθο του και ας είχε εις το ταξείδι, ή εμένα εδώ θε ν' άφινε 'ς το σπίτι απεθαμένη. αλλ' ας μου κράξουν βιαστικά τον γέρο το Δολίο, 735 τον δούλο, 'π' όταν ήλθα εδώ μου 'δωκεν ο πατέρας, και μου τηρά το σύδενδρο κηπάρι, και να τρέξη, για να καθίση και να ειπή τούτ' όλα του Λαέρτη, 'ς τον λογισμό του ίσως αυτός κάποιαν βουλήν υφάνη, εις τους λαούς ερχόμενος για να κλαυθή, πως θέλουν 740 εκείνου και του Οδυσσηά τον γόνο ν' αφανίσουν».
Μη κουμπάρε, λέγει η άλλη, Μη δειλιάζεις· απογάλι, 720 Και θαρρώ να ημπορέσω Πώς να βγούμε ναύ'ρω μέσο. Να μου κάμης πλάταις, όσο Στην κορφή να σκαρβαλόσω. Κιαπέ όξω μόνε πάνω, 725 Μη σε μέλει, εγώ σε βγάνω. Την ορμνήνια μου αφηκράσου, Σιούκου ορθός στα μπροστινά σου, Προς τον τοίχο με τ' αστίθια· Εύγε σου μα την αλήθια. 730
Έφεξε τώρα αβγή για μας η πιο χαριτωμένη τα πλοία ναν τους κάψουμε, που στων θεών το πείσμα 720 ήρθαν κι' εδώ μας ρήμαξαν, απ' των γερόντων δείλια που πάντα, εγώ σα γύρεβα να βγω ναν τα βαρέσω, οι έρμοι αφτοί μ' αμπόδιζαν και το στρατό κρατούσαν. Μα τότες κι' αν μας τύφλωνε ο βροντολάλος Δίας, να! αδρέφια, πάλε μας βοηθάει και μας θαρρύνει τώρα.» 725
Τι παραιτάς τη μάχη; Τι να σου κάνω πούσαι εσύ πιο δυνατό κοντάρι! αλλιώς, εφτύς θα σούδειχνα πώς παραιτούν πολέμους. Μον έλα λάλα τ' άλογα κατά τον Πάτροκλο ίσια, μήπως τον σφάξεις αν τυχόν σου δώκει νίκη ο Φοίβος.» 725 Έτσι είπε κι' έφυγε ο Θεός. Και τότε εκεί προστάζει ο ξακουσμένος Έχτορας τον άφοβο Κεβριόνη ξανά με τα γοργά άλογα στον κάμπο να γυρίσει.
Μαλαματένιο γύρο έχουν αφτοί, πάντα άλιωτο, και χάλκινα από πάνου στεφάνια, θάμα μοναχό, με τέχνη τεριασμένα· 725 κι' είναι απ' ασήμι και τα διο τριγύρω κεφαλάρια. Και το κουτί είναι με χρυσά λουριά και μ' ασημένια δεμένο, και τριγυριστό από διπλά στεφάνια. Και τ' ασημένιο τούβαλε τιμόνι, και στην άκρη του δένει απάνου το ζυγό, λαμπρό μαλαματένιο, 730 και τα κατάχρυσα περνάει πανώρια ζυγολούρια.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν