United States or Nicaragua ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τούτο ηυχαρίστει τον Καίσαρα, όστις τους παρώτρυνε προς τούτο. Ο γέρων τους παρετήρει με τους ερυθρούς οφθαλμούς του, αλλ' εσιώπα, μη δυνάμενος να αντεπεξέλθη κατ' αυτών. Ο ήχος των σαλπίγγων ανήγγειλε το τέλος του διαλείμματος. Εις την κονίστραν εφάνησαν θεράποντες, οίτινες εκαθάριζαν και επιπέδωναν εδώ και εκεί τους μικρούς σωρούς της άμμου, τους συγκεκολλημένους ακόμη με το αίμα.

Τυχηρός άνθρωπος· εάν ανήρχετο εις κυπάρισσον ή εις πορτοκαλέαν, τις οίδεν εάν η Φήμη θα εσάλπιζε και εκ της κορυφής αυτών. Από την συκομωρέαν εκείνην επέτυχε δύο θαυμάσια· είδε τον Ιησούν, και τον είδεν όλος ο κόσμος! Δεν το επίστευσα, μολονότι αι φωναί των σαλπίγγων κατεξέσχιζον τα ώτα μου και απαύστως επαναλάμβανον: — Ο Ζακχαίος ανήλθεν εις την συκομωρέαν!

Στο βάθος μακρυά, η ξεφτισμένη κόκκινη ταινία όλο και ταραζότανε.. Άρχισε να μονολογεί: — Ρεύματα ανθρώπων και χείμαρροι και λίμνες και θάλασσες ανθρώπων ανακατεύονται και σπρώχνονται και συναντούνται και ανεβαίνουν στο Καπιτώλιο και χαμηλώνουν στα Τάρταρα. Τύμπανα και σάλπιγγες χτυπούν. Οδηγήσατε την χαράν εις τα στόματα των σαλπίγγων και προσαρμόσατε το μεθύσι στην μεμβράνα των τυμπάνων σας.

Αλλ' αι κατακραυγαί και οι συριγμοί, ως και αι επευφημίαι, εκαλύφθησαν αίφνης υπό της θορυβώδους συναυλίας των κεράτων και των σαλπίγγων, την οποίαν διωργάνωσεν ο Τιγγελίνος.

Οι εκ του φρουρίου οπλαρχηγοί εκάλουν ήδη τους στρατιώτας των διά βραχνών σαλπίγγων να παύσουν την σφαγήν και απεσύροντο καθ' ομάδας εντός των τειχών, συναποφέροντες πλούσια λάφυρα.

Σχεδόν κάθε δέκα λεπτά εγίνετο ψηφοφορία. Κοπιωδεστάτη υπήρξεν η σύνοδος εκείνη. Τα νομοσχέδια επέπιπτον σωρηδόν, ως βροχή, ως χάλαζα, κ' ετάραττον τον ύπνον του αγαθού επαρχιώτου. Μόλις απεκοιμάτο κ' ετάραττον τον ύπνον του, εμφανιζόμενα ως «αναβάται και τριστάται», ως άμαξαι τέθριπποι, ως στρατεύματα παρελαύνοντα εν ήχω σαλπίγγων, εν βοή και αλαλαγμώ.

Αλλ' η αγωνία της ψυχής μου ερμηνεύθη διά μιας κραυγής απελπισίας. Ένοιωσα ότι ετρίκλιζα παρά το χείλος του φρέατος. Απέστρεψα τα μάτια μου! Αίφνης ήκουσα αναμίκτους κραυγάς ανθρώπων, ισχυρά σαλπίσματα σαλπίγγων. Ένα βραχνό μούγκρισμα σαν από απειρίαν κεραυνών. Τα πύρινα τείχη ωπισθοδρόμησαν αμέσως.

Αλλά όταν, μέσα στο θόρυβο και τον ενθουσιασμό των ασμάτων, των κωδωνοκρουσιών, των σαλπίγγων και των κεράτων, — τόσο μεγάλο θόρυβο που ούτε τους κεραυνούς του Θεού δε θα μπορούσε κανείς ν' ακούσηόταν ο Τριστάνος έφθασε στο ανάκτορο, έπεσε μισολιπόθυμος στα χέρια του Βασιληά Μάρκου. Και το αίμα έτρεχε από της πληγές του ποτάμι.

Τότε οι θεράποντες εσήκωσαν τα πτώματα, έπλυναν την παλαίστραν και διέσπειραν επί της άμμου φύλλα αρωματικών φυτών. Όταν ήρχισεν ο διαπεραστικός ήχος των σαλπίγγων, βαθεία σιγή αγωνίας διεχύθη εις το αμφιθέατρον.

Επί της κορυφής του δένδρου παράδοξος γυνή, τραγέλαφος τερατώδης, με κεφαλήν φέρουσαν μυρία στόματα, εσάλπιζε διά μυρίων σαλπίγγων. Ούτε οφθαλμούς δε, ούτε ώτα είχε. Στόματα μόνον, στόματα, και πάλιν στόματα, διά των οποίων μυριάκις επαναλάμβανεν: — Ο Ζακχαίος ανήλθεν εις την συκομωρέαν! Λέγω προς το Φάσμα: — Ουδέποτε θα επίστευον, ότι ο Θεός ετόλμησέ ποτε να δημιουργήση τοιούτον τέρας.