United States or Philippines ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μα πριν φθάση η νύκτα, ακούουν μέγαν κτύπον, και αιφνιδίως βλέπουν εις την αυλήν τους να έμπουν πολλοί καβαλλαρέοι στρατιώται. Εις τούτην την θεωρίαν, οι δυο νυμφίοι έμειναν ωσάν νεκροί από τον φόβον νομίζοντες να εξεσκεπάσθη ο δόλος, και ο Κατής με όλες τις φύλαξές του θα ήλθε να πιάση τον Κουλούφ διά να τον θανατώση.

Ευχαρίστησε και εμένα την περιέργειάν μου, του είπεν η βασίλισσα, και φανέρωσέ μου με τι τρόπον εξεσκεπάσθη αυτή η μιαρά μάγισσα; Κυρά μου, απεκρίθη ο βεζύρης, ο βασιλεύς νυμφίος σου βεβαιωμένος ότι αυτή ήτον η αληθινή γυναίκα του, και όχι η μάγισσα, εζούσε με αυτήν μίαν τελείαν αγάπην· όθεν ήτον μερικές ημέρες, που ευρίσκονταν με αυτήν εις ένα κάστρον, μακράν από την χώραν έως μίαν ημέραν.

Αχ κακορίζικε, μου είπεν αυτός, διά ποίαν αιτίαν έτσι μεταμορφωμένος είσαι δούλος του περιβολάρη; ποίος ήτον ο στοχασμός σου; είχες αποφασίσει χωρίς αμφιβολίαν να ατιμάσης το παλάτι μου; μα ας είναι ευχαριστημένος ο ουρανός, που ο δόλος σου εξεσκεπάσθη, και η παιδεία σου είνε αναμφίβολη· θέλω εις ετούτην την στιγμήν να σε δέσουν από τα ποδάρια και να σε σύρη ένα άλογον εις όλην την χώραν, ως να γένης κομμάτια, και ένας τελάλης να πηγαίνη έμπροσθέν σου φωνάζοντας τον ανομίαν σου· και με τον ίδιον τρόπον θέλω να γίνη και εις τον περιβολάρην, ότι καταλαμβάνω πως εσταθήκατε συμφώνως· τον οποίον εκείνην την ώραν τον έφεραν και αυτόν εκεί.

Αλλά και εις αυτό το χείλος της αβύσσου ο Κλαύδιος ακόμη ελπίζει, μένει κύριος του εαυτού του, ατάραχος, χάριν της σωτηρίας του· διά να μη προδώση το ήδη σαλευόμενον σχέδιόν του, όταν η Γελτρούδη πίνει από το φαρμακωμένο ποτήρι, δεν επιμένει να την εμποδίση και γίνεται δολοφόνος του μόνου πλάσματος το οποίον αγαπούσε εις τον κόσμον· και όταν ολόκληρον το νέον κακούργημά του εξεσκεπάσθη και ο Αμλέτος τον πληγώνει, ο Κλαύδιος πιάνεται ακόμη σπασμωδικώς από την ζωήν, ζητεί βοήθειαν, ίσως με την μωράν ελπίδα ότι η θανατηφόρος αλοιφή του ξίφους, αφού εβάφη ήδη δύο φοραίς εις το αίμα, του Λαέρτου και του Αμλέτου, έχασε την δύναμιν της, ώστε αυτός, ο αληθής ένοχος, να επιζήση μόνος.

Ήσαν αδελφοί και οι είκοσι πέντε, διότι εγεννήθησαν όλοι από μίαν χουλιάραν. Εκρατούσαν τα τουφέκια των επ' ώμου, και έβλεπαν εμπρός των ορθοκαταίβατοι! Η στολή των ήτο λαμπρά, κόκκινη και πράσινη. Αι πρώται λέξεις τας οποίας ήκουσαν, όταν εξεσκεπάσθη το κουτί όπου εκοιμώντο, ήσαν: «Στρατιώται μολύβδινοιΈν παιδάκι έλεγεν αυτάς τας λέξεις και εκτυπούσε τα χέρια του από ευχαρίστησιν.