United States or Niue ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η γλυκυτάτη σου μορφή, μου είπε, με έκαμε να σε αγαπήσω από την πρώτην ώραν που σε είδα, και είμαι τόσον φερμένος δι' εσένα που καταλαβαίνω, ότι δεν ημπορώ να ζήσω χωρίς την αντάμωσίν σου· μα όσον μεγάλη και ζωντανή είνε η φλόγα που με ανάπτει, μη στοχασθής ποτέ ότι θα σε δεξιωθώ ωσάν μίαν σκλάβαν, μα επιθυμώ να σε λάβω γυναίκα μου, διά να σε βάλω εις τον θρόνον της Θέμπας.

Ευχαριστίαν να έχη ο ουρανός, εφώναξα τότε εγώ, χωρίς να αφηκρασθώ αυτή το τι έλεγε, τόσον ήμουν φερμένος από την χαράν μου διά την εκδίκησιν που έκαμα εις την καταφρόνησιν που ανόμως ο Δερβύσης έκαμε της τιμής μου, και της αγάπης μου. Η Ζεμπρούδα έμεινεν εκστατική εις το να με ακούση να ομιλώ ούτως.

Του κάκου φώναζαν οι δικοί μας κ' ενεργούσανε χρόνους τώρα εναντίο τω Γότθων του κάκου του τάψελνε του Βασιλέα κι ο πατριώτης ο Συνέσιος, φερμένος τότε στην Πόλη, καθώς θα δούμε, να του προσφέρη κορώνα από την πατρίδα του την Κυρήνη· του κάκου πήγαν τα φρόνιμα λόγια του, σαν του θύμιζε του νωθρού Αρκαδίου πως ο στρατός του είτανε λύκους γεμάτος, κι όχι μαντρόσκυλα καθώς τους ήθελε ο Πλάτωνας τους φρουρούς της Πολιτείας, και πως οι Γότθοι και μέσα στα σπιτικά τους ακόμα πλημμύρισαν, αφού άλλο δεν έβλεπες παρά Γότθους παραγιούς και παρακόρες.

Φουσκωμένος ο τύραννος μ' όση γίνεται φαντασία, βέβαιος μέσα του πως γεννήθηκε μεγάλος και τρανός καλλιτέχνης, και πως δεν τον έννοιωθαν οι Ρωμαίοι, αποφασίζει αμέσως να κατέβη στη χώρα όπου κατά τα λόγια του γνώριζαν ακόμη από τέχνη, και στέλνει μήνυμα ναργοπορήσουν οι μεγάλοι Αγώνες, Ολύμπια, Νέμεα, Πύθια κλ, και να πανηγυριστούν όλοι σύγκαιρα όταν είναι και κείνος φερμένος.

ΞΕΝ. Καλέ σεις! ποιος μιλά μέσα; εν ακούτενε; ίντα θέτενε να σας χαρώ; ΑΝΑΤ. Άνταμ! τρεις ώραις είναι φωνάζω, φωνάζω, κανένας ντεν ακούγει.... ΞΕΝ. Κι' ίντα θέτενε; ΑΝΑΤ. Εντώ πέρα τι είναι; ΞΕΝ. Λοκάντα. ΑΝΑΤ. Έι! εντώ πέρα απ' ούλα είναι, άμμα φαγιά ντε γλέπω· τι τρώνε εντώ για; ΞΕΝ. Είστε κι' άλλη βολά φερμένος άματις σε λοκάντα; ΑΝΑΤ. Όχι. ΞΕΝ. Δίκι' όχετεν άματιςκι' ε γλέπετεν την λίστα;

Ο Χόντζας από την χαράν του έτρεξε διά να την αγκαλιάση και αυτή με επιδέξιον τρόπον εβγήκεν από τας χείρας του χωρίς να την εγγίξη· και αφού τον είδε πως ήτον φερμένος καλά εις τα δίκτυά της, και αποφασισμένος διά να υπάγη εις το σπήτι της, εβγήκεν από εκεί και επήγε και έκαμε τον ίδιον δόλον τόσον του Κατή, ωσάν και του Βεζύρη τους οποίους τους υπεχρέωσε τόσον, που δεν έβλεπαν την ώραν διά να υπάγουν να απολαύσουν την ωραιότητα που επιθυμούσαν· των οποίων εδιώρισε και των τριών διά να υπάγουν μίαν ώραν υστερώτερα ο ένας από τον άλλον, διά να μην υπάγουν και οι τρεις εις ένα καιρόν και ξεσκεπασθή ο δόλος της.

Ένα πράμα νοιώθαμε τότες, κι αυτό είταν η μουσική, ο θησαυρός μας αυτός ο καταφρονεμένος, ίσως επειδή δεν είναι φερμένος απ' έξω, μήτε ξεχωσμένος από τη γη, μόνο ζη και βασιλεύει με χίλια τραγούδια, μοιρολόγια και ψαλμωδίες. Αν είναι τα «ιδιόμελα» κατεβασμένα από χρόνους παλιούς, δεν πάει να πη πως είναι και πεθαμμένα.

Είχον &εξιπασθή&, επειδή ο Γιώργος των, ο υιός της μεν, της δε αδελφός, είχε «βγη καθηγητής απ' το Πανεπιστήμιο, στην Αθήνα». Ήσαν εκ ταπεινού γένους και πάμπτωχοι. Ο γέρο-Σταύρος ο Κακαβάρης, αποθαμμένος προ ολίγων ετών, ήτον ξένος, φερμένος εις τον τόπον από την μεγάλην νήσον, την Έγριπον. Η λαίλαψ του πολέμου, εις την αρχήν του αιώνος, είχε σκορπίσει όλην την οικογένειάν του.